Η καταγωγή της ποντιακής διαλέκτου από την ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής είναι γνωστή και αναμφισβήτητη, γεγονός το οποίο θεμελιώνεται όχι μόνο ιστορικά αλλά και γλωσσολογικά. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι η ποντιακή διάλεκτος συντηρεί απλώς λεκτικά λείψανα της ιωνικής, αλλά ότι συνδέεται ποικιλοτρόπως με την αρχαία ελληνική, όπως αποδεικνύεται από πολλές εκφάνσεις της.
Γι’ αυτό, όσο καλά και να κατέχει την ποντιακή κάποιος, δεν μπορεί να αποκλείσει κατά τη διδασκαλία της όλα εκείνα τα σημεία που προέρχονται από την αρχαία ελληνική.
Πρώτα και κύρια, η αρχαία ελληνική είναι απαραίτητη για να οδηγηθούμε με ασφάλεια στην ετυμολογία των λέξεων.
Αν πιστεύει κάποιος ότι η ψιλή και η δασεία είναι παρωχημένα σύμβολα που εξυπηρετούσαν γλωσσικές ανάγκες άλλων εποχών, πώς θα ξεχωρίσει την «ὥρα» (=κατάλληλη εποχή) που γράφεται με δασεία από την «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) που γράφεται με ψιλή; Η πρώτη λέξη μαζί με το στερητικό «α» μας δίνει στην ποντιακή τον «άγουρο» (=ο νέος, ο άντρας), ενώ η λέξη «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) μας δίνει το παράγωγο στην ποντιακή ρήμα «ωράζω» και «εράζω».
Άλλωστε, και στην κοινή νεοελληνική οι δασείες υπάρχουν και καθορίζουν τη μορφή πολλών λέξεων. Λέμε «ανθυγιεινός», γιατί η λέξη «υγεία» γράφεται με δασεία και αυτό προκαλεί δάσυνση του «τ» της πρόθεσης «αντί» σε «θ», και «αφαίρεση», γιατί το «αιρώ» δασύνεται και προκαλεί τη δάσυνση του «π» της πρόθεσης «από» σε «φ». Επομένως, μόνο ως επιπόλαιες κι επιφανειακές προσεγγίσεις κρίνονται όσες θεωρούν την κοινή νεοελληνική αποκομμένη από την αρχαία ελληνική.
Ακόμη και στην ερμηνεία των ρημάτων της ποντιακής η γνώση της αρχαίας ελληνικής είναι επιβεβλημένη. Πώς θα εξηγήσει ο διδάσκων την ποντιακή ότι το «έγκα» δεν είναι μόνο ο ιωνικός αόριστος «ήνεικα» του ρήματος «φέρω» αλλά και ο αόριστος του ρήματος «εβγάλλω» και των σύνθετων «επεβγάλλω» και «παρεβγάλλω», που μετατρέπονται αντίστοιχα σε «εξέγκα», «επεξέγκα» και «επαρεξέγκα»;
Η ερμηνεία των ρημάτων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, όχι μόνο για όσα στοιχεία προέρχονται από την αρχαία ελληνική, αλλά και για να μην παρασυρθεί κανείς και μπερδέψει τη σημασία του ίδιου ρήματος, όταν στην ποντιακή διαφέρει από τη νεοελληνική.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε το ρήμα «αποπαίρνω», που στη νεοελληνική σημαίνει «μιλώ απότομα, ψέγω», ενώ στην ποντιακή «αποπαίρω» σημαίνει «καταλαβαίνω, εννοώ, νιώθω» (Άνθιμος Παπαδόπουλος, Ιστορικόν Λεξικόν Ποντικής Διαλέκτου). Γι’ αυτό η ερμηνεία των ρημάτων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και όχι απευθείας την ταύτιση της ερμηνείας τους με αυτήν της κοινής νεοελληνικής.
Ο παραλληλισμός της ποντιακής με την κοινή νεοελληνική και η ερμηνεία της ποντιακής αποκλειστικά και μόνο με βάση τους κανόνες της νεοελληνικής είναι πέρα για πέρα ακατάλληλη και μαρτυρά την προκρούστεια διάθεση ανθρώπων που δεν γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα στη διαχρονία της.
Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να επιβάλουμε στους ομιλητές των διαφορετικών ιδιωμάτων της ποντιακής τους κανόνες της νεοελληνικής για το τελικό -ν. Για τη χρήση του τελικού -ν στα ποντιακά κάνει λόγο ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στη Γραμματική του, αναφέροντας τα ιδιώματα που το κρατούν και τα ιδιώματα που το αποβάλλουν. Η επιβολή ενός γενικού κανόνα για τους ομιλητές της ποντιακής συνιστά παραποίηση και διαστρέβλωση και θα οδηγήσει σε συγχύσεις, όπως η αποβολή του τελικού -ν στα αρσενικά προκαλούσε σύγχυση για το γένος του ουσιαστικού. Γι’ αυτό ακούγονται τύποι στον πληθυντικό όπως «τα φάκελα», από ομιλητές κυρίως προηγούμενων γενεών, που είχαν μάθει από το γλωσσικό τους περιβάλλον πως τα αρσενικά κρατούν το -ν.
Η παρερμηνεία ήταν εύλογη, αφού θεωρούσαν πως το ουσιαστικό «το φάκελο» έχει πληθυντικό «τα φάκελα»!
Η εξομοίωση της ποντιακής με την κοινή νεοελληνική είναι καταδικαστέα για έναν επιπλέον λόγο. Καθεμιά χρησιμοποιήθηκε για διαφορετικούς σκοπούς κι επιτέλεσε διαφορετικούς ρόλους. Στην περίπτωση της ποντιακής έχουμε μια διάλεκτο που διασώζει τόσο αρχαία όσο και μεσαιωνικά στοιχεία της ελληνικής γλώσσας, αποτελώντας μια παρακαταθήκη αιώνων. Απεναντίας, η κοινή νεοελληνική, έχοντας τα θεμέλιά της στα πελοποννησιακά ιδιώματα λόγω της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους σ’ εκείνα τα εδάφη, ήταν χρήσιμη για έναν ακόμη λόγο: «Γεννημένη στην καρδιά της παλιάς Ελλάδας και έχοντας έτσι με την κεντρική γεωγραφική της θέση διάμεσο γλωσσικό τύπο ανάμεσα στα γύρω της ιδιώματα, της Ρούμελης και των δυτικών, νότιων και ανατολικών νησιών, παρουσιαζόταν από πριν σαν διάμεσος συμβιβαστικός τύπος στις γλωσσικές τους διαφορές» (Μανόλης Τριανταφυλλίδης, Νεοελληνική Γραμματική, τόμ. 3, «Ιστορική Εισαγωγή»).
«Η γλώσσα είναι ένα από τα αναπαλλοτρίωτα του έθνους κτήματα» αναφέρει ο πάντα επίκαιρος Αδαμάντιος Κοραής. Γι’ αυτό ας αντισταθούμε σε κάθε μορφή αλλοτρίωσης και να μην βαφτίζουμε συλλήβδην οποιονδήποτε νεοτερισμό «γλωσσική αλλαγή». Είναι το μόνο στοιχείο της παράδοσής μας που αν χαθεί, δεν έχει δρόμο επιστροφής.
Αρχοντούλα Κωνσταντινίδου
Φιλόλογος
http://www.pontos-news.gr/
Η γλώσσα δεν είναι μόνο μέσο επικοινωνίας. Δεν χρησιμεύει μόνο για να μιλούν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Είναι ο τρόπος που βλέπει κανείς τον κόσμο ολόκληρο. Οι λέξεις, οι συλλαβές, τα φωνήεντα είναι ο αντίλαλος από το παρελθόν. Αποτελούν παράθυρο στις δράσεις των ανθρώπων που προηγήθηκαν, δίνουν πρόσβαση σε πολιτισμό και νοοτροπία. Αποτυπώνουν ιστορικές διαδρομές, κοινωνικές διεργασίες αιώνων, μαρτυρούν ταυτότητα.
Υπό αυτή την έννοια, ο Πόντος μάς έχει προσφέρει κάτι εξαιρετικά πολύτιμο.
Σε άλλον γεωγραφικό χώρο, «απομονωμένος» από τις γλωσσικές διεργασίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, μας διέσωσε μια γλώσσα με χαρακτηριστικά πανάρχαια. Πλήθος χαρακτηριστικών του, προφοράς και γλωσσικών τύπων, μας μεταφέρουν πίσω στο χρόνο.
Η διατήρηση της αρχαίας προφοράς του «η» ως «ε» επιβίωσε. Είναι πεγάδι αντί για πηγάδι και άκλερος αντί άκληρος. Ζελεύω αντί ζηλεύω. Το ίδιο και η προφορά του «ω» ως «ο». Το κουδούνι είναι «κώδων», το κάρβουνο είναι «καρβώνι», το ζουμί «ζωμίν», το τραγούδι «τραγωδία» και το λουρί «λωρίν».
Τα ιωνικά κατάλοιπα φαίνονται και στη χρήση των ψιλών συμφώνων (κ, π, τ) αντί δασέων (χ, φ, θ): ασπαλίζω αντί ασφαλίζω, ουκί αντί ουχί.
Ακόμα η διατήρηση της αρχαίας κατάληξης της προστακτικής των ρημάτων σε -ον. Γράψον αντί γράψε, άψον (από άφτω) αντί άναψε, λύσον αντί λύσε. Ο κατάλογος των λέξεων ατελείωτος. Για παράδειγμα:
Τα παραδείγματα πολλά και άλλοι αρμοδιότεροι από μένα τα έχουν καταγράψει με επιστημονικό τρόπο. Η ουσία αυταπόδεικτη: ο Πόντος διέσωσε έναν γλωσσικό πλούτο, είναι ένα παράθυρο σε μια ωραία γλώσσα που πρέπει να μείνει ζωντανή. Γιατί μόνο ο θάνατος της γλώσσας ορίζει την οριστική ήττα ενός πληθυσμού και ενός πολιτισμού.
Σταύρος Παπαντωνίου
Πηγή: kathimerini.gr.
Δείγματα περί του ενιαίου και αδιαιρέτου της ελληνικής φυλής μέσα από τη δημοτική μας ποίηση δίνει ο ερευνητής (συνταξιούχος εκπαιδευτικός) Διαμαντής Λαζαρίδης μέσα από τη σελίδα του στο facebook.
«Το ελάφι και ο Ήλιος»
Τρέχουν τ' αλάφια στα βουνά, τρέχουν τ’ αλαφομόσχια.
Μια αλαφίνα ταπεινή δεν πάγει με τα άλλα...
Ο Ήλιος την απάντησε, στέκει και την ρωτάει:
– Τι έχεις αλαφίνα μου; δεν πας και συ με τ’ άλλα;
– Ήλιε μου, σαν μ’ ερώτησες, να σου ομολογήσω.
Δώδεκα χρόνους έκαμα, στείρα δίχως μοσχάρι,
Κι από τους δώδεκα κι εμπρός απόχτησα μοσχάρι.
Το έθρεψα, τ’ ανάθρεψα, το ’καμα δύο χρόνων,
και κυνηγός τ’ απάντησε, ρίχνει και το σκοτώνει...
(έπονται κατάρες)
«Τ’ αγρέλαφον»
Έναν ελάφ’ αγρέλαφον κι αγρελαφούλας μάνα
ουδέ βοσκήν πα βόσκεται ουδέ νόσον άρ’ παίρει.
– Κι άρ’ ντ’ έπαθες αγρέλαφον κι αγρελαφούλας μάνα,
κι ουδέ βοσκήν πα βόσκεσαι, ουδέ νόσον πα παίρεις;
– Δώδεκα χρόνων εγένουμνε κ’ έναν μουσκάρ' εποίκα,
εκλίστα κ’ εβόσκουμνε κ’ εκλέφτεν το μουσκάρι μ'.
– Σον Θ’ό σ’, σον Θ’ό σ’, νε κυνηγέ, πουδέν μουσκάρι μ' είδες;
– Εκείνο κι άλλα δώδεκα σ’ έναν μαχαίρ’ εσύρθαν,
σ’ έναν χαλκόν εψέθανε σ’ έναν τραπέζ’ εβάλθαν...
(έπονται κατάρες)
Το πρώτο ποίημα είναι από τη συλλογή του Γάλλου ιστορικού-φιλολόγου και φιλέλληνα Κλαύδιου Φοριέλ (1772-1844).Το τραγούδι αυτό «συνετέθη εις την μεσημβρινήν Ακαρνανίαν, όπου είναι ήδη από πολλών ετών διαδεδομένον μεταξύ του λαού», όπως μας πληροφορεί ο Φοριέλ.
Το δεύτερο ποίημα (στην ποντιακή εκδοχή του) είναι από τη συλλογή του Πόντιου διανοουμένου Παντελή Μελανοφρύδη (1885-1967). Το άκουσα να το τραγουδάει ο αείμνηστος Χρύσανθος.
Διαμαντής Λαζαρίδης
Ο Διαμαντής Λαζαρίδης απεβίωσε στις 29 Σεπτεμβρίου 2019 σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας πλούσια παρακαταθήκη.
πηγή: http://www.pontos-news.gr/
Γι’ αυτό, όσο καλά και να κατέχει την ποντιακή κάποιος, δεν μπορεί να αποκλείσει κατά τη διδασκαλία της όλα εκείνα τα σημεία που προέρχονται από την αρχαία ελληνική.
Πρώτα και κύρια, η αρχαία ελληνική είναι απαραίτητη για να οδηγηθούμε με ασφάλεια στην ετυμολογία των λέξεων.
Αν πιστεύει κάποιος ότι η ψιλή και η δασεία είναι παρωχημένα σύμβολα που εξυπηρετούσαν γλωσσικές ανάγκες άλλων εποχών, πώς θα ξεχωρίσει την «ὥρα» (=κατάλληλη εποχή) που γράφεται με δασεία από την «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) που γράφεται με ψιλή; Η πρώτη λέξη μαζί με το στερητικό «α» μας δίνει στην ποντιακή τον «άγουρο» (=ο νέος, ο άντρας), ενώ η λέξη «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) μας δίνει το παράγωγο στην ποντιακή ρήμα «ωράζω» και «εράζω».
Άλλωστε, και στην κοινή νεοελληνική οι δασείες υπάρχουν και καθορίζουν τη μορφή πολλών λέξεων. Λέμε «ανθυγιεινός», γιατί η λέξη «υγεία» γράφεται με δασεία και αυτό προκαλεί δάσυνση του «τ» της πρόθεσης «αντί» σε «θ», και «αφαίρεση», γιατί το «αιρώ» δασύνεται και προκαλεί τη δάσυνση του «π» της πρόθεσης «από» σε «φ». Επομένως, μόνο ως επιπόλαιες κι επιφανειακές προσεγγίσεις κρίνονται όσες θεωρούν την κοινή νεοελληνική αποκομμένη από την αρχαία ελληνική.
Ακόμη και στην ερμηνεία των ρημάτων της ποντιακής η γνώση της αρχαίας ελληνικής είναι επιβεβλημένη. Πώς θα εξηγήσει ο διδάσκων την ποντιακή ότι το «έγκα» δεν είναι μόνο ο ιωνικός αόριστος «ήνεικα» του ρήματος «φέρω» αλλά και ο αόριστος του ρήματος «εβγάλλω» και των σύνθετων «επεβγάλλω» και «παρεβγάλλω», που μετατρέπονται αντίστοιχα σε «εξέγκα», «επεξέγκα» και «επαρεξέγκα»;
Η ερμηνεία των ρημάτων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, όχι μόνο για όσα στοιχεία προέρχονται από την αρχαία ελληνική, αλλά και για να μην παρασυρθεί κανείς και μπερδέψει τη σημασία του ίδιου ρήματος, όταν στην ποντιακή διαφέρει από τη νεοελληνική.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε το ρήμα «αποπαίρνω», που στη νεοελληνική σημαίνει «μιλώ απότομα, ψέγω», ενώ στην ποντιακή «αποπαίρω» σημαίνει «καταλαβαίνω, εννοώ, νιώθω» (Άνθιμος Παπαδόπουλος, Ιστορικόν Λεξικόν Ποντικής Διαλέκτου). Γι’ αυτό η ερμηνεία των ρημάτων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και όχι απευθείας την ταύτιση της ερμηνείας τους με αυτήν της κοινής νεοελληνικής.
Ο παραλληλισμός της ποντιακής με την κοινή νεοελληνική και η ερμηνεία της ποντιακής αποκλειστικά και μόνο με βάση τους κανόνες της νεοελληνικής είναι πέρα για πέρα ακατάλληλη και μαρτυρά την προκρούστεια διάθεση ανθρώπων που δεν γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα στη διαχρονία της.
Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να επιβάλουμε στους ομιλητές των διαφορετικών ιδιωμάτων της ποντιακής τους κανόνες της νεοελληνικής για το τελικό -ν. Για τη χρήση του τελικού -ν στα ποντιακά κάνει λόγο ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στη Γραμματική του, αναφέροντας τα ιδιώματα που το κρατούν και τα ιδιώματα που το αποβάλλουν. Η επιβολή ενός γενικού κανόνα για τους ομιλητές της ποντιακής συνιστά παραποίηση και διαστρέβλωση και θα οδηγήσει σε συγχύσεις, όπως η αποβολή του τελικού -ν στα αρσενικά προκαλούσε σύγχυση για το γένος του ουσιαστικού. Γι’ αυτό ακούγονται τύποι στον πληθυντικό όπως «τα φάκελα», από ομιλητές κυρίως προηγούμενων γενεών, που είχαν μάθει από το γλωσσικό τους περιβάλλον πως τα αρσενικά κρατούν το -ν.
Η παρερμηνεία ήταν εύλογη, αφού θεωρούσαν πως το ουσιαστικό «το φάκελο» έχει πληθυντικό «τα φάκελα»!
Η εξομοίωση της ποντιακής με την κοινή νεοελληνική είναι καταδικαστέα για έναν επιπλέον λόγο. Καθεμιά χρησιμοποιήθηκε για διαφορετικούς σκοπούς κι επιτέλεσε διαφορετικούς ρόλους. Στην περίπτωση της ποντιακής έχουμε μια διάλεκτο που διασώζει τόσο αρχαία όσο και μεσαιωνικά στοιχεία της ελληνικής γλώσσας, αποτελώντας μια παρακαταθήκη αιώνων. Απεναντίας, η κοινή νεοελληνική, έχοντας τα θεμέλιά της στα πελοποννησιακά ιδιώματα λόγω της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους σ’ εκείνα τα εδάφη, ήταν χρήσιμη για έναν ακόμη λόγο: «Γεννημένη στην καρδιά της παλιάς Ελλάδας και έχοντας έτσι με την κεντρική γεωγραφική της θέση διάμεσο γλωσσικό τύπο ανάμεσα στα γύρω της ιδιώματα, της Ρούμελης και των δυτικών, νότιων και ανατολικών νησιών, παρουσιαζόταν από πριν σαν διάμεσος συμβιβαστικός τύπος στις γλωσσικές τους διαφορές» (Μανόλης Τριανταφυλλίδης, Νεοελληνική Γραμματική, τόμ. 3, «Ιστορική Εισαγωγή»).
«Η γλώσσα είναι ένα από τα αναπαλλοτρίωτα του έθνους κτήματα» αναφέρει ο πάντα επίκαιρος Αδαμάντιος Κοραής. Γι’ αυτό ας αντισταθούμε σε κάθε μορφή αλλοτρίωσης και να μην βαφτίζουμε συλλήβδην οποιονδήποτε νεοτερισμό «γλωσσική αλλαγή». Είναι το μόνο στοιχείο της παράδοσής μας που αν χαθεί, δεν έχει δρόμο επιστροφής.
Αρχοντούλα Κωνσταντινίδου
Φιλόλογος
http://www.pontos-news.gr/
Η Ποντιακή διάλεκτος είναι ένας ιωνικός αντίλαλος από το παρελθόν
(Φωτ.: wikipedia.org) |
Η γλώσσα δεν είναι μόνο μέσο επικοινωνίας. Δεν χρησιμεύει μόνο για να μιλούν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Είναι ο τρόπος που βλέπει κανείς τον κόσμο ολόκληρο. Οι λέξεις, οι συλλαβές, τα φωνήεντα είναι ο αντίλαλος από το παρελθόν. Αποτελούν παράθυρο στις δράσεις των ανθρώπων που προηγήθηκαν, δίνουν πρόσβαση σε πολιτισμό και νοοτροπία. Αποτυπώνουν ιστορικές διαδρομές, κοινωνικές διεργασίες αιώνων, μαρτυρούν ταυτότητα.
Υπό αυτή την έννοια, ο Πόντος μάς έχει προσφέρει κάτι εξαιρετικά πολύτιμο.
Σε άλλον γεωγραφικό χώρο, «απομονωμένος» από τις γλωσσικές διεργασίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, μας διέσωσε μια γλώσσα με χαρακτηριστικά πανάρχαια. Πλήθος χαρακτηριστικών του, προφοράς και γλωσσικών τύπων, μας μεταφέρουν πίσω στο χρόνο.
Η διατήρηση της αρχαίας προφοράς του «η» ως «ε» επιβίωσε. Είναι πεγάδι αντί για πηγάδι και άκλερος αντί άκληρος. Ζελεύω αντί ζηλεύω. Το ίδιο και η προφορά του «ω» ως «ο». Το κουδούνι είναι «κώδων», το κάρβουνο είναι «καρβώνι», το ζουμί «ζωμίν», το τραγούδι «τραγωδία» και το λουρί «λωρίν».
Τα ιωνικά κατάλοιπα φαίνονται και στη χρήση των ψιλών συμφώνων (κ, π, τ) αντί δασέων (χ, φ, θ): ασπαλίζω αντί ασφαλίζω, ουκί αντί ουχί.
Κατάλοιπο της ιωνικής διαλέκτου και ο τονισμός στην προπαραλήγουσα: άδελφε αντί αδελφέ. Ιωνική είναι και η διατήρηση του «σ»: σεύτλον αντί τεύτλον.Πλήθος αρχαϊκών τύπων διασώζονται, όπως η διατήρηση της κατάληξης της ονομαστικής των ουδετέρων ονομάτων σε -ίον: χωρίον αντί χωριό. Ή λέξεις που στη νέα ελληνική αντικαταστάθηκαν, χάθηκαν ή εξελίχθηκαν: Όθεν αντί όπου, λακτίζω αντί κλοτσάω, κρούω αντί χτυπώ, ριγώ αντί κρυώνω, λώπη αντί ρούχο, ωτίν αντί αυτί, άφ’ς από την προστακτική «άφες» του αφίημι, άβρωτος αυτός που δεν τρώγεται, και παλαλός από τη μετοχή απολωλώς του ρήματος απόλλυμαι (χάνομαι), ξύγαλαν αντί γιαούρτι, αυτούσιο το καλλύνω (ομορφαίνω) που στα νέα ελληνικά επέζησε μόνο στα καλλυντικά.
Ακόμα η διατήρηση της αρχαίας κατάληξης της προστακτικής των ρημάτων σε -ον. Γράψον αντί γράψε, άψον (από άφτω) αντί άναψε, λύσον αντί λύσε. Ο κατάλογος των λέξεων ατελείωτος. Για παράδειγμα:
- Το λίστρον είναι το σκαπτικό εργαλείο, από το αρχαίο λιστρεύω (σκάπτω).
- Το χάταλον το μωρό από το αρχαίο «αταλόν» που σημαίνει τρυφερός.
- Ο λίβος η σταγόνα, από το αρχαίο λείβω που σημαίνει στάζω.
- Χρα το δέρμα. «Τρέπετε χρως» δηλαδή έχασε το χρώμα του, λέει ο Όμηρος.
Τα παραδείγματα πολλά και άλλοι αρμοδιότεροι από μένα τα έχουν καταγράψει με επιστημονικό τρόπο. Η ουσία αυταπόδεικτη: ο Πόντος διέσωσε έναν γλωσσικό πλούτο, είναι ένα παράθυρο σε μια ωραία γλώσσα που πρέπει να μείνει ζωντανή. Γιατί μόνο ο θάνατος της γλώσσας ορίζει την οριστική ήττα ενός πληθυσμού και ενός πολιτισμού.
Σταύρος Παπαντωνίου
Πηγή: kathimerini.gr.
Το ελάφι και ο Ήλιος – Τ’ αγρέλαφον: Ένα ποίημα σε δύο εκδοχές, στα νέα ελληνικά και στην ποντιακή διάλεκτο
Δείγματα περί του ενιαίου και αδιαιρέτου της ελληνικής φυλής μέσα από τη δημοτική μας ποίηση δίνει ο ερευνητής (συνταξιούχος εκπαιδευτικός) Διαμαντής Λαζαρίδης μέσα από τη σελίδα του στο facebook.
«Το ελάφι και ο Ήλιος»
Τρέχουν τ' αλάφια στα βουνά, τρέχουν τ’ αλαφομόσχια.
Μια αλαφίνα ταπεινή δεν πάγει με τα άλλα...
Ο Ήλιος την απάντησε, στέκει και την ρωτάει:
– Τι έχεις αλαφίνα μου; δεν πας και συ με τ’ άλλα;
– Ήλιε μου, σαν μ’ ερώτησες, να σου ομολογήσω.
Δώδεκα χρόνους έκαμα, στείρα δίχως μοσχάρι,
Κι από τους δώδεκα κι εμπρός απόχτησα μοσχάρι.
Το έθρεψα, τ’ ανάθρεψα, το ’καμα δύο χρόνων,
και κυνηγός τ’ απάντησε, ρίχνει και το σκοτώνει...
(έπονται κατάρες)
«Τ’ αγρέλαφον»
Έναν ελάφ’ αγρέλαφον κι αγρελαφούλας μάνα
ουδέ βοσκήν πα βόσκεται ουδέ νόσον άρ’ παίρει.
– Κι άρ’ ντ’ έπαθες αγρέλαφον κι αγρελαφούλας μάνα,
κι ουδέ βοσκήν πα βόσκεσαι, ουδέ νόσον πα παίρεις;
– Δώδεκα χρόνων εγένουμνε κ’ έναν μουσκάρ' εποίκα,
εκλίστα κ’ εβόσκουμνε κ’ εκλέφτεν το μουσκάρι μ'.
– Σον Θ’ό σ’, σον Θ’ό σ’, νε κυνηγέ, πουδέν μουσκάρι μ' είδες;
– Εκείνο κι άλλα δώδεκα σ’ έναν μαχαίρ’ εσύρθαν,
σ’ έναν χαλκόν εψέθανε σ’ έναν τραπέζ’ εβάλθαν...
(έπονται κατάρες)
Το πρώτο ποίημα είναι από τη συλλογή του Γάλλου ιστορικού-φιλολόγου και φιλέλληνα Κλαύδιου Φοριέλ (1772-1844).Το τραγούδι αυτό «συνετέθη εις την μεσημβρινήν Ακαρνανίαν, όπου είναι ήδη από πολλών ετών διαδεδομένον μεταξύ του λαού», όπως μας πληροφορεί ο Φοριέλ.
Το δεύτερο ποίημα (στην ποντιακή εκδοχή του) είναι από τη συλλογή του Πόντιου διανοουμένου Παντελή Μελανοφρύδη (1885-1967). Το άκουσα να το τραγουδάει ο αείμνηστος Χρύσανθος.
Διαμαντής Λαζαρίδης
Ο Διαμαντής Λαζαρίδης απεβίωσε στις 29 Σεπτεμβρίου 2019 σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας πλούσια παρακαταθήκη.
πηγή: http://www.pontos-news.gr/
0 Σχόλια
Σχόλια που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς όχι μόνο για το ιστολόγιο, θα διαγράφονται αμέσως.
EmojiΣχόλια που περιέχουν εμπάθεια σε ό,τι δεν σας αρέσει επειδή έτσι μάθατε ότι έτσι είναι τα πράματα, θα διαγράφονται για έναν εποικοδομητικό διάλογο και όχι να επικρατήσει η αρλουμπολογία, αμαθών και ημιμαθών.
Επίσης σχόλια που έχουν οποιεσδήποτε κομματικές προτροπές και κομματικοπολιτική προπαγάνδα, είναι ανεπιθύμητα.