Η ελληνική πολιτειακή θεραπεία του Καποδίστρια: ο μάγος της πολιτικής
Γράφει ο Αναστάσιος Συριανός
Ποτέ άλλοτε πολιτικός άνδρας στην μακραίωνη ιστορία της Ελλάδας δεν υποτιμήθηκε και δεν πολεμήθηκε τόσο άδικα και λυσσαλέα όσο ο πρώτος Κυβερνήτης, Ιωάννης Καποδίστριας. Ούτε στην αρχαία ούτε στην νεότερη εποχή.
Κι αυτό από μόνο του, καθιστά την περίπτωση Καποδίστρια μοναδική στα ελληνικά χρονικά. Ο σπουδαίος αυτός Κερκυραίος πολιτικός είναι μία κατηγορία μόνος του. Μπροστά στην λάμψη και το φως του, ακόμη κι ο οποιοσδήποτε πατριώτης πολιτικός ωχριά, ενώ με τους προδότες «πολιτικούς» δεν τίθεται καν θέμα σύγκρισης.
Συνεπώς, το να εχθρεύεται τον Καποδίστρια η άρχουσα τάξη και μέσα από τους εκπροσώπους της να επιδιώκει να αμαυρώσει το όνομά του, είναι λογικό κι αναμενόμενο. Το αντίθετο, θα ήταν περίεργο. Πρόσφατα ωστόσο είδαμε την πολεμική εναντίον του Κυβερνήτη να κορυφώνεται μέσα από τις αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα που έκανε η Επιτροπή για τον επετειακό εορτασμό της Επανάστασης του 1821. Εκεί γίνεται λόγος για «εκσυγχρονιστική δικτατορία Καποδίστρια» κι «αυταρχικό καθεστώς» το οποίο επέβαλλε αφού «ανέστειλε» το Σύνταγμα της Τροιζήνας και «κηρύσσει ουσιαστικά δικτατορία». Μας λένε κι άλλα, όπως ότι για τον Καποδίστρια «τα πρώτα δημοκρατικά και φιλελεύθερα συντάγματα αποτελούν “ξυράφι στα χέρια μικρού παιδιού” ή ότι «οι δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι Έλληνες δεν το έβαλαν κάτω» αλλά «συνέχισαν να αγωνίζονται για δημοκρατία και δικαιώματα». Μάλιστα, συνεχίζουν γράφοντας ότι «με αγώνες & αίμα κατόρθωσαν το 1844 να κάνουν την Ελλάδα το πρώτο κράτος στον κόσμο που καθιερώνει την καθολική ψηφοφορία των ανδρών».
Δεν ξέρω αν η αιτία του μίσους προς το πρόσωπο του Κυβερνήτη είναι η αμετακίνητη αφοσίωσή του στον σκοπό της απελευθέρωσης του έθνους, γεγονός που οδηγεί τον H. Kissinger στο συμπέρασμα ότι «μοναδικό και άσβεστο πάθος του Καποδίστρια ήταν η απελευθέρωση της Ελλάδος, χωρίς να υπολογίζει καθόλου τις συνέπειες για τον εαυτό του». Μήπως είναι ο αθεράπευτος πατριωτισμός του τον οποίο διακηρύσσει διαρκώς σε κάθε ευκαιρία: «Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα». Μπορεί πάλι να είναι η ακατανόητη για αυτούς εντιμότητά του που θα αναγκάσει τον Μέττερνιχ να παραδεχτεί ότι «ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας!». Ίσως βέβαια να μην είναι τίποτε από όλα αυτά, αλλά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν βαθύτατα δημοκρατικός ώστε ο Μέττερνιχ σε άλλο σημείο να αναφέρει ότι «είναι αντίθετος με τους βασιλικούς θεσμούς και τους βασιλιάδες. Αυτός μονάχα τη δημοκρατία σκέπτεται»[1].
Όποιος κι αν είναι ο λόγος της εχθρότητας, είναι σαφές ότι πρόκειται για ένα αστείο αφήγημα, μία κακοφτιαγμένη ιστοριούλα που μόνο αμόρφωτους και ανόητους μπορεί να πείσει. Πριν όμως δούμε γιατί όλο αυτό είναι αστείο, θα πρέπει πρώτα να αντιληφθούμε ποιοι είναι αυτοί που μιλάνε έτσι για τον Κυβερνήτη και ποιο είναι το ηθικό και πολιτικό τους μέγεθος.
Η σύγκριση
Από την μία λοιπόν έχουμε τον Καποδίστρια κι από την άλλη έχουμε την κομματική ολιγαρχία. Από την μεταπολίτευση του 1974 και μετά, η κομματοκρατία έχει τις τύχες της Ελλάδας σε απόλυτα ευνοϊκές συνθήκες συγκρινόμενες με αυτές που βρήκε ο Κυβερνήτης, αφού ούτε καταστροφικός πόλεμος είχε προηγηθεί, ούτε διακυβεύθηκε ποτέ η ύπαρξη της χώρας, ούτε η εξουσία τους στο εσωτερικό κινδύνευσε ποτέ από κάποιο αντίπαλο δημοκρατικό δέος. Τα πάντα λοιπόν ήταν με το μέρος των κομμάτων για να παραγάγουν έργο επ’ ωφελεία της κοινωνίας και του έθνους κι η Ελλάδα να γνωρίσει μία εποχή άνθησης σε όλα τα επίπεδα.
Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία 45 χρόνια η ολιγαρχική κλίκα των κομμάτων, πιστή στο δόγμα της λεηλασίας, του ενδοτισμού και της παγκοσμιοποίησης, επιδίδεται συστηματικά στην καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας. Και την καταστρέφει λιθαράκι-λιθαράκι από τότε, ευπρεπώς και νομίμως με κοστούμι, ψήφο κι υπογραφή, μέσα σε κλίμα ευφορίας, συνήθως χαμογελαστά αλλά και με κανένα δάκρυ να ξεφεύγει που και που, παραδίδοντας κάθε φορά την σκυτάλη στον επόμενο μαζί με μία χώρα πιο φτωχή, πιο αδύναμη, πιο γερασμένη, πιο διαλυμένη, πιο προδομένη. Όλα αυτά τα «κατορθώματα» σε καιρό ειρήνης, πολιτειακής σταθερότητας, αφθονίας αγαθών, με την συνεχή παρουσία ανθρώπινου δυναμικού ικανού να προσφέρει τις υπηρεσίες του για κάθε πρόβλημα ή πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει το κράτος και η κοινωνία, και το σημαντικότερο, με την ευνοϊκή παράμετρο ότι παρ’ όλα όσα έκαναν και κάνουν εις βάρος της κοινωνίας η εξουσία τους δεν απειλήθηκε ποτέ πραγματικά, ενεργούσαν πάντα με ελεύθερη βούληση κι όλα όσα έκαναν τα έκαναν εκούσια.
Από την άλλη έχουμε τον κυβερνήτη. Αυτά που πέτυχε ο Καποδίστριας σε 44 μήνες διακυβέρνησης δεν τα έχει πετύχει άλλος Έλληνας πολιτικός όχι μόνο τα τελευταία 45 χρόνια, αλλά ουδέποτε στο παρελθόν. Το έργο που άφησε πίσω του ως παρακαταθήκη είναι τεράστιο και γίνεται ακόμη μεγαλύτερο δεδομένου της καμμένης γης που παρέλαβε και του αρνητικού κλίματος που υπήρχε εναντίον του πριν καλά καλά αναλάβει τα καθήκοντά του, και του ανηλεούς πολέμου που δεχόταν καθημερινά εξ αιτίας της εναντιώσεώς του στις φιλοδοξίες ορισμένων πολιτικάντηδων που είδαν την ευκαιρία να ανέβουν σαν τσιμπούρια στο σβέρκο της Ελλάδας.
Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο Καποδίστριας όχι μόνο θυσίασε και δόξα και πλούτη για να έρθει στην Ελλάδα, αλλά αρνήθηκε κρατικό μισθό για το αξίωμά του και ξόδεψε και όλη του την περιουσία για να βοηθήσει στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Ανέλαβε το τιτάνιο έργο του εκσυγχρονισμού του κράτους, προχώρησε με τολμηρά και γενναία βήματα στην οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, ανασύστησε την οικονομία, αναδόμησε τις κατεστραμμένες πόλεις, γέμισε με σχολεία την Ελληνική επικράτεια, ανασύνταξε τον στρατό, οργάνωσε την Εκκλησία, τη δικαιοσύνη, την υγεία, στήριξε την πρωτογενή γεωργική παραγωγή, εμφύσησε αίσθημα ασφάλειας στον λαό, κυκλοφόρησε εθνικό νόμισμα έξω από το διεθνές τραπεζικό σύστημα θέτοντας τις βάσεις για την διαχρονική οικονομική και πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, πέτυχε την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους, έδωσε διπλωματικές μάχες για την επέκταση της Ελληνικής επικράτειας, πολέμησε και εκδίωξε τους Τούρκους[2].
Μα πώς τα πέτυχε όλα αυτά ένας άνδρας μόνος του σε 44 μήνες, ενώ εδώ και 45 χρόνια πρωθυπουργοί, υπουργοί, προέδροι της δημοκρατίας πάνε κι έρχονται και δεν έχουν καταφέρει να προσφέρουν μία σπιθαμή εθνικής και κοινωνικής ωφέλειας.
Ο Καποδίστριας παρέλαβε καμμένη γη και παρέδωσε κράτος. Οι ολιγάρχες παραλαμβάνουν κράτος και παραδίδουν καμμένη γη. Ο Καποδίστριας δεν έχει τίποτα και ζητάει τα πάντα, αξιώνει μία Ελλάδα από την Κρήτη ως την Μακεδονία, από τα νησιά του Ιονίου ως την Μικρά Ασία κι από του Αγίους Σαράντα ως την Κύπρο. Στους ολιγάρχες δώσε όλα τα παραπάνω και θα τα ξεπουλήσουν εν ριπή οφθαλμού αν τους δωθεί η ευκαιρία σαν να ήταν άγονα κτήματα στου προπάππου το χωριό. Τα μεγέθη ασύγκριτα μεταξύ τους, η ομοιότητά τους όση η μέρα με την νύχτα, το φως με το σκοτάδι.
Κατά τον Νικόλαο Σπηλιάδη, ο Κυβερνήτης «ήταν εφάμιλλος του Σωκράτους κατά την ηθικήν, του Θεμιστοκλέους κατά το φιλόπατρι, του Αριστείδου κατά την δικαιοσύνη, άλλος Κόδρος κατά την αυταπάρνηση, άνθρωπος του Πλουτάρχου μ’όλας τας αρετάς… Ηλθεν εις την Ελλάδα, δια να την σώση από τον όλεθρον και υπέρ αυτής αγωνιζόμενος ν ‘αποθάνη».
Καθόλου τυχαία, ο Παλαμάς τον βάζει δίπλα στον Σόλωνα και τον Περικλή στους στίχους του:
«Κι αν των αρχαίων καλών καιρών ζούσεν Εσέ η Πατρίδα,
στης χρυσελεφαντένιας Αθηνάς του την ασπίδα
θα σκάλιζε το πρόσωπό σου η σμίλη ενός Φειδία,
θα δόξαζε το γένος σου Πινδαρική υμνωδία,
θα σου κρατούσε ο Πλούταρχος τόπο στην εκκλησιά του
ανάμεσα στο Σόλωνα και στο Φωκίωνά του».
Καθόλου τυχαία ο θάνατος του θα βυθίσει τον λαό στο πένθος κι ακόμα καταριόμαστε την αποφράδα εκείνη μέρα της δολοφονίας του μέσα από το δημοτικό μας τραγούδι: «Μια Κυριακή ξημέρωσε, να μη είχε ξημερώσει…».
Αυτό ήταν το έργο του Καποδίστρια και για αυτόν τον πολιτικό άνδρα μιλάνε ασεβώς σήμερα διαπράττοντας μεγίστη ύβρη οι εκπρόσωποι της μεγαλύτερης εγκληματικής οργάνωσης στα χρονικά του ελληνικού έθνους. Για να τα κάνει βέβαια όλα αυτά ο Καποδίστριας έπρεπε να πάρει τις τύχες της Ελλάδας στα χέρια του. Όμως ο χαρισματικός και ταπεινόφρων αυτός άνδρας, δεν ανέλαβε την εξουσία ούτε με τον στρατό και τα τανκς όπως συνηθίζουν οι δικτάτορες, ούτε με την προσωπική του φρουρά όπως ο Πεισίστρατος, αλλά ήρθε με κάθε νομιμότητα κατόπιν πρόσκλησης των Ελλήνων. Ας δούμε το πώς.
Συνεχίζεται.
[1] Τι είπαν για τον Καποδίστρια, https://www.kapodistrias.info/ti-eipan-kai-ti-egrapsan
06/05/2020
[2] Η πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα, https://www.kapodistrias.info/ellada 05/05/2020
Ακούστε και το: Γιατί «βαφτίζουν» δικτάτορα τον Καποδίστρια
Γράφει ο Αναστάσιος Συριανός
Ποτέ άλλοτε πολιτικός άνδρας στην μακραίωνη ιστορία της Ελλάδας δεν υποτιμήθηκε και δεν πολεμήθηκε τόσο άδικα και λυσσαλέα όσο ο πρώτος Κυβερνήτης, Ιωάννης Καποδίστριας. Ούτε στην αρχαία ούτε στην νεότερη εποχή.
Κι αυτό από μόνο του, καθιστά την περίπτωση Καποδίστρια μοναδική στα ελληνικά χρονικά. Ο σπουδαίος αυτός Κερκυραίος πολιτικός είναι μία κατηγορία μόνος του. Μπροστά στην λάμψη και το φως του, ακόμη κι ο οποιοσδήποτε πατριώτης πολιτικός ωχριά, ενώ με τους προδότες «πολιτικούς» δεν τίθεται καν θέμα σύγκρισης.
Συνεπώς, το να εχθρεύεται τον Καποδίστρια η άρχουσα τάξη και μέσα από τους εκπροσώπους της να επιδιώκει να αμαυρώσει το όνομά του, είναι λογικό κι αναμενόμενο. Το αντίθετο, θα ήταν περίεργο. Πρόσφατα ωστόσο είδαμε την πολεμική εναντίον του Κυβερνήτη να κορυφώνεται μέσα από τις αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα που έκανε η Επιτροπή για τον επετειακό εορτασμό της Επανάστασης του 1821. Εκεί γίνεται λόγος για «εκσυγχρονιστική δικτατορία Καποδίστρια» κι «αυταρχικό καθεστώς» το οποίο επέβαλλε αφού «ανέστειλε» το Σύνταγμα της Τροιζήνας και «κηρύσσει ουσιαστικά δικτατορία». Μας λένε κι άλλα, όπως ότι για τον Καποδίστρια «τα πρώτα δημοκρατικά και φιλελεύθερα συντάγματα αποτελούν “ξυράφι στα χέρια μικρού παιδιού” ή ότι «οι δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι Έλληνες δεν το έβαλαν κάτω» αλλά «συνέχισαν να αγωνίζονται για δημοκρατία και δικαιώματα». Μάλιστα, συνεχίζουν γράφοντας ότι «με αγώνες & αίμα κατόρθωσαν το 1844 να κάνουν την Ελλάδα το πρώτο κράτος στον κόσμο που καθιερώνει την καθολική ψηφοφορία των ανδρών».
Δεν ξέρω αν η αιτία του μίσους προς το πρόσωπο του Κυβερνήτη είναι η αμετακίνητη αφοσίωσή του στον σκοπό της απελευθέρωσης του έθνους, γεγονός που οδηγεί τον H. Kissinger στο συμπέρασμα ότι «μοναδικό και άσβεστο πάθος του Καποδίστρια ήταν η απελευθέρωση της Ελλάδος, χωρίς να υπολογίζει καθόλου τις συνέπειες για τον εαυτό του». Μήπως είναι ο αθεράπευτος πατριωτισμός του τον οποίο διακηρύσσει διαρκώς σε κάθε ευκαιρία: «Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα». Μπορεί πάλι να είναι η ακατανόητη για αυτούς εντιμότητά του που θα αναγκάσει τον Μέττερνιχ να παραδεχτεί ότι «ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας!». Ίσως βέβαια να μην είναι τίποτε από όλα αυτά, αλλά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν βαθύτατα δημοκρατικός ώστε ο Μέττερνιχ σε άλλο σημείο να αναφέρει ότι «είναι αντίθετος με τους βασιλικούς θεσμούς και τους βασιλιάδες. Αυτός μονάχα τη δημοκρατία σκέπτεται»[1].
Όποιος κι αν είναι ο λόγος της εχθρότητας, είναι σαφές ότι πρόκειται για ένα αστείο αφήγημα, μία κακοφτιαγμένη ιστοριούλα που μόνο αμόρφωτους και ανόητους μπορεί να πείσει. Πριν όμως δούμε γιατί όλο αυτό είναι αστείο, θα πρέπει πρώτα να αντιληφθούμε ποιοι είναι αυτοί που μιλάνε έτσι για τον Κυβερνήτη και ποιο είναι το ηθικό και πολιτικό τους μέγεθος.
Η σύγκριση
Από την μία λοιπόν έχουμε τον Καποδίστρια κι από την άλλη έχουμε την κομματική ολιγαρχία. Από την μεταπολίτευση του 1974 και μετά, η κομματοκρατία έχει τις τύχες της Ελλάδας σε απόλυτα ευνοϊκές συνθήκες συγκρινόμενες με αυτές που βρήκε ο Κυβερνήτης, αφού ούτε καταστροφικός πόλεμος είχε προηγηθεί, ούτε διακυβεύθηκε ποτέ η ύπαρξη της χώρας, ούτε η εξουσία τους στο εσωτερικό κινδύνευσε ποτέ από κάποιο αντίπαλο δημοκρατικό δέος. Τα πάντα λοιπόν ήταν με το μέρος των κομμάτων για να παραγάγουν έργο επ’ ωφελεία της κοινωνίας και του έθνους κι η Ελλάδα να γνωρίσει μία εποχή άνθησης σε όλα τα επίπεδα.
Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία 45 χρόνια η ολιγαρχική κλίκα των κομμάτων, πιστή στο δόγμα της λεηλασίας, του ενδοτισμού και της παγκοσμιοποίησης, επιδίδεται συστηματικά στην καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας. Και την καταστρέφει λιθαράκι-λιθαράκι από τότε, ευπρεπώς και νομίμως με κοστούμι, ψήφο κι υπογραφή, μέσα σε κλίμα ευφορίας, συνήθως χαμογελαστά αλλά και με κανένα δάκρυ να ξεφεύγει που και που, παραδίδοντας κάθε φορά την σκυτάλη στον επόμενο μαζί με μία χώρα πιο φτωχή, πιο αδύναμη, πιο γερασμένη, πιο διαλυμένη, πιο προδομένη. Όλα αυτά τα «κατορθώματα» σε καιρό ειρήνης, πολιτειακής σταθερότητας, αφθονίας αγαθών, με την συνεχή παρουσία ανθρώπινου δυναμικού ικανού να προσφέρει τις υπηρεσίες του για κάθε πρόβλημα ή πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει το κράτος και η κοινωνία, και το σημαντικότερο, με την ευνοϊκή παράμετρο ότι παρ’ όλα όσα έκαναν και κάνουν εις βάρος της κοινωνίας η εξουσία τους δεν απειλήθηκε ποτέ πραγματικά, ενεργούσαν πάντα με ελεύθερη βούληση κι όλα όσα έκαναν τα έκαναν εκούσια.
Από την άλλη έχουμε τον κυβερνήτη. Αυτά που πέτυχε ο Καποδίστριας σε 44 μήνες διακυβέρνησης δεν τα έχει πετύχει άλλος Έλληνας πολιτικός όχι μόνο τα τελευταία 45 χρόνια, αλλά ουδέποτε στο παρελθόν. Το έργο που άφησε πίσω του ως παρακαταθήκη είναι τεράστιο και γίνεται ακόμη μεγαλύτερο δεδομένου της καμμένης γης που παρέλαβε και του αρνητικού κλίματος που υπήρχε εναντίον του πριν καλά καλά αναλάβει τα καθήκοντά του, και του ανηλεούς πολέμου που δεχόταν καθημερινά εξ αιτίας της εναντιώσεώς του στις φιλοδοξίες ορισμένων πολιτικάντηδων που είδαν την ευκαιρία να ανέβουν σαν τσιμπούρια στο σβέρκο της Ελλάδας.
Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο Καποδίστριας όχι μόνο θυσίασε και δόξα και πλούτη για να έρθει στην Ελλάδα, αλλά αρνήθηκε κρατικό μισθό για το αξίωμά του και ξόδεψε και όλη του την περιουσία για να βοηθήσει στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Ανέλαβε το τιτάνιο έργο του εκσυγχρονισμού του κράτους, προχώρησε με τολμηρά και γενναία βήματα στην οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, ανασύστησε την οικονομία, αναδόμησε τις κατεστραμμένες πόλεις, γέμισε με σχολεία την Ελληνική επικράτεια, ανασύνταξε τον στρατό, οργάνωσε την Εκκλησία, τη δικαιοσύνη, την υγεία, στήριξε την πρωτογενή γεωργική παραγωγή, εμφύσησε αίσθημα ασφάλειας στον λαό, κυκλοφόρησε εθνικό νόμισμα έξω από το διεθνές τραπεζικό σύστημα θέτοντας τις βάσεις για την διαχρονική οικονομική και πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, πέτυχε την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους, έδωσε διπλωματικές μάχες για την επέκταση της Ελληνικής επικράτειας, πολέμησε και εκδίωξε τους Τούρκους[2].
Μα πώς τα πέτυχε όλα αυτά ένας άνδρας μόνος του σε 44 μήνες, ενώ εδώ και 45 χρόνια πρωθυπουργοί, υπουργοί, προέδροι της δημοκρατίας πάνε κι έρχονται και δεν έχουν καταφέρει να προσφέρουν μία σπιθαμή εθνικής και κοινωνικής ωφέλειας.
Ο Καποδίστριας παρέλαβε καμμένη γη και παρέδωσε κράτος. Οι ολιγάρχες παραλαμβάνουν κράτος και παραδίδουν καμμένη γη. Ο Καποδίστριας δεν έχει τίποτα και ζητάει τα πάντα, αξιώνει μία Ελλάδα από την Κρήτη ως την Μακεδονία, από τα νησιά του Ιονίου ως την Μικρά Ασία κι από του Αγίους Σαράντα ως την Κύπρο. Στους ολιγάρχες δώσε όλα τα παραπάνω και θα τα ξεπουλήσουν εν ριπή οφθαλμού αν τους δωθεί η ευκαιρία σαν να ήταν άγονα κτήματα στου προπάππου το χωριό. Τα μεγέθη ασύγκριτα μεταξύ τους, η ομοιότητά τους όση η μέρα με την νύχτα, το φως με το σκοτάδι.
Κατά τον Νικόλαο Σπηλιάδη, ο Κυβερνήτης «ήταν εφάμιλλος του Σωκράτους κατά την ηθικήν, του Θεμιστοκλέους κατά το φιλόπατρι, του Αριστείδου κατά την δικαιοσύνη, άλλος Κόδρος κατά την αυταπάρνηση, άνθρωπος του Πλουτάρχου μ’όλας τας αρετάς… Ηλθεν εις την Ελλάδα, δια να την σώση από τον όλεθρον και υπέρ αυτής αγωνιζόμενος ν ‘αποθάνη».
Καθόλου τυχαία, ο Παλαμάς τον βάζει δίπλα στον Σόλωνα και τον Περικλή στους στίχους του:
«Κι αν των αρχαίων καλών καιρών ζούσεν Εσέ η Πατρίδα,
στης χρυσελεφαντένιας Αθηνάς του την ασπίδα
θα σκάλιζε το πρόσωπό σου η σμίλη ενός Φειδία,
θα δόξαζε το γένος σου Πινδαρική υμνωδία,
θα σου κρατούσε ο Πλούταρχος τόπο στην εκκλησιά του
ανάμεσα στο Σόλωνα και στο Φωκίωνά του».
Καθόλου τυχαία ο θάνατος του θα βυθίσει τον λαό στο πένθος κι ακόμα καταριόμαστε την αποφράδα εκείνη μέρα της δολοφονίας του μέσα από το δημοτικό μας τραγούδι: «Μια Κυριακή ξημέρωσε, να μη είχε ξημερώσει…».
Αυτό ήταν το έργο του Καποδίστρια και για αυτόν τον πολιτικό άνδρα μιλάνε ασεβώς σήμερα διαπράττοντας μεγίστη ύβρη οι εκπρόσωποι της μεγαλύτερης εγκληματικής οργάνωσης στα χρονικά του ελληνικού έθνους. Για να τα κάνει βέβαια όλα αυτά ο Καποδίστριας έπρεπε να πάρει τις τύχες της Ελλάδας στα χέρια του. Όμως ο χαρισματικός και ταπεινόφρων αυτός άνδρας, δεν ανέλαβε την εξουσία ούτε με τον στρατό και τα τανκς όπως συνηθίζουν οι δικτάτορες, ούτε με την προσωπική του φρουρά όπως ο Πεισίστρατος, αλλά ήρθε με κάθε νομιμότητα κατόπιν πρόσκλησης των Ελλήνων. Ας δούμε το πώς.
Συνεχίζεται.
[1] Τι είπαν για τον Καποδίστρια, https://www.kapodistrias.info/ti-eipan-kai-ti-egrapsan
06/05/2020
[2] Η πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα, https://www.kapodistrias.info/ellada 05/05/2020
Ακούστε και το: Γιατί «βαφτίζουν» δικτάτορα τον Καποδίστρια
0 Σχόλια
Σχόλια που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς όχι μόνο για το ιστολόγιο, θα διαγράφονται αμέσως.
EmojiΣχόλια που περιέχουν εμπάθεια σε ό,τι δεν σας αρέσει επειδή έτσι μάθατε ότι έτσι είναι τα πράματα, θα διαγράφονται για έναν εποικοδομητικό διάλογο και όχι να επικρατήσει η αρλουμπολογία, αμαθών και ημιμαθών.
Επίσης σχόλια που έχουν οποιεσδήποτε κομματικές προτροπές και κομματικοπολιτική προπαγάνδα, είναι ανεπιθύμητα.