200 χρόνια μετά, κανείς στην Ελλάδα δεν μιλάει για τους εκ Κύπρου Νεομάρτυρες επί Τουρκοκρατίας


Οι νεομάρτυρες αποτέλεσαν ανάχωμα στον αφελληνισμό επί Τουρκοκρατίας

Υπέρμαχοι της ελευθερίας, της εκκλησίας και της πατρίδας

*Της Χρυστάλλας Αγάθωνος

Οι Νεομάρτυρες αποτελούν μια συγκεκριμένη ομάδα αγίων, οι οποίοι έχουν ως κοινό στοιχείο την επιβολή μαρτυρίων από τον Τούρκο κατακτητή, ως συνέπεια της επιμονής τους προς την ορθόδοξη πίστη, και παράλληλα της άρνησης τους για ασπασμό του Ισλάμ[1]. Ως Νεομάρτυρες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν όσοι μαρτύρησαν υπέρ της πίστης του Χριστού από το 1453, όταν η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε από τον Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή, μέχρι και το α’ τέταρτο του 20ου αιώνα, οπότε ο ελληνικός πληθυσμός της Μικράς Ασίας και του Πόντου βίωσε τον ξεριζωμό, τον διωγμό και το μαρτύριο από τους πρόγονους της Υψηλής Πύλης[2]. Η καθιέρωση του όρου Νεομάρτυς οφείλεται στον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο οποίος στο έργο του Νέον Μυρτολόγιον διακήρυξε ότι από το 1453 και εξής, όποιος μαρτυρούσε υπέρ της πίστεως του Χριστού, θα αξιωνόταν με τον τίτλο Νεομάρτυρας[3]. Τα ιστορικά στοιχεία για τον βίο και το μαρτύριο των περισσοτέρων Νεομαρτύρων είναι ανεπαρκή, με αποτέλεσμα ο ακριβής αριθμός τους να μην είναι υπολογίσιμος[4]. Ο Καισάριος Δαπόντες, λόγιος μοναχός του 18ου αιώνα, υπολογίζει ότι οι Νεομάρτυρες της περιόδου της Τουρκοκρατίας ξεπερνούσαν τους χίλιους σε αριθμό[5].

Σύμφωνα με τον Κωστή Κοκκινόφτα[6] «οι Νεομάρτυρες αναλόγως του τρόπου και των συνθηκών του μαρτυρίου τους εντάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες». Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται όσοι ασπάστηκαν το Ισλάμ, εκούσια ή ακούσια, μετανόησαν και έπειτα επέστρεψαν στην ορθόδοξη πίστη, την οποίαν ομολόγησαν και δημόσια. Σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, η ποινή για όποιον εγκατέλειπε τον Μωαμεθανισμό ήταν η άμεση θανάτωση. Η δεύτερη κατηγορία μαρτύρων περιλαμβάνει αυτούς που προτίμησαν το μαρτύριο από την απάρνηση της ορθόδοξης πίστης. Η τρίτη ομάδα Νεομαρτύρων περιλαμβάνει αυτούς που θανατώθηκαν ως επαναστάτες κατά της οθωμανικής κυριαρχίας. Σε αυτή την κατηγορία ανήκαν κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί με ενεργό δράση στα επαναστατικά κινήματα[7]. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι Αθανάσιος Διάκος, ο Παπαφλέσσας και άλλοι. Σε αυτήν την κατηγορία Νεομαρτύρων εντάσσεται και ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, θανατωθείς την 9η Ιουλίου 1821. Η τέταρτη κατηγορία Νεομαρτύρων περιλαμβάνει τους λεγόμενους εξ Αγαρηνών Νεομάρτυρες, δηλαδή αυτούς που από το Ισλάμ μεταστράφηκαν στον Χριστιανισμό. Η μεταστροφή αυτή τους οδήγησε και στο μαρτύριο[8]. Πρόσφατα στοιχεία έφεραν στο φως και άλλες περιπτώσεις Νεομαρτύρων, των οποίων ο μαρτυρικός θάνατος διατηρήθηκε στη μνήμη των Χριστιανών από την τοπική προφορική παράδοση. Οι διάκονοι της μονής του Αγίου Μάμαντος Μόρφου συγκαταλέγονται στους πρόσφατα αναγνωρισθέντες Νεομάρτυρες[9].

Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η γνωστοποίηση του βίου και του μαρτυρίου των Κύπριων Νεομαρτύρων της περιόδου της Τουρκοκρατίας, ως επίσης και η ανάδειξη της συμβολής τους στη διατήρηση της Ελληνορθόδοξης συνείδησης των Ελλήνων της Κύπρου[10].

Άγιος Ιωάννης (;- 1745)

Ο Άγιος Ιωάννης είναι ο πρώτος σε αρχαιότητα μάρτυρας, του οποίου ο θάνατος έλαβε χώρα τον Οκτώβριο του 1745. Οι πληροφορίες μας για την παιδική του ηλικία, καθώς και ο τρόπος και ο τόπος του μαρτυρίου του, είναι περιορισμένες[11]. Η μόνη πηγή πληροφόρησης για την ύπαρξη και το μαρτύριο του Άγιου Ιωάννη είναι μια τοιχογραφία στον νάρθηκα της μονής Ξηροποτάμου Αγίου Όρους. Η τοιχογραφία με επιγραφή Ιωάννης ο Κύπριος παρουσιάζει τον άγιο, μεταξύ άλλων Νεομαρτύρων, να κρατεί στο χέρι σταυρό, φέρει δε ενδύματα της περιόδου της τουρκοκρατίας[12]. Δεν γνωρίζουμε πότε εορτάζεται ο Άγιος Ιωάννης λόγω των περιορισμένων γνωστών πληροφοριών για την ζωή του.

Άγιος Γεώργιος (;- 1752)

Ο Άγιος Γεώργιος σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη[13], μαρτύρησε στην Πτολεμαΐδα της Παλαιστίνης, στις 23 Απριλίου του 1752. Για την παιδική του ηλικία, τη μόρφωση και τους γονείς του δεν έχουμε επαρκείς πληροφορίες. Ωστόσο, αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι σε νεαρή ηλικία μετέβη από την Κύπρο στην Πτολεμαΐδα, όπου και εργαζόταν σε κάποιο ευρωπαϊκό προξενείο. Μεταξύ άλλων καθηκόντων του ήταν και αυτό του φροντιστή τροφίμων. Ο Γεώργιος συναλλασσόταν με τους κατοίκους της περιοχής για την εξασφάλιση ειδών πρώτης ανάγκης για το προξενείο. Ανάμεσα στους προμηθευτές, ήταν και μια Τουρκάλα κάτοικος της πόλης, από την οποία προμηθευόταν αυγά. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τον φθόνο άλλων γυναικών από τις οποίες ο Γεώργιος δεν προμηθευόταν παρόμοια αγαθά. Ο φθόνος των γυναικών αυτών είχε ως αποτέλεσμα να κατηγορηθεί άδικα ο Γεώργιος ότι προσπάθησε να αποπλανήσει τη νεαρή κοπέλα όταν μια μέρα επισκέφθηκε το σπίτι της κατά την απουσία της μητέρας της[14].

Ο Γεώργιος παρά την άρνησή του για τις αβάσιμες κατηγορίες θεωρήθηκε ένοχος, αφού Τούρκοι μάρτυρες έδιναν διαφορετική εκδοχή για τα γεγονότα. Ο δικαστής εφάρμοσε μια ειδική αρχή, η οποία έδινε το δικαίωμα σε όποιον Χριστιανό καταδικαζόταν να απαλλαγεί από την κατηγορία που του είχαν προσάψει αν ασπαζόταν το Ισλάμ. Μάλιστα τον προέτρεψε αφού απαρνηθεί τη χριστιανική του πίστη, να νυμφευτεί την κοπέλα. Ο Γεώργιος αρνήθηκε την πρόταση του δικαστή και ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Τότε οι Τούρκοι τον περικύκλωσαν και τον οδήγησαν σε μια πλατεία κοντά στην θάλασσα. Αφού τον κακοποίησαν, εν τέλει τον πυροβόλησαν. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο τάφος του Γεωργίου απέκτησε φήμη θαυματουργικών φανερώσεων και θεραπείας πολλών ασθενειών[15].

Τον Μάρτιο του 1963, έπειτα από προσωπική παράκληση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ και με την προσωπική πρωτοβουλία του Σταβρωβουνιώτη μοναχού Νίκανδρου, πραγματοποιήθηκε η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου. Τα λείψανα του Αγίου μεταφέρθηκαν κατ’ αρχάς στον καθεδρικό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Λευκωσία και στη συνέχεια στον ναό του Αγίου Γεωργίου στον Άγιο Δομέτιο. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Απριλίου, οπότε και συνεορτάζεται με τον Άγιο Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο[16].

Άγιος Πολύδωρος (;- 1794)

Ο Άγιος Πολύδωρος είναι ο μόνος από τους Κύπριους Νεομάρτυρες για τον οποίον σώζονται τα περισσότερα βιογραφικά στοιχεία. Ο Άγιος Πολύδωρος γεννήθηκε στη Λευκωσία από ευσεβείς γονείς. Έξυπνος, δημιουργικός και πολυμαθής, γνώστης της ελληνικής, της αραβικής, της τούρκικης και της γαλλικής γλώσσας, διέπρεψε στον τομέα του εμπορίου[17].

Στην Αίγυπτο, σε ένα από τα επαγγελματικά του ταξίδια το 1793, κατόπιν ζάλης και μέθης, πήρε την απόφαση να ασπαστεί το Ισλάμ. Τις επόμενες μέρες, νιώθοντας τύψεις για την πράξη του, μετέβη στη Βηρυτό όπου και εξομολογήθηκε στον τοπικό επίσκοπο. Ο Επίσκοπος τον συμβούλεψε να ασκητέψει σε κάποιο μοναστήρι του Λιβανίου Όρους για την περίοδο του Πάσχα του 1794 κι έπειτα να επιστρέψει στην Βηρυτό για να τον χρίσει με Άγιο Μύρο, δείγμα της συγχώρεσης και της επιστροφής του στους κόλπους της Εκκλησίας. Ο Άγιος φοβούμενος για την ζωή του Επισκόπου σε περίπτωση που οι Τούρκοι πληροφορούνταν για τις συμβουλές του προς το πρόσωπό του, αποφάσισε να μεταβεί στην Πτολεμαΐδα, με σκοπό να ομολογήσει σε εκείνη την πόλη την μετάνοια και την πίστη του στον Χριστό. Ο μητροπολίτης ωστόσο του ανέφερε ότι σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση η ομολογία έπρεπε να γίνει στον τόπο της άρνησης, εννοώντας την Αίγυπτο[18].

Στον δρόμο της επιστροφής προς την Αίγυπτο ο άγιος αντιμετώπισε αρκετές δυσκολίες και αντιξοότητες, με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να επιστρέψει στην Αίγυπτο αλλά να καταλήξει στο νησί της Χίου στις 11 Ιουλίου του 1794[19]. Στη Χίο αποφασισμένος να μετανοήσει, κατέφυγε σε κάποιον πνευματικό γέροντα για να προετοιμαστεί καλύτερα για το μαρτύριο με νηστεία, προσευχή, παρακλήσεις στη Θεοτόκο και ανάγνωση πολλών βιβλίων, κυρίως μαρτύρια άλλων αγίων. Αφού κοινώνησε και χρίσθηκε με το Άγιο Μύρο, ήταν έτοιμος πλέον να αντιμετωπίσει τους κατακτητές[20].

Στις 25 Αυγούστου αναχώρησε για τη Νέα Έφεσο της Μικράς Ασίας. Αμέσως μετά την άφιξή του στη Νέα Έφεσο, ο Πολύδωρος κατέφυγε στον Μουφτή από τον οποίον ζήτησε και πήρε απόφαση ότι είναι νόμιμο για κάποιον αν του δώσουν κάτι που δεν αξίζει να το επιστρέψει πίσω, εννοώντας τη μουσουλμανική πίστη. Στη συνέχεια μετέβη στον Καδή, στον οποίον ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Ο Καδής τον προέτρεψε να εγκαταλείψει την Έφεσο και να υπάγει σε όποιο μέρος επιθυμούσε για να ζήσει όπως θέλει. Ο Πολύδωρος όμως επέμενε να ομολογεί την πίστη του στον Χριστό και να αρνείται το Ισλάμ. Ο Καδής τότε διέταξε να τον φυλακίσουν μέχρι την επόμενη μέρα που επρόκειτο να παρουσιαστεί μπροστά στα επίσημα πρόσωπα της πόλης. Παρά τις προσφορές του σε πλούτη και τιμές, ο Άγιος Πολύδωρος αρνιόταν κατηγορηματικά να ασπαστεί ξανά το Ισλάμ. Η άρνηση του τον οδήγησε και πάλι στη φυλακή, όπου υπεβλήθη σε φρικτά βασανιστήρια[21].

Απαγχονίστηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1795, επέτρεψαν δε την ταφή του μετά από τρεις μέρες, αφήνοντας το σώμα του στην αγχόνη. Η κάρα του Αγίου μεταφέρθηκε στην Κύπρο το 1968 κατόπιν ενεργειών του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Σεπτεμβρίου, ημέρα του μαρτυρίου του[22].

Άγιος Μιχαήλ (;- 1835)

Ο Άγιος Μιχαήλ μαρτύρησε στη Μάκρη της Θράκης στις 6 Απριλίου του 1835 μαζί με άλλους τέσσερις εκ Σαμοθράκης, τους Γεώργιο, Μανουήλ, Θεόδωρο και Γεώργιο τον νεότερο[23].

Μοναδική πηγή πληροφόρησης για το μαρτύριο των Νεομαρτύρων αποτελεί το έργο του μοναχού Ιακώβου Ιβηρίτου, μετοχειαρίτου στον Άγιο Αθανάσιο Σαμοθράκης το 1843. Το έργο φέρει τον τίτλο Διηγηματικός και Εγκωμιαστικός λόγος εις τους Αγίους πέντε νεομάρτυρας, εκ Σαμοθράκης[24]. Οι πληροφορίες για τη ζωή του Αγίου είναι λιγοστές, άγνωστος είναι ακόμη και ο λόγος αναχώρησής του από την Κύπρο προς τη Σαμοθράκη.

Το 1821, στην προσπάθειά του να σωθεί από τις σφαγές που διενέργησαν τότε οι Τούρκοι στη Σαμοθράκη, εξισλαμίστηκε μαζί με τους άλλους τέσσερις προαναφερθέντες[25]. Μετά το τέλος της επανάστασης οι πέντε εξωμότες επέστρεψαν στην Σαμοθράκη, και αφού επανήλθαν στην ορθόδοξη πίστη, ενώθηκαν με τους υπόλοιπους Χριστιανούς του νησιού. Η πράξη αυτή, σύμφωνα με τις οθωμανικές αρχές προνοούσε θάνατο. Μάταια οι Χριστιανοί του νησιού τούς συμβούλευαν να αναχωρήσουν προς τις ελεύθερες περιοχές της Ελλάδας, όπου δεν θα κινδύνευαν, ωστόσο οι πέντε νέοι επέλεξαν να παραμείνουν στη Σαμοθράκη. Το γεγονός αυτό έγινε γνωστό και στους Τούρκους του νησιού, με αποτέλεσμα να συλληφθούν από τον διοικητή της περιοχής για να εφαρμοστεί ο ισλαμικός νόμος[26].

Οι Χριστιανοί του νησιού δωροδοκούσαν τον εκάστοτε διοικητή στην προσπάθεια τους να σώσουν τη ζωή των πέντε νέων. Η ίδια πράξη επαναλαμβανόταν μέχρι που τοποθετήθηκε στη Μάκρη, πόλη της Θράκης κοντά στην Αλεξανδρούπολη, ένας νέος διοικητής σκληρότερος από τους προηγούμενους. Αυτός λοιπόν, αφού τους συνέλαβε, προσπάθησε να τους πείσει να παρουσιαστούν δημόσια ως μουσουλμάνοι. Ωστόσο, κατόπιν δωροδοκίας από τους Χριστιανούς, αφέθηκαν ελεύθεροι. Αργότερα, ο Τζελάλ μπέης, ανέλαβε καθήκοντα νέου διοικητή στη Μάκρη. Συνωμοτώντας με τον προκάτοχο της θέσης του, Απτηραχμάν, οι Νεομάρτυρες συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές της Μάκρης. Ο Τζελάλ μπέης ζήτησε έγκριση από τον διοικητή της επαρχίας του, Βασάφ εφένδη, ο οποίος έδρευε στην Κωνσταντινούπολη να τους θανατώσει. Έπειτα από 23 μέρες φυλάκισης και μαρτυρίων το αίτημα του διοικητή εγκρίθηκε[27].

Στις 6 Απριλίου 1835 οι δήμιοι οδήγησαν τον Άγιο Μιχαήλ στη μέση του παζαριού και τον τεμάχισαν με τα ξίφη τους. Οι υπόλοιποι Άγιοι βίωσαν τον θάνατο με παρόμοιο τρόπο. Τα λείψανα τους ενταφιάστηκαν από τους Χριστιανούς σε κοινό μέρος, όπου έγιναν και θαύματα κατά τη Χριστιανική παράδοση. Άσχημο τέλος είχαν και όσοι συμμετείχαν στον βίαιο θάνατο των αγίων. Ο ένας εκ των δύο δήμιων πέθανε τρεις μέρες μετά από τον θάνατο των αγίων από την πανώλη, ενώ ένας άλλος δήμιος αρρώστησε με αποτέλεσμα να παραμορφωθεί το πρόσωπό του[28].

Η επίσημη διακήρυξη της αγιότητας των Νεομαρτύρων έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 17 Μαΐου του 1985 και η μνήμη τους ορίστηκε να τιμάται την Κυριακή του Θωμά. Τα λείψανά τους φυλάσσονται στον καθεδρικό ναό της Σαμοθράκης[29].

Άγιος Ιωνάς (;- 19ος αιώνας)

Το μαρτύριο και ο θάνατος του Ιωνά χρονολογείται στην ύστερη περίοδο της Τουρκοκρατίας στην Κύπρο[30]. Με καταγωγή το χωριό της Κυθρέας, ήταν αρραβωνιασμένος με μια νεαρή κοπέλα την Βαρβάρα, από το χωριό Άσσια της κεντρικής Μεσαορίας. Ο γάμος των δύο νέων αποφασίστηκε να τελεστεί στην Άσσια, ενώ αργότερα θα μετέβαιναν στο χωριό του Ιωνά για να διαμείνουν ως παντρεμένο ζευγάρι. Στο δρόμο της επιστροφής προς το χωριό του Ιωνά, οι Τούρκοι του Τσιφλικιού της Άσσιας, σταμάτησαν το ζευγάρι με την δικαιολογία ότι οι χανούμισσες ήθελαν να δουν την νύμφη. Σκοπός τους δεν ήταν άλλος από το να ατιμάσουν την νεαρή κοπέλα, όπως έπρατταν με τις νεόνυμφες χριστιανές κοπέλες. Ο Ιωνάς συνέχισε έφιππός το ταξίδι του με την Βαρβάρα, προσπαθώντας να τους αποφύγει. Η Βαρβάρα στο ταξίδι της καταδίωξης κατόρθωσε να πηδήσει από το άλογο και να κρυφτεί σε χωράφι με φυτείες σιταριού. Ο Ιωνάς όμως συνελήφθη από τους Τούρκους και θανατώθηκε με ανασκολοπισμό, κατόπιν της συνεχής του άρνησης για ασπασμό του Ισλάμ[31].

Σύμφωνα με τον αρχιμανδρίτη Φώτιο Ιωακείμ, «το πάθος του Ιωνά ενέχει όλα τα στοιχεία ενός κατά Χριστόν μαρτυρίου νεομάρτυρος»[32]. Η αγιοκατάταξή του επαφίεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Από τα λίγα τα οποία γράψαμε για τους πέντε Κύπριους Νεομάρτυρες, εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος το μέγεθος και τη σημασία του μαρτυρίου τους, τόσο για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και για το ελληνικό στοιχείο της Κύπρου. Οι Νεομάρτυρες με το αίμα του μαρτυρίου τους εδραίωσαν σε δύσκολες και δυσοίωνες εποχές για τον Ελληνισμό και τον Χριστιανισμό, την πίστη στον Θεό και την προσήλωση στην πατρίδα. Με το μαρτύριό τους συνέβαλαν τα μέγιστα στη διατήρηση της Ελληνορθόδοξης συνείδησης των Ρωμιών της Ανατολής. Πιστοί στον λόγο του Ευαγγελίου επαλήθευσαν τον λόγο του Κυρίου «μὴ φοβεῖσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματ. 10, 28).

[1]Κωστής Κοκκινόφτας, «Η συμβολή των Νεομαρτύρων και των Εθνομαρτύρων στη διατήρηση της Ελληνορθόδοξης συνείδησης των Κυπρίων», Επιστημονική Επετηρίς Κυπριακής Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών, Γ’ (1997) 137, όπου και η σχετική βιβλιογραφία

[2] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π, σ. 137

[3] Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, ομιλία με τίτλο «Οι Νεομάρτυρες», σελ.5 στον σύνδεσμο http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/serron_ist_2016.pdf [προσπελάστηκε 13 Ιανουαρίου 2021]

[4] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π, σ. 138.

[5] Μητροπολίτης κ. Θεολόγος, ό.π, σ.7

[6] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π, σ.138.

[7]Μητροπολίτης κ. Θεολόγος, ό.π, σ.9

[8] Μητροπολίτης κ. Θεολόγος, ό.π, σ. 9

[9] Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ, «Δύο άγνωστοι νεομάρτυρες του Χριστού: Ιωάννης ο εν Αλεξανδρεία και Ιωνάς ο εν Κύπρω», στο ηλεκτρονικό περιοδικό τμήματος θεολογίας Α.Π.Θ. «Σύνθεσις» τόμος 6, τεύχος 1, 2017. σ. 146

[10] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π, σ.140

[11] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π, σσ. 149-150

[12] Παρασκευάς Αγάθωνος, «Κύπριοι Νεομάρτυρες», στο Συλλογικό, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου: Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος – Νεομάρτυρες προάγγελοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Γένους, Ὕδρα 10-14 Νοεμβρίου 2000, Ιερά Μητρόπολις Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζήνας, Ύδρα 2007, σ. 476, όπου και η σχετική βιβλιογραφία

[13]Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Νέον Μαρτυρολόγιον, Αθήναι 1961, σσ. 136-137

[14] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 477

[15]Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 478

[16] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 479

[17] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σσ. 479- 482

[18] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σσ. 142-143

[19] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 483

[20] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σσ. 143

[21] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σσ. 483-484

[22] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 484

[23] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 487

[24] Παρασκευάς Αγάθωνος, ό.π., σ. 487

[25] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σ. 147

[26] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σ. 148

[27] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σ. 148

[28] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σ. 149

[29] Κωστής Κοκκινόφτας, ό.π., σ. 149

[30] Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ, ό.π, σ. 147

[31] Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ, ό.π, σσ. 147-149

[32] Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ, ό.π, σ. 149

Βιβλιογραφία

Γιάννης Χατζησάββας (επ.), Επιστημονική Επετηρίς Κυπριακής Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών, τόμος Γ’, Λευκωσία, 1997

Συλλογικό, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου: Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος – Νεομάρτυρες προάγγελοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Γένους, Ὕδρα 10-14 Νοεμβρίου 2000, Ιερά Μητρόπολις Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζήνας, Ύδρα 2007

Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Νέον Μαρτυρολόγιον, Αθήναι 1961

Ηλεκτρονικό Περιοδικό του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. «Σύνθεσις», τόμος 6, τεύχος 1, 2017

Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, ομιλία με τίτλο «Οι Νεομάρτυρες», σελ.5 στον σύνδεσμο http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/serron_ist_2016.pdf [προσπελάστηκε 13 Ιανουαρίου 2021]

*Η Χρυστάλλα Αγάθωνος γεννήθηκε στη Λευκωσία. Αποφοίτησε το 2019 από το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, με κατεύθυνση Αρχαιολογίας. Είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος με τίτλο “Byzantine Studies Pathway” από το University of Birmingham. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα αφορούν τη Μεταβυζαντινή Τέχνη και αγιογράφηση των εκκλησιών της Κύπρου και την τοπογραφία της Κωνσταντινούπολης.

cyprusgreece2021

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια