23 Σεπτεμβρίου 1821 - Η Άλωση της Τριπολιτσάς άνοιξε το δρόμο για τηναπελευθέρωση της Ελλάδας

Όταν ξέσπασε η φλόγα της Επαναστάσεως του 1821 και μεταδόθηκε στις καρδιές των Ελλήνων, πρωταρχικός σκοπός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη ήταν η Τρίπολη να περάσει σε ελληνικά χέρια ώστε να καταρρεύσει η Οθωμανική κυριαρχία στην Πελοπόννησο.





Παντελεήμων Λεβάκος, υπ. Δρ., Τμήματος Θεολογίας, ΕΚΠΑ

Κορυφαίο γεγονός κατά το πρώτο έτος του αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας αποτελεί η Άλωση της Τριπόλεως από τα ελληνικά στρατεύματα υπό την ηγεσία του αρχιστρατήγου Θεοδώρου Κολοκοτρώνη.
Η Άλωση έλαβε χώρα στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 και ο αντίκτυπος που προκλήθηκε, εμψύχωσε τους επαναστατημένους Έλληνες, θορύβησε την Υψηλή Πύλη και, ταυτόχρονα, σηματοδότησε το έναυσμα ώστε οι Μεγάλες Δυνάμεις να αισθάνονται ότι οι τότε ταπεινωμένοι και εξαχρειωμένοι Έλληνες ήταν σε θέση (σε αντίθεση με τους αντίστοιχους σημερινούς), επιτέλους, να διεκδικήσουν την επανάκτηση των πατρώων εδαφών με ότι συνεπαγόταν αυτή η διεκδίκηση.

Όταν ξέσπασε η φλόγα της Επαναστάσεως του 1821 και μεταδόθηκε στις καρδιές των Ελλήνων, πρωταρχικός σκοπός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη ήταν η Τρίπολη να περάσει σε ελληνικά χέρια ώστε να καταρρεύσει η Οθωμανική κυριαρχία στην Πελοπόννησο. Οι προσπάθειες των Τούρκων να μην εδραιωθεί η Επανάσταση αποτύγχαναν λόγω των λαμπρών μαχών των Δολιανών, του Λεβιδίου, της Γράνας και του Βαλτετσίου. Επομένως, η «αθλία» Τριπολιτσά με την φοβερή «Παλουκόραχη», ήταν βέβαιο ότι θα γινόταν ελληνική. Στα μπουντρούμια της Τρίπολης ευρίσκονταν, ήδη από τον Φεβρουάριο του 1821, οι αρχιερείς και οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου. Οι ηρωικές μορφές τους προσφέρθηκαν σε «εθελούσια σφαγή» ώστε να παραπλανηθούν οι Τούρκοι και να ξεκινήσει ο αγώνας του Γένους.

Σύμφωνα με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, μετά από μια πολιορκία τριών και πλέον μηνών (από τον Ιούνιο του 1821) και κατόπιν τεχνάσματος των στρατιωτών Εμμανουήλ Δούνια και του Σπετσιώτου Αυραντίνου, στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 η γενική έφοδος των Ελλήνων στην Τρίπολη όπως και η περίφημη σφαγή των τριών ημερών ήταν πραγματικότητα. Οι αγανακτισμένοι, ταπεινωμένοι και εξαθλιωμένοι Έλληνες ήταν σε θέση να τιμωρήσουν σκληρά και παραδειγματικά τον τύραννο της πατρίδας τους. Η σφαγή της Τριπολιτσάς, όσο και αν φαντάζει απάνθρωπη, στα δικά μας μάτια, ήταν η λύτρωση των σκλαβωμένων Ελλήνων (και της ίδιας της Ελλάδας) για τα όσα δεινά και φρικτά πράγματα είχαν υποστεί από τον Οθωμανικό ζυγό.

Ο Ιωσήφ Ζαφειρόπουλος διασώζει την συνάντηση του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη με τους φυλακισμένους αρχιερείς και προκρίτους στα μπουντρούμια του Σεραγίου. Ο Κολοκοτρώνης, εισερχόμενος στην Τρίπολη την τρίτη και τελευταία ημέρα της γενικής σφαγής των Οθωμανών, συναντά τους ημιθανείς αρχιερείς και πρόκριτους στην φυλακή. Αμέσως διατάζει την απελευθέρωσή τους και το απόγευμα της ίδιας ημέρας συναντά τον επίσκοπο Τριπόλεως Δανιήλ. Η συνάντηση, σύμφωνα με τον Ζαφειρόπουλο, υπήρξε συγκινητική. Ο Τριπόλεως Δανιήλ ομολογεί ότι δεν προσδοκά να επιβιώσει μετά από την φρικτή ταλαιπωρία που υπέστη για περισσότερους από έξι μήνες και ο Αρχιστράτηγος του Γένους τον καθησυχάζει. Ο Κολοκοτρώνης υπενθυμίζει στον Τριπόλεως Δανιήλ ότι δεν έπρεπε να μεταβεί στην Τρίπολη και ο τελευταίος υπενθυμίζει στον Κολοκοτρώνη την προσδοκία του να τον δει «απελευθερωτή του Γένους».



Το έτος που διανύουμε είναι αφιερωμένο στην συμπλήρωση διακοσίων ετών από το μαρτύριο του Νεομάρτυρα Παύλου. Τρία χρόνια πριν την Άλωση της Τρίπολης, στις 22 Μαΐου του 1818, ο Νεομάρτυρας Παύλος θυσιάζει τον εαυτό του για να διατηρηθεί υψηλό το φρόνημα των υπόδουλων χριστιανών της Τρίπολης. Η θυσία του Νεομάρτυρα αποτελούσε τον προπομπό της θυσίας των κληρικών που φυλακίστηκαν στο Σεράι του Τούρκου διοικητή της Πελοποννήσου. Η Άλωση της Τριπολιτσάς έρχεται να δικαιώσει τις θυσίες αυτές και να διδάξει όλους εμάς τους νεώτερους ότι «αεί τη θυσία έπεται η νίκη και τω Σταυρώ ακολουθεί η Ανάστασις». Η Άλωση της Τρίπολης προβάλλει ότι οι Έλληνες όρθωσαν το ανάστημά τους απέναντι στον Οθωμανικό ζυγό και έχοντας ως μοναδική βοήθεια τον Τριαδικό Θεό, επανέφεραν την ελευθερία στην Ελλάδα.

Η θυσία των αρχιερέων στην φυλακή του Μόρα Βαλεσή (ο διοικητής του Μοριά) είναι μια από τις πολλές αποδείξεις ότι η Εκκλησία στήριξε με το αίμα των λειτουργών της το Ελληνικό Έθνος. Ουδέποτε στην ιστορία της ανθρωπότητας οι Οθωμανοί μεταχειρίστηκαν με δίκαιο τρόπο τους υποδουλωμένους χριστιανικούς πληθυσμούς. Παρά την οδυνηρή σκλαβιά, η Εκκλησία στάθηκε όρθια και με θάρρος στήριξε, δίδαξε, ενίσχυσε και ενθάρρυνε τα τέκνα της. Στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους υπήρχε έντονος ο εναγκαλισμός της Εκκλησίας και των απλών Ελλήνων παρά τις πολλαπλές και ποικιλόμορφες προσπάθειες να διακοπεί ο δεσμός αυτός. Η Άλωση της Τριπολιτσάς συνδέεται και με ένα ακόμα σημείο – στις 23 Σεπτεμβρίου η Εκκλησία εορτάζει την «σύλληψη» του Προδρόμου στα σπλάγχνα της Ελισάβετ. Όπως ο Θεός επιτρέπει στην Ελισάβετ να κυοφορήσει τον Πρόδρομο και μέσα της να εμπεδωθεί ότι όντως θα αποκτήσει υιό, έτσι ακριβώς και οι Έλληνες, ακούγοντας ότι η Τρίπολη αλώθηκε, εμπεδώνουν ότι ο «σπόρος» της Ελευθερίας που ο Κολοκοτρώνης «έσπερνε» από την έναρξη της Επανάστασης ήρθε η ώρα να καρποφορήσει και η Ελλάδα όντως να ελευθερωθεί από τα δεσμά της σκλαβιάς. Όλα τα παραπάνω ας γίνουν εφαλτήριο να αναλογιστούμε αφ’ ενός εάν είμαστε πρόθυμοι να πραγματοποιήσουμε την δική μας θρησκευτική και εθνική αναγέννηση, και αφ’ ετέρου, εάν είμαστε σε θέση να διαχειριζόμαστε επάξια την λαμπρή, εθνική και θρησκευτική, παρακαταθήκη των πατέρων μας. Γένοιτο!
Πηγή: Πεμπτουσία


23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1821 Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑΣ





Η Τριπολιτσά πριν την Άλωση
Η Τριπολιτσά ιδρύθηκε περίπου τον 14ο αιώνα στη θέση τριών ερειπωμένων οικισμών: της Μαντίνειας, Τεγέας και του Παλλαντίου.

Η πόλη είχε μεγάλη στρατηγική σημασία, αφού η θέση της επέτρεπε τον έλεγχο των οδών για τις μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου. Ήδη από το 1786 η Τρίπολη αποτελούσε έδρα του βιλαετιού του Μοριά με διοικητή τον «Πασά του Μορέως», τον λεγόμενο Μόρα Βαλέση. Κατά την κύρηξη της επανάστασης Μόρα Βαλέσης ήταν ο Χουρσίτ Πασάς.ήδη από το 1786, ήταν έδρα του βιλαετίου του Μοριά με διοικητή τον Πασά του Μορέως.
Πασάς στην περίοδο της κήρυξης της επανάστασης ήταν ο Χουρσίτ Μεχμέτ Πασάς. Στην πρωτεύουσα λοιπόν διέμεναν οι πιο πλούσιοι και οι σημαντικοί Τούρκοι αξιωματούχοι. Έτσι, η πόλη είχε τόσο πολιτική όσο και οικονομική σημασία. Οι Έλληνες είχαν δοκιμάσει να την πολιορκήσουν για πρώτη φορά το 1770 κατά τα ορλωφικά που όμως έληξαν άδοξα και οδήγησαν στη σφαγή του ελληνικού πληθυσμού. Έτσι η Τριπολιτσά ήταν μια σχεδόν αμιγής τουρκική πόλη. Σύμφωνα με τον Πουκβίλ οι ενορίες της Τριπολιτσάς είχαν τα λιγότερα έσοδα και τους λιγότερους ιερείς.

Το 1821, η Τρίπολη διέθετε ισχυρές οχυρώσεις και πυροβολικό,δηλαδή,τηλεβόλα και κανόνια. Προστατευόταν από τείχος πλάτους δύο μέτρων στη βάση και 70 εκ. στην άκρη του και ύψους περίπου 4 μέτρων, με πύργους, μερικοί εκ των οποίων ήταν εξοπλισμένοι με κανόνια και ημισελήνους τοποθετημένες ανά τακτά διαστήματα κατά μήκος των 3,5 χλμ του. Το τείχος που είχε έξι πόρτες, δεν ήταν σε κλασσικό κυκλικό σχήμα.

Υπήρχε επίσης ένα μικρό τετράγωνο φρούριο στο εσωτερικό του τείχους, σε ένα νοτιοδυτικό ύψωμα. Παρόλο τον καλό εξοπλισμό του, ήταν πιο εύκολα προσβάσιμο από τα υπόλοιπα κάστρα της Πελοποννήσου γιατί βρισκόταν καταμεσής μιας πεδιάδας και γιατί το τείχος ήταν φτιαγμένο από απλές χωρίς ενίσχυση πέτρες αλλά κυριότερα επειδή δεν μπορούσε να ελπίζει σε οποιαδήποτε υποστήριξη δια θαλάσσης.

ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΗΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ
Λίγο πριν την έκρηξη της Επανάστασης, οι Τούρκοι είχαν εξαπολύσει διωγμό κατά του ελληνικού στοιχείου, φοβούμενοι για έναρξη των ελληνικών επιχειρήσεων κατά της πόλης. Ηρωϊκή υπήρξε η στάση πολλών προκρίτων και αρχιερέων που πρόσφεραν τους εαυτούς τους σαν ομήρους στις Τουρκικές αρχές, για να μη γίνει η πόλη αντικείμενο επίθεσης εκ μέρους των επαναστατών. Στη συνέχεια συνελήφθηκαν με δόλο από τον Χουρσίτ Πασά, κλείστηκαν στις φυλακές της πόλης, και πολλοί βασανίστηκαν και θανατώθηκαν.
Ο πληθυσμός της πόλης είχε διπλασιαστεί από την αρχή του πολέμου και είχε φτάσει σύμφωνα με διάφορες πηγές από 25.000 έως και 34.000κατοίκους. Οι Τούρκοι της Πελοποννήσου, τρομοκρατημένοι από τις μάχες, και τους σκοτωμούς των πρώτων εβδομάδων του πολέμου κατέφυγαν σε πόλεις που φυλάσσονταν από κάστρα. Πριν την έναρξη της πολιορκίας όλοι οι Έλληνες είχαν διαφύγει εκτός από 38 ομήρους εκ των οποίων πέντε επίσκοποι που είχαν κληθεί νωρίτερα από τις οθωμανικές αρχές με κάποια διοικητική αφορμή.

Η ΑΛΩΣΗ
Τη στρατηγική σημασία της κατάληψης της Τρίπολης περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον είχε κατανοήσει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Χάρη στην επιμονή του οι Έλληνες απέφυγαν την πολυδιάσπαση που είχε προταθεί από άλλους οπλαρχηγούς που στόχευαν στα μικρά μεσσηνιακά κάστρα και επικεντρώθηκαν σε έναν μεγάλο και κεντρικό στόχο, που θα βοηθούσε στον ουσιαστικό έλεγχο της Πελοποννήσου.

Αμέσως μετά την έκρηξη της επανάστασης, ο Γέρος του Μοριά, σε αντίθεση με τις διαφορετικές απόψεις των άλλων στρατιωτικών αρχηγών που ετάσσοντο υπέρ της πολιορκίας και της εκπόρθησης πρώτα των μικρών μεσσηνιακών κάστρων, είχε κατανοήσει πως η κατάληψη της Τριπολιτσάς θα ήταν πρωταρχικής σημασίας γιατην επανάσταση, αφού θα επέτρεπε στις ελληνικές δυνάμεις να ελέγχουν τον Μοριά και να καταλάβουν ευκολότερα τις υπόλοιπες περιοχές.

Πίστευε σθεναρά ότι δεν έπρεπε αυτές να πολυδιασπαστούν, αλλά να συγκεντρωθούν στην πολιορκία ενός μεγάλου στόχου, της Τριπολιτσάς. Εξάλλου, ο τουρκικός στρατός θα μπορούσε, με ορμητήριο την Τρίπολη, να διαλύσει τις πολιορκίες άλλων κάστρων και να καταπνίξει τον Αγώνα. Τελικά η γνώμη του επικράτησε και έτσι η κατάληψη της Τρίπολης αποτέλεσε τον πρώτο στόχο των επαναστατών.

Πριν την κύρηξη της Επανάστασης ο διοικητής του Μοριά Χουρσίτ πασάς είχε εκστρατεύσει με διαταγή της Πύλης στην Ήπειρο για να καταστείλει την εξέγερση του Αλή πασά. Στη θέση του ο Χουρσίτ άφησε το Μεχμέτ Σαλίχ πασά. Με την κύρηξη της Επανάστασης, ο Χουρσίτ πασάς έστειλε στο Μοριά δύναμη από 4000 Τουρκαλβανούς υπό τον Μουσταφά πασά (Μουσταφάμπεη) για να ενισχύσει την πολιορκούμενη πόλη.

O Μουσταφάμπεης κατά την κάθοδό του προς την Τρίπολη σάρωσε όποια επαναστατική εστία βρήκε στο δρόμο του, πυρπόλησε τη Βοστίτσα (Αίγιο), έλυσε την πολιορκία του Άργους και της Ακροκορίνθου και τελικά μπήκε στην πολιορκημένη πόλη στις 6 Μαΐου του 1821. Ο Κολοκοτρώνης πάντως επέτρεψε στον Μουσταφά να περάσει δίχως μάχη, γιατί προτίμησε να έχει τους Τούρκους συγκεντρωμένους μέσα στην πόλη. Έτσι την πόλη υπεράσπιζαν συνολικά 10.000 Τουρκαλβανοί με αρχηγό τον Μουσταφάμπεη.

Για την αποτελεσματική πολιορκία της πόλης ο Κολοκοτρώνης με τους άλλους στρατιωτικούς αρχηγούς εγκατέστησε γύρω από την Τρίπολη στρατόπεδα,στην Καρύταινα, στο Βαλτέτσι, στα Βέρβαινα, στην Πιάνα κλπ., συγκεντρώνοντας δυνάμεις, οργανώνοντας τους αγωνιστές καθώς και τον ανεφοδιασμό τους και συντονίζοντας τις πολεμικές επιχειρήσεις γύρω από την πόλη. Συνεχείς προσπάθειες των πολιορκούμενων να διασπάσουν τον κλοιό αποτύγχαναν αφού αποκρούοντο από τους επαναστάτες που είχαν καλά οργανωθεί και οχυρωθεί στις γύρω ορεινές περιοχές του Μαινάλου και είχαν αποκλείσει τα κρίσιμα περάσματα. Οι ελληνικές δυνάμεις που λάβαιναν μέρος στην πολιορκία περιελάμβαναν 10.000 άνδρες περίπου.

Μετά τις 20 Ιουλίου του 1821 οι πολιορκούμενοι Τούρκοι είχαν φθάσει τις 15.000. Στον παραπάνω πληθυσμό προστέθηκαν στο μεταξύ και αρκετοί Τούρκοι κάτοικοι που κατέφθαναν από διάφορες περιοχές (Ζούρτσα, Ανδρίτσαινα, Καρύταινα κ.λ.π.) για να βρούν προστασία. Έτσι μαζί με τους 4.000 άνδρες του Μουσταφάμπεη, ο αριθμός των πολιορκούμενων ξεπερνούσε τις 30.000 κατοίκους και κατ’ άλλους 35.000. Για να αντιμετωπίσουν την έλλειψη τροφίμων, οι Τούρκοι άρχισαν να διώχνουν από την πόλη τις ελληνικές οικογένειες.

Αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση της πολιορκίας της Τριπολιτσάς στάθηκε η νίκη στο Βαλτέτσ,ι στις 12-13 Μαΐου του 1821 εναντίον ισχυρής τουρκικής δύναμης με αρχηγό το Μουσταφάμπεη. Ο Μουσταφά, επικεφαλής ισχυρού σώματος 4000 ανδρών, επεχείρησε να αιφνιδιάσει τους στρατοπεδευμένους Έλληνες στο Βαλτέτσι. Οι λίγοι υπερασπιστές του στρατοπέδου, αμύνθηκαν ηρωϊκά. Στη συνέχεια κατέφθασαν προς ενίσχυση και άλλα ελληνικά σώματα και οι Έλληνες με τους Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα, Αναγνωσταρά και άλλους αντεπετέθηκαν και κατατρόπωσαν τους Τούρκους που υπέστησαν μεγάλη πανωλεθρία και σημαντικές απώλειες.

Μετά τη σημαντική νίκη αυτή, καθώς και τις νίκες στα Δολιανά, 18 Μαΐου 1821, στα Βέρβαινα, στη Γράνα και στο Καπαρέλι, ο κλοιός άρχισε να σφίγγει γύρω από την πόλη. Τα επαναστατικά σώματα με αρχηγούς το Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Υψηλάντη, Δ. Πλαπούτα, Αναγνωσταρά, Γιατράκο και άλλους προωθήθηκαν και κατέλαβαν θέσεις γύρω από την Τριπολιτσά, πιάνοντας όλα τα υψώματα και αποκλείοντας όλες τις διαβάσεις. Η θέση των πολιορκούμενων είχε γίνει πια δραματική αφού η πόλη υπέφερε από αρρώστειες και από έλλειψη τροφίμων και νερού.

Τότε οι Αλβανοί ήλθαν σε διαπραγμάτευση με τον Κολοκοτρώνη και μετά από συμφωνία έφυγαν υπό την προστασία του Δημ. Πλαπούτα και πέρασαν στη Ρούμελη. Και ενώ άρχιζε να διαφαίνεται η πτώση της πόλης, με τους πολιορκούμενους να έχουν αρχίσει να διαπραγματεύονται την παράδοσή της, τελικά, στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, μετά από πεντάμηνη πολιορκία, ένα τυχαίο περιστατικό ήλθε να επιταχύνει την τελική της έκβαση. Την μέρα εκείνη μάλιστα οι Τούρκοι έκαναν σύσκεψη στο σεράϊ για να αποφασίσουν για την παράδοση της πόλης.

Ένας Τσάκωνας αγωνιστής από τον Πραστό, ο Μανώλης Δούνιας, που είχε φιλία με ένα Τούρκο τηλεβολιστή και τον επισκεπτόταν κρυφά στην τάπια του Ναυπλίου ανταλλάσσοντας τρόφιμα με τουρκικά όπλα, κατάφερε μαζί με δύο άλλους Τσάκωνες να εξουδετερώσει τους φρουρούς και να καταλάβει το τηλεβολείο. Αμέσως το έστρεψε κατά της πόλης και έβαλε κατά του σαραγιού.

Ο ιστορικός Νικόλαος Σπηλιάδης, από τους σπουδαιότερους ιστοριογράφους του Αγώνα, που έζησε τα γεγονότα γράφει στα «Απομνημονεύματά» του για το περιστατικό αυτό:

«O Μανώλης Δούνιας από τον Πραστόν… ‘Ήταν ημέρα Παρασκευή, εικοστή τρίτη του Σεπτεμβρίου 1821… και ο Δούνιας ανεβαίνει το τείχος επί σκοπώ να εξαγάγει τον Τούρκον… Κατόπιν τούτου έδραμον άλλοι και ανεβαίνουσιν ωσαύτως. Κατόπι δε τούτων και άλλοι, ό,τε αδελφός του Κεφάλα και ο Διονύσιος Βασιλείου, και όρμησαν τινές εν ριπή οφθαλμού εις το επί της πύλης (του Ναυπλίου) πυροβολοστάσιον, στρέφωσι τα πυροβόλα προς την πόλιν… «.

Τότε και άλλοι Έλληνες που ήταν εκεί κοντά σκαρφάλωσαν με σχοινί στα τείχη και άνοιξαν τις πύλες του Ναυπλίου και του Μυστρά. Από αυτές ξεχύθηκαν τα σώματα από τα κοντινά υψώματα της Βολιμής και του Αγίου Σώστη υπό τους Κεφάλα, Ζαφειρόπουλο, Παπαπαναστάση και άλλους που σύντομα άνοιξαν όλες τις καστρόπορτες από όπου εφόρμησαν και οι υπόλοιπες ελληνικές δυνάμεις. Οι Τούρκοι πρόβαλαν λυσσασμένη αντίσταση και έγινε φοβερή μάχη σώμα με σώμα στους δρόμους της πόλης. Οι Επαναστάτες όμως ήσαν πλέον ασυγκράτητοι και παθιασμένοι και κατάφεραν γρήγορα να εξουδετερώσουν κάθε αντίσταση.

Πολλοί Τούρκοι οχυρώθηκαν στα σπίτια από όπου απεγνωσμένα αμύνοντο, αλλά οι Επαναστάτες έβαζαν φωτιά και τους έκαιγαν ή τους ανάγκαζαν να βγούν. Στο τέλος έπεσε και η μεγάλη Τάπια, τελευταίο σημείο αντίστασης των Τούρκων. Επακολούθησε ανηλεής σφαγή των Τούρκων, στρατιωτών και αμάχων, από τους διψασμένους για εκδίκηση Έλληνες – παρά τις προσπάθειες αρκετών οπλαρχηγών να διασώσουν τους αιχμαλώτους-, και η Τριπολιτσά παραδόθηκε στις φλόγες.



Eπακολούθησε άγρια σφαγή του πληθυσμού και πρωτοφανές πλιάτσικο. Μάταια οι οπλαρχηγοί προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τους μαινόμενους επαναστάτες. «Το ασκέρι, όπου ήτον μέσα, το Ελληνικόν, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άνδρες, τριάντα δύο χιλιάδες, μία ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς. Ένας υδραίος έσφαξε ενενήντα. Έλληνες εσκοτώθηκαν εκατόν» γράφει στα Απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης.

Η εκδικητική μανία των επαναστατών εκδηλώθηκε όχι μόνο σε βάρος των Τούρκων, αλλά και των Εβραίων που είχαν δείξει εχθρική στάση απέναντι στην Επανάσταση, και των Ελλήνων που είχαν χαρακτηριστεί τουρκολάτρες, όπως ο πρόκριτος Σωτήρης Κουγιάς. Αντίθετα, οι Αλβανοί της Τριπολιτσάς αποχώρησαν συντεταγμένα με τη συνοδεία ελλήνων μαχητών, καθώς είχαν έλθει σε συμφωνία με τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη.

Η Άλωση της Τριπολιτσάς αποτέλεσε σταθμό για την εδραίωση και την εξέλιξη της Επανάστασης. Ολόκληρη η Πελοπόννησος βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων, εκτός των φρουρίων, Πατρών, Μεθώνης, Κορώνης και Ναυπλίου, τα οποία πολιορκούνταν στενά.


Ο Παναγιώτης Κεφάλας υψώνει τη σημαία στα ερείπια της απελευθερωμένης Τριπολιτσάς. Πίνακας του Peter von Hess.


Ο Κολοκοτρώνης πάντως τήρησε την υπόσχεσή του στον αρχηγό των Αλβανών Αχμέτ Μπέη να μην πειράξει όσους Αλβανούς απέμειναν στην πόλη, τους οποίους και άφησε να φύγουν για την Ήπειρο. Από την εκδικητική μανία των Ελλήνων πέρασαν και ορισμένοι Έλληνες κάτοικοι που είχαν αντιταχθεί στην Επανάσταση, καθώς και οι Εβραίοι της πόλης, αφού οι επαναστάτες δεν είχαν ξεχάσει τη συμμετοχή των Εβραίων στη πρόσφατη διαπόμπευση στην Πόλη του πτώματος του Γρηγορίου του Ε’. Ο Γενναίος, γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, γράφει στα «Υπομνήματα» (1821-1827) για άλωση της Τριπολιτσάς:

«Οι Έλληνες εν διαστήματι τριών ημερών εφόνευσαν υπέρ τους 5.000 μαχητάς και ηχμαλώτισαν υπέρ τους 7300 παντός γένους και ηλικίας και εκ των 13.000 εντοπίων και ξένων οίτινες ήτον εις Τρίπολιν, μόλις 1.500 Αλβανοί κατ’ έλεος του Κολοκοτρώνη, εσώθησαν, οίτινες συνοδευθέντες υπό τον Πλαπούτα μέχρι της Βοστίτσας, ασφαλώς απεβιβάσθησαν εις την Ρούμελην. Έλληνες εις την περίστασιν ταύτην εφονεύθησαν περί τους 150».

Η άλωση της Τριπολιτσάς υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την εδραίωση και την εξέλιξη της Επανάστασης, ενώ τόνωσε σημαντικά το ηθικό των εξεγερμένων Ελλήνων. Η πιο σημαντική εστία τουρκικής αντίστασης στη νότια Ελλάδα είχε πλέον εξαλειφθεί, ενώ οι επαναστατικές δυνάμεις μπορούσαν πλέον να στραφούν προς άλλα τουρκοκρατούμενα οχυρά και πόλεις. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν χιλιάδες όπλα και μεγάλες ποσότητες πολεμοφοδίων που θα τα χρησιμοποιούσαν για ενίσχυση του αγώνα σε άλλες επιχειρήσεις, όπως στις πολιορκίες της Μεθώνης, της Πάτρας και του Ναυπλίου.

ΠΩΣ ΕΠΕΣΕ Η ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΦΩΤΑΚΟ



Σύμφωνα με τον Περικλή Θεοχάρη:»η πτώσις της Τριπολιτσάς, μετά από έξάμηνον πολιορκίαν, υπήρξε αποφασιστική για την εδραίωσιν και την εξέλιξιν του Αγώνος…δημιουργούσε αυτοπεποίθησιν στους αγωνιστές, που τώρα μπορούσαν ευκολώτερα να κτυπήσουν τα άλλα φρούρια, όσα βρίσκονταν ακόμη στα χέρια των Τούρκων, και ανέβαζε το ηθικό τους, καθώς είχε πια εξουδετερωθή η κυριοτέρα εστία της τουρκικής αντιστάσεως. Με τα λάφυρα εξ άλλου, στα οποία περιλαμβάνονταν 11.000 όπλα, μπόρεσαν να οπλισθούν πολλοί αγωνισταί, ώστε η επανάσταση να πάρει πλέον διαστάσεις.»

greekmilitaryvoice

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια