Η επανάσταση του 1821 και ο βυζαντινισμός.

Οι Τούρκοι, η πτώση του Βυζαντίου, η μεγάλη Ιδέα


Οι λόγοι που η Ρωμανία καταστράφηκε οριστικά στα 1453 πρέπει να αναζητηθούν στο διάστημα μεταξύ 11ου και αρχών του 14ου αιώνα, κι όχι στα 1453. Μετά το θάνατο του Βασιλείου Β' του Μακεδόνα, στα 1025 η Ρωμανία εκτείνονταν από την Νότια Ιταλία ώς την Αρμενία και την Βόρεια Συρία, και από το Δούναβη ώς την Κύπρο και την Κρήτη. Οι Βούλγαροι είχαν ηττηθεί, οι Δυτικοί δεν ήταν ακόμα απειλητικοί, οι Άραβες παρήκμαζαν, και η Ρωμανία ήκμαζε.
Η αίσθηση της παντοδυναμίας -διότι ήταν το ισχυρότερο κράτος του ευρωμεσογειακού χώρου - η απουσία εχθρών, και η κούραση από τους εξαντλητικούς πολέμους οδήγησαν τους Ρωμηούς να ασχοληθούν με άλλα πράγματα εκτός του πολέμου.

Στο διάστημα μεταξύ 1025-1068 οι αυτοκράτορες προέρχονταν όχι από την στρατιωτική αριστοκρατία [στην οποία ανήκαν οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής και Βασίλειος Β' Μακεδών] η οποία γνώριζε τους κινδύνους και ήξερε να υπερασπίζεται την αυτοκρατορία, αλλά από γαιοκτήμονες και αυλικούς οι οποίοι ήταν ευχαριστημένοι με την κατάσταση της παντοδυναμίας, αλλά δεν έκαναν τίποτε για να συνεχιστεί αυτή, το αντίθετο μάλλον: ξόδευαν τα χρήματα του κράτους, αδιαφόρησαν για το στρατό και πλήρωναν μισθοφόρους με αποτέλεσμα να χαθεί η αμυντική ικανότητα και το ετοιμοπόλεμο. Το σπουδαιότερο όμως ήταν πως επειδή οι αυτοκράτορες αυτοί δεν προέρχονταν από το στρατό, αδιαφόρησαν για την τάξη από την οποία στρατολογούνταν το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτών, τους ελεύθερους γαιοκτήμονες με μικρή ιδιοκτησία. Σταμάτησαν να τους προστατεύουν από την αυθαιρεσία και την αρπακτικότητα των μεγαλογαιοκτημόνων, των "Δυνατών" όπως λέγονταν τότε, σταμάτησαν να τους ενισχύουν, με αποτέλεσμα οι μικροκαλλιεργητές να πτωχεύσουν, να πουλήσουν την ιδιοκτησία τους και να γίνουν δουλοπάροικοι των Δυνατών. Φυσικό ήταν να μην έχουν διάθεση ούτε και δυνατότητα να ασχοληθούν με την υπεράσπιση της μικρασιατικής χώρας τους, δηλαδή των δικών τους μικρών ιδιοκτησιών. Οι Δυνατοί πάλι αδιαφόρησαν για την χώρα, και οι αυτοκράτορες μίσθωναν ξένους. Η άμυνα παραμελήθηκε. Ας μη ξεχνάμε ότι και οι Ρωμηοί είχαν βαρεθεί από τους συνεχείς πολέμους.

Όταν λοιπόν άρχισαν οι πρώτες μάχες στα τέλη της δεκαετίας του 1030 με τους Σελτζούκους να κάνουν ληστρικές επιδρομές στην Αρμενία και στα σύνορα, άρχισε να γίνεται έκδηλη η αδυναμία. Ωστόσο ήταν ακόμη νωρίς και μπορούσαν να αντιστραφούν τα πράγματα. Οι Σελτζούκοι είχαν σταδιακά γίνει επικυρίαρχοι στο Χαλιφάτο της Βαγδάτης, αλλά δεν μπορούσαν να στεριώσουν εκεί, όντας νομαδικός λαός στρατιωτών. Απ' όσο νομίζω δεν είχαν σκοπό απαραίτητα την κατάκτηση της Μικρασίας. Ήταν σε δίλλημα και ίσως κατέφευγαν προς την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη με σκοπό την κατάκτησή τους. Έτσι η Ρωμανία θα γλίτωνε και θα ανασυντασσόταν - όπως ανασυντάχθηκε και κέρδισε χρόνο από την ενός αιώνος εξαντλητική πολεμική υπερπροσπάθεια των Αράβων τον 7ο αιώνα να καταλάβουν τη Βόρεια Αφρική, πράγμα που στέρησε από τους Άραβες την ορμή τους όταν στράφηκαν κατά της Ρωμανίας- και δεν θα κατέρρεε μέσα σε δέκα χρόνια (Μάχη του Ματζικέρτ 1071-1081) κατά τα οποία οι Σελτζούκοι κατέλαβαν όλη την Μικρασία κατασκηνώνοντας έξω από την Κωνσταντινούπολη. Μάλλον και οι ίδιοι οι Τούρκοι θα εξεπλάγησαν με την απουσία αντίστασης. Διότι όταν ο ηρωικός αυτοκράτορας Ρωμανός Δ' Διγενής ανέλαβε την εξουσία στα 1068 οι άρχουσες τάξεις είχαν διαφθαρεί αρκετά ώστε να τον προδώσουν κατά την κρισιμότερη μάχη της ιστορίας μας και να συλληφθεί από τον Αρπασλάν. Μετά την απελευθέρωσή του η αριστοκρατία τον συνέλαβε, και τον τύφλωσε.

Είναι εκπληκτική η διαφορά στη νοοτροπία των ανώτερων στρωμάτων της Ρωμανίας του 8ου αι. και του 11ου αι. Τον 8ο αι. η Μικρασία είχε καταληφθεί από τους Άραβες που έκαναν συνεχείς επιδρομές, αλλά η αριστοκρατία δεν αδιαφόρησε, έλαβε σωστά μέτρα, οι Ίσαυροι αυτοκράτορες πήραν φιλοαγροτικά μέτρα που ενδυνάμωσαν τους μικροκαλλιεργητές, μια και είχαν πλήρη συναίσθηση ότι αυτοί οι άνθρωποι στελέχωναν το στρατό τους. Τον 11ο αιώνα δεν κούνησαν το δακτυλάκι τους. Οι Σελτζούκοι το εκμεταλλεύτηκαν αυτό πλήρως: όντας μάλιστα νεοφώτιστοι στο Ισλάμ κυριολεκτικά ερήμωσαν την Μικρασία. Έσφαζαν, κατέστρεφαν, ερήμωναν ολόκληρες περιοχές της, πράγμα που έκανε ακόμα πιο δύσκολη την απελευθέρωσή τους από τους Ρωμηούς. Οι μικρασιατικοί ρωμαίικοι πληθυσμοί όντας σε διπλή καταπίεση, από τη μιά των Δυνατών που τους απομυζούσαν, κι από την άλλη των Σελτζούκων που κατέστρεφαν τα πάντα στο διάστημα μετά την κατάληψη της Μικρασίας, είτε έπρεπε να φύγουν πρόσφυγες στην Κωνσταντινούπολη, είτε έπρεπε να συμβιβαστούν με τους μουσουλμάνους κατακτητές. Μοιραία άρχισαν και οι εξισλαμισμοί, καθότι είναι γεγονός πως ο πληθυσμός μιας χώρας αργά ή γρήγορα ακολουθούσε στα χρόνια αυτά την θρησκεία των κατακτητών του. Σταδιακά, λόγω των φορολογικών ελαφρύνσεων, της δυνατότητας εξομοίωσης με τους κατακτητές, αλλά φυσικά και της βίας, άρχισε να εξισλαμίζεται η Μικρασία.

Ο Αλέξιος Κομνηνός προσπάθησε να φέρει κάποια τάξη, βελτίωσε τα οικονομικά, αλλά παρ' όλες τις προσωρινές επιτυχίες και την απελευθέρωση της Δ. Μικρασίας, το μόνο που κατάφερε ήταν να φέρει στα εδάφη μας τους Σταυροφόρους, και να τους ανοίξει την όρεξη. Δεν βασίστηκε στον λαό, αλλά στις πλάτες των Σταυροφόρων, δίχως αυτό να μειώνει την διπλωματική ικανότητά του ή την ευφυΐα του να σώσει το κράτος. Αυτός όμως ήταν ικανός, ενώ οι επόμενοι αυτοκράτορες όχι τόσο, με αποτέλεσμα την αδυναμία να αναλάβει με τις δικές του δυνάμεις το κράτος τον αγώνα. Έτσι, δεν εκμεταλλευτήκαμε την προσωρινή αδυναμία των Σελτζούκων, δεν οργανωθήκαμε και με τη Μάχη του Μυριοκέφαλου, 1176 χάσαμε κάθε ελπίδα για απελευθέρωση της Μικρασίας.

Ο τελευταίος σημαντικός λόγος που δεν καταφέραμε να αντισταθούμε στους Οθωμανούς, μετά την απελευθέρωση της Πόλης από τους Λατίνους το 1261 ήταν οι εμφύλιες διαμάχες. Αυτές εξάντλησαν τη Ρωμανία. Οι επίδοξοι αυτοκράτορες συμμαχούσαν ακόμη και με τους Τούρκους ώστε να καταλάβουν το θρόνο, και χανόταν σταδιακά η βόρεια και δυτική Μικρασία, ενώ στα 1354 οι Τούρκοι πατούν την χερσόνησο της Καλλίπολης: ήταν ζήτημα πλέον χρόνου να γίνει η κυκλωτική κίνηση (πρώτα κατάληψη της νότιας Βαλκανικής, και μετά κατάληψη της Πόλης) και εκεί κρίθηκαν όλα. Επιπλέον, ενώ κατά τα χρόνια της εξορίας -αυτοκρατορία της Νίκαιας 1204-1261, το κράτος άρχισε να ενδιαφέρεται για τους μικροκαλλιεργητές, και για τους ακρίτες, η πολιτική αυτή δε συνεχίστηκε μετά το 1261, καθότι οι Παλαιολόγοι ήταν αριστοκρατική οικογένεια και έκαναν ό,τι και οι αυτοκράτορες της περιόδου 1025-1068. Λίγα λόγια για τους Τούρκους τώρα.




style="display:inline-block;width:728px;height:90px"
data-ad-client="ca-pub-9279832525688556"
data-ad-slot="7920626202">




Οι Τούρκοι δεν είναι ούτε Μογγόλοι, ούτε αδέρφια μας. Και τα δυο υποδηλώνουν μια επιθυμία περισσότερο παρά μια πραγματικότητα. Οι Τούρκοι δεν είναι απολίτιστοι: θα έπρεπε κανείς να ακούσει κλασική οθωμανική μουσική ή να δει τα παλάτια των Σουλτάνων, και να σκεφτεί πως η πολεμική αγριότητα δεν αποκλείει την έφεση για τέχνη όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Ούτε οι Τούρκοι είναι αδέλφια μας, εκτός κι αν τους ονομάζαμε αδελφοκτόνους. Η κοινότητα εθίμων και αίματος δε σημαίνει κοινότητα εθνική. Δεν είναι κατανοητή η συλλογιστική αυτή, ότι επειδή ένας λαός είναι εχθρικός προς εμάς θα πρέπει να απορρίψουμε οτιδήποτε καλό έχει. Ας είμαστε τίμιοι με τους εχθρούς μας.

Η εκτίμηση για την τουρκική μουσική (όπως και την αραβική ή την περσική ή την ελληνική βυζαντινή) δεν κάνει κάποιον περισσότερο ή λιγότερο φιλότουρκο ή μισότουρκο απ' όσο είναι. Το ότι ενοχλούμαστε πάρα πολύ βλέποντας φιλμ από την πυρκαγιά της Σμύρνης ή τους Τούρκους στρατιώτες που καταλαμβάνουν την Κύπρο το 1974, δεν είναι σωστό να οδηγεί στην απόρριψη της μουσικής τους, ή του πολιτισμού τους. Ίσως κάνει πιο σκεπτικό για την άποψη πως ο πολιτισμός εξευγενίζει τα ήθη.

Τους Τούρκους αξίζει να τους βλέπει κανείς ως ένα γείτονα κακό που πρέπει να ζήσει μαζί του, δίχως ούτε να χάνει την ελπίδα πως θα ηρεμήσει, αλλά ούτε να έχει την ψευδαίσθηση πως έχει ηρεμήσει. Δε μπορούμε να τους δούμε ως τέρατα, παρόλο που έκαναν τερατώδη πράγματα. Δε μπορούμε να τους δούμε ως αδέρφια παρόλο που συγγενεύουμε με αυτούς όσο με κανένα άλλο λαό.

Δε είναι κατανοητή η νοοτροπία που δε μπορεί να ξεχωρίσει την νοοτροπία ενός λαού από τα άτομα που αποτελούν έναν λαό. Δεν είναι λογικοί αυτοί που φέρνοντας παραδείγματα ατόμων που ανήκουν στο Τουρκικό έθνος, και τα οποία είναι πολύ καλοί άνθρωποι, γενικεύουν και λένε "δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε". Άλλο πράγμα οι άνθρωποι, κι άλλο η κυρίαρχη νοοτροπία ενός συνόλου ανθρώπων. Μπορεί στο τουρκικό έθνος να υπάρχουν καλοί και κακοί, φιλάνθρωποι και οχιές, αλήτες και φιλεύσπλαχνοι, τίμιοι και άτιμοι κοκ. Αυτό δε μου λέτε, τι σχέση έχει με τη συμπεριφορά του έθνους τους; Η νοοτροπία και η συμπεριφορά ενός έθνους καθορίζονται από την κυρίαρχη κουλτούρα και παιδεία που επικρατεί σε αυτό. Υπάρχουν ένα σωρό τάσεις μέσα σε μια ομάδα ανθρώπων, αλλά κάποια, επικρατεί κάποια κυριαρχεί. Στην περίπτωση των Τούρκων, αυτή ήταν η νοοτροπία της ορδής, του κατακτητή. Δεν εξηγείται αλλιώς η πορεία ενός λαού που από τις στέπες της Ασίας μέσα σε 700 χρόνια έφτασε στη Βιέννη και κυριάρχησε στην Μεσόγειο.

Δεν κρίνονται οι πράξεις των Τούρκων στον 14ο αι. με βάσει τα κριτήρια του 21ου αι. Δεν έχει νόημα, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν ίσχυε από πάντα. Αν είναι κάτι που κρίνεται είναι τα όσα έπραξαν στον 20 αιώνα, και με βάση αυτά κατακρίνεται η νοοτροπία τους. Μια νοοτροπία ρατσιστική και κτηνώδης. Το δυσάρεστο είναι πως δεν ακούστηκαν ποτέ (ή αν υπήρξαν, ήταν ελάχιστες) φωνές αντίδρασης ή αυτοκριτικής για τις γενοκτονίες των χριστιανικών λαών ή για την Κύπρο ή για τα Σεπτεμβριανά του '55. Σημείο πως η νοοτροπία αυτή ήταν κυρίαρχη. Δυστυχώς για όλους μας, σε αντίθεση με την χιτλερική Γερμανία που ηττήθηκε με αποτέλεσμα ο λαός της να κάνει την αυτοκριτική του για τον επεκτατισμό του στο α' ήμισυ του 20ού αιώνα, η νεοτουρκική και κεμαλική Τουρκία δεν ηττήθηκε, δεν κατέρρευσε το καθεστώς αυτό, με αποτέλεσμα να μην απομυθοποιηθεί ο παντουρκισμός από τον τουρκικό λαό.

Τώρα θα πούνε "τι θες δηλαδή, να κάνουμε πόλεμο ώστε να ηττηθεί η Τουρκία με όλα τα συνεπακόλουθα της ήττας για ένα στρατοκρατικό καθεστώς;". Όχι απαραίτητα, είναι η απάντηση. Θα ήταν πολύ καλό να λάβει απάντηση ΤΟΤΕ που διέπραττε τα εγκλήματά του το τουρκικό έθνος. Τώρα δεν έχει κανένα νόημα παιδευτικό, γιατί στους Τούρκους έχει παγιωθεί η συναίσθηση πως "καλά κάναμε τότε" π.χ. και έδιωξαν από τα εδάφη "τους" τους Έλληνες. Ενώ αν ερχόταν εκείνη τη στιγμή η τιμωρία, υποσυνείδητα θα γινόταν συνδυασμός εγκληματικών πράξεων και τιμωρίας και θα σωφρονιζόταν ο λαός και η κυρίαρχη κουλτούρα ίσως γινόταν καλλίτερη. Τώρα τί νόημα έχει να θέλουμε να κάνουμε πόλεμο για να συντριβούν οι Τούρκοι; Εκτός κι αν αυτοί προκαλέσουν ξανά. Εκτός κι αν μας επιτεθούν. Ναι, τότε θα έπρεπε να συντριβούν μια και καλή. Αλλά τότε μόνο. Αλλά με "τότε μόνο" δεν ζει κανείς. Δεν μπορούμε να κανονίζουμε την πορεία μας με σκοπό "να δώσουμε ένα μάθημα στον κακό". Λαμβάνουμε απλώς τα μέτρα μας. Τίποτα παραπάνω ή παρακάτω. Πράγματι, είναι νοσηρή η κατάσταση όπου πρέπει να έχουμε τεντωμένα τα νεύρα μας, να είμαστε φιλοπόλεμοι και να ανεμίζουμε το γιαταγάνι μας.
Όλα αυτά δε σημαίνουν καθόλου α') η "τσιφτετελοφιλία" είναι σωστί και β') πως εμείς είμαστε οι άγγελοι και αυτοί οι διάβολοι, ότι όλα είναι άσπρο μαύρο, δυνάμεις του καλού κατα των δυνάμεων του σκότους. Αυτή η τσιφτετελοφιλία είναι ψεύτικη, γιατί δεν φέρνει την κάθαρση ούτε τη συγγνώμη, άρα ούτε και την πραγματική λήθη των άσχημων πραγμάτων. Δεν είναι κατανοητό, γιατί επαινούμε ένα αδίστακτο κράτος με τέτοιου είδους φιλίες δίνοντας άφεση αμαρτιών σε κάποιους που δεν ζήτησαν καν συγγνώμη.Και επιτέλους, κάποτε πρέπει να αλληλοκοιταχτούμε Τούρκοι και Ρωμιοί και μετά να δούμε τα κιτάπια μας: Πόσους σκοτώσαμε εμείς και πόσους αυτοί. Τι διέπραξαν αυτοί εισβάλλοντας στην Μικρασία τον 11ο αιώνα και τι κακό διαπράξαμε εμείς εναντίον των Τούρκων της Πελοποννήσου στα 1821.

Τι πιθανά εγκλήματα διέπραξε ο ελληνικός στρατός κατά την παραμονή του στη Μικρασία, και τι γενοκτονίες διέπραξε το Τουρκικό κράτος κατά το διάστημα 1914-1923. Τι και πόσα εγκλήματα έκανε η ΕΟΚΑ Β΄ και πόσα διέπραξε ο τουρκικός στρατός και η εισβολή του 1974. Τι διέπραξε το τουρκικό κράτος εις βάρος των Ελλήνων της Πόλης και Ίμβρου και τι το ελληνικό κράτος κατά των Μουσουλμάνων και Τούρκων της Θράκης. Και να τα απαριθμήσουμε ένα προς ένα, κι αφού ψάχνουμε και ερευνήσουμε ένα προς ένα, δίχως άρνηση και δίχως να εξισώνουμε τίποτα. Παρ' όλο που και οι δυο πλευρές έχουν να επιδείξουν πλούσιο υλικό, η ζυγαριά γέρνει εις βάρος της τουρκικής. Αυτή διέπραξε πολύ περισσότερα εγκλήματα και πολύ πιο ειδεχθή απ' ότι η ελληνική πλευρά. Διότι πέρα από την σφαγή όλων των Τούρκων της Πελοποννήσου και την σφαγή κάποιων Τουρκοκύπριων, η Ρωμαίικη πλευρά βρισκόταν διαρκώς σε θέση άμυνας. Η εξίσωση και εξομοίωση θύτη και θύματος είναι πιο άδικη κι από την ίδια την σφαγή. Και είναι γεγονός πως εφόσον εισβολείς ήταν οι Τούρκοι και όχι οι Ρωμηοί, ο αγώνας του θύματος δε μπορεί να αποκαλείται έγκλημα -εκτός από την περίπτωση που σφάζονται άμαχοι - διότι το θύμα προσπαθεί να απελευθερωθεί. Είτε αυτός ο αγώνας διεξάγεται στον Μωριά είτε στην Σμύρνη και την Ιωνία και τον Πόντο.

Όπως και να το κάνουμε, στην Ελλάδα οι ακραίοι δεν κυβερνούν: είναι μια ασήμαντη μειοψηφία του 1-2%. Στην Τουρκία όμως είτε σοσιαλιστές είναι (π.χ. Ετσεβίτ που εισέβαλε στην Κύπρο) είτε δεξιοί, οι θέσεις τους είναι πάντα ακραίες και επιθετικές. Δε γίνεται να εξομοιώνουμε τις περιπτώσεις αυτές.

Όσο και αν υπήρξαν ακραίοι Έλληνες και σφαγιάστηκαν οι 40 χιλιάδες Τούρκοι της Πελοποννήσου, περιστατικά σαν αυτό

"..Εκεί βλέπω μια κοπέλα που καθόταν σε ένα σωρό πέτρες. Της φώναξα, ήθελα ένα άνθρωπο να με βοηθήσει, να του μιλήσω. Αυτή η κοπέλα, τίποτα. Έστεκε ακούνητη. Εγώ δεν την πρόσεξα. Μόνο ακόμα της μιλούσα. Την έβλεπα που γούρλωνε τα μάτια της, μα δεν πήγε πουθενά το μυαλό μου. Την προσέχω: και τί να δω! Της είχαν χώσει ένα ξύλο από πίσω και έβγαινε από το στόμα της. Τότες ήτανε που έτρεχα ακόμα πιο πολύ.." στη Σμύρνη το '22 (μαρτυρία Θεοδώρας Κοντού) δεν τα έπραξαν ποτέ Έλληνες.
Αυτά δεν τα λέω επειδή η αντεκδίκηση είναι στόχος ούτε γιατί η ταπείνωση των Τούρκων. Αλλά το δίκαιο πρέπει να λέγεται. Δεν γίνεται να υπάρχει ιστορική δικαίωση των εκατομμυρίων σφαγμένων, αλλά ας υπάρξει τουλάχιστον ηθική δικαίωση.

Και λίγα λόγια για τη Μεγάλη Ιδέα. Η Μεγάλη Ιδέα προϋποθέτει ένα λαό που να είναι στο κλίμα της ελληνικότητας. Αυτά υπήρχαν ώς το 1922, ώς τα μισά του 20ού αιώνα. Τώρα δεν υπάρχουν. Τέλος πάντων, είμαστε κάτι άλλο. Μαζί με την ήττα της Μεγάλης Ιδέας χάθηκε και το υπόβαθρο, απορρίφθηκε, που την υποκινούσε, δηλαδή ο πολιτισμός. Σήμερα δεν υπάρχει τέτοιος πολιτισμός, σήμερα είμαστε ελληνόφωνοι Αμερικάνοι, ή Γαλλίζουμε. Εκτός κι αν ελληνικότητα θεωρείται το σουβλάκι και τον "ήλιο του Αιγαίου" και άλλα τέτοια. Λοιπόν μόνο αυτά υπάρχουν γιατί τα άλλα λησμονήθηκαν, περιφρονήθηκαν, καταστράφηκαν, και έπεσαν σε αχρηστία γιατί δήθεν δεν μπορούσαν να εξελιχθούν. Πάντως δεν υπάρχουν πλέον παρά μόνο στα μουσεία. Λοιπόν η Μεγάλη Ιδέα είναι για το μουσείο. Αν νομίζει κανείς πως δίχως θεωρητικό υπόβαθρο έχει νόημα η ...διεκδίκηση της Κωνσταντινούπολης, μάλλον είναι άρρωστος. Αν νομίζει επίσης πως θα ξαναέρθει η ευκαιρία των ετών 1918-1922, με την Τουρκία ηττημένη και εμάς νικητές και συμμάχους των νικητών, γελιέται. Η Κωνσταντινούπολη έχει 10 εκατομμύρια κατοίκους, όσους και η Ελλάδα. Φαντάζεται κανείς πόσο άχρηστα είναι τα επιπλέον εδάφη για ένα κράτος που συρρικνώνεται πληθυσμιακά. Φαντάζεται επίσης κανείς πως αν η Ελλάδα των 6 εκατομμυρίων δε μπόρεσε να νικήσει την Τουρκία των 7 εκατομμυρίων, δεν πρόκειται να νικήσει τώρα που η σχέση πληθυσμών είναι 10 προς 60. Εκτός βέβαια κι αν πιστεύουν μερικοί στις προφητείες του Κοσμά του Αιτωλού. Θα έπρεπε να μην μπερδεύουν τα θαύματα με την εξωτερική πολιτική και τους συσχετισμούς ισχύος και τους πολιτικούς στόχους μας που πρέπει να είναι εξορθολογισμένοι.

Η Κωνσταντινούπολη μπορεί να μείνει στα όνειρά μας ως Βασιλεύουσα. Ως κάτι μυθικό και αυτοκρατορικό. Μπορεί νοσταλγικά κάποιοι να θυμούνται τα μεγαλεία της. Αλλά δεν γίνεται τίποτα άλλο, και αυτό ο περισσότερος κόσμος το κατάλαβε. Γι' αυτό και εγκατέλειψε οτιδήποτε βυζαντινό. Στη λήθη και τη σκόνη. Γι' αυτό και η Κωνσταντινούπολη είναι ένα μυθικό μέρος που καλλίτερα δεν το σκέφτονται γιατί αποτελεί "οικεία κακά". Και σε κανέναν δεν αρέσει να σκέφτεται τις συμφορές του.




style="display:inline-block;width:320px;height:100px"
data-ad-client="ca-pub-9279832525688556"
data-ad-slot="8678750858">




Όλα αυτά δεν είναι κατά της μικρασιατικής εκστρατείας. Η εκστρατεία για απελευθέρωση της Σμύρνης και της Πόλης έπρεπε να γίνει για δύο λόγους: α') Η Τουρκία είχε χάσει στον Α' Π.Π. και ήταν ευκαιρία να πάρουμε πίσω τα εδάφη μας, διότι ήταν εδάφη μας και με το όραμα του "να πάρουμε την Πόλη" επαναστάτησαν το 1821 (κι όποιος το αρνείται αυτό δε ξέρει τι λέει) β') Για να προστατεύσουμε τους ρωμαίικους πληθυσμούς που σφαγιάζονταν από τα 1914 δίχως αιτία. Ίσως η εκστρατεία στην Άγκυρα ήταν απροετοίμαστη και παρακινδυνευμένη, ωστόσο δεν ισχύει κανένα από αυτά τα κουτοπόνηρα επιχειρήματα του στυλ "και τι γυρεύαμε εμείς στην Άγκυρα και το Αφιόν Καραχισάρ;". Γυρεύαμε την εξόντωση του κεμαλισμού και τη σωτηρία της μικρασιατικής ρωμιοσύνης. Αν από λάθη ή από ατυχίες χάσαμε, αυτό καθόλου δεν μειώνει την αξία του αγώνα μας τότε. Είναι αφελές να πιστεύει κανείς πως οι Τούρκοι θα άφηναν τον Ελληνισμό να συνεχίσει να ζει ειρηνικά στην Μ. Ασία. Οι Τούρκοι ήταν αποφασισμένοι να τον διώξουν με το καλό ή με το ζόρι. Είχε τελειώσει ο καιρός της πολυεθνικής οθωμανικής αυτοκρατορίας. Απόδειξη γι' αυτό είναι η εξαφάνιση της Κωνσταντινοπολίτικης ελληνικής μειονότητας εν καιρώ ειρήνης. Δεν υπήρχε λοιπόν άλλη επιλογή για εμάς.

Λάθος είναι η άποψη ορισμένων κουτοπόνηρων αρχαιολατρών και ακροδεξιών (περιοδικό Δαυλός) που υβρίζουν τον Βενιζέλο και εξυμνούν τον Μεταξά που ήταν κατά της Μικρασιατικής Εκστρατείας, πως έπρεπε να περιμένει κι άλλο η Ελλάδα, "να γίνει σοβαρό κράτος και έθνος" πρώτα, και ύστερα να ξεκινήσει επεκτατική προσπάθεια. Τέτοιες ευκαιρίες όπως αυτή του 1918, με ηττημένη την Τουρκία, και την Ελλάδα στο πλευρό των νικητών, έρχονται μια φορά στα χίλια χρόνια, οπότε θα ήταν λάθος να περιμένουμε. Ασε που αυτοί οι συγκεκριμένοι ακροδεξιοί αρχαιολάτρες όταν εννοούσαν "σοβαρό έθνος" εννοούν να αποβυζαντινοποιηθεί πλήρως η Ελλάδα, να γίνει μια κορακίστικη αρχαιόπληκτη σαλάτα, ώστε να καταλάβουν για εθνικιστικούς και οικονομικούς λόγους (ως εκδυτικισμένοι αρχαιολάτρες που είναι) ...τις αρχαίες αποικίες.

Τώρα, για τον αναγνώστη που είναι φιλοπόλεμος και νομίζει ότι με ένα πόλεμο λίγων ημερών θα προελάσουμε στην ανατολική Θράκη, νομίζω πως πρέπει να ξυπνήσει κάποτε. Αν νομίζει κανείς πως τόσο εύκολα δύναται ο ελληνικός στρατός να περάσει τον Εβρο (ή ο τουρκικός τον Έβρο) γελιέται γιατί η περιοχή είναι στενότατη, καλά οχυρωμένη εκατέρωθεν, άρα απόρθητη και από τις δυο μεριές. Αυτό που θα γίνει θα είναι η πιθανώς γρήγορη και εύκολη κατάληψη από τους Τούρκους δυο-τριών μεγάλων νησιών του ανατολικού Αιγαίου, και η κατάληψη ακόμα ενός κομματιού της Κύπρου (γιατί ουσιαστικά δεν μπορεί να κάνει τίποτα η Ελλάδα αν δεν υπάρχει εκεί στρατός και άρματα μάχης ελληνικά. ΕΚΤΟΣ κι αν οι Κύπριοι επιδείξουν τρομακτική αντίσταση) και θα συρθούμε με την ουρά στα σκέλια. Να αποβιβασθούμε στην Καλλίπολη ή την απέναντι μικρασιατική χερσόνησο, ή την χερσόνησο του Τσεσμέ θα είναι σα να πάμε να αυτοκτονήσουμε, στοιβαγμένοι σε ένα μικρότατο μέρος, υπό τα πυρά της αεροπορίας.

Οπότε, αν περιμένουμε να κερδίσουμε ένα ελληνοτουρκικό πόλεμο, απομένει μόνο η ανατολική Θράκη, το μέτωπο της οποίας αναγκαστικά πρέπει να σπάσουμε, ώστε να ισοφαρίσουμε τις εδαφικές απώλειες που θα έχουμε στα νησιά και ενδεχομένως στην Κύπρο. Όμως αυτά απαιτούν διάθεση για θυσίες ώστε έχοντας ισχυρή άμυνα και δυνατότητα για ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ, να μην πιάνουν τόπο οι απειλές, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα να συρόμαστε σε διαιτησίες, σε "διάλογο", δηλαδή "ελάτε να μοιράσουμε τα νησιά σας". Όμως αυτά είναι δύσκολα για όποιον πρέπει να επαιτεί και την τελευταία βίδα, και το τελευταίο ανταλλακτικό από τους συμμάχους του. Με άλλα λόγια, αυτός ο "τζάμπα-μάγκες" εθνικισμός/λαϊκισμός είναι α-νόητος. Για να σε σέβονται οι σύμμαχοί σου και να μην σε απειλούν φραστικά οι ισχυρότεροι γείτονές σου (σέρνοντας σε έτσι σε "διάλογο") πρέπει να έχεις αυτοσεβασμό πρώτα εσύ. Και αυτοσεβασμός σημαίνει, πως δεν φοροδιαφεύγω, πως δεν χτίζω αυθαίρετο και ένα σωρό γνωστά άλλα.

Τι απομένει λοιπόν. Θα κάτσουμε να κλαίμε τη μοίρα μας περιμένοντας να επιτεθεί κάποτε η Τουρκία; Όχι. Θα προετοιμαστούμε όσο καλλίτερα μπορούμε, διαλέγοντας, αν το φέρει η μοίρα να αντικρύσουμε το θάνατο παρά να δειλιάσουμε.

Για το αν μπορούμε να γίνουμε φίλοι με τους Τούρκους: υπό τις παρούσες συνθήκες δεν γίνεται. Ίσως χαιρόμαστε που μοιραζόμαστε μερικά πολιτισμικά αγαθά, αλλά φιλία μεταξύ των κρατών μας δε μπορεί να γίνει. Χρειάζεται πρώτα το επίπεδο της Τουρκικής δημοκρατίας να φτάσει το δικό μας, για να γίνει κάποια αυτοκριτική εκ μέρους των Τούρκων, όπως στη χώρα μας υπάρχει αρκετή ελευθερία για αυτοκριτική. Δεν είναι ανάγκη να είμαστε εχθροί, αλλά αν δεν φτάσουν σε ένα επίπεδο ελευθερίας εντός του κράτους τους, δεν γίνεται -όχι από τη μεριά μας, αλλά από τη μεριά τους- να είμαστε φίλοι. Τουλάχιστον λοιπόν, ας επικοινωνούμε σε επίπεδο πολιτισμικό, δίχως να συγχέουμε πολιτική και πολιτισμό.

Ένας "καλός" Τούρκος, που προτιμά τη συντροφιά Ελλήνων κι όχι Βόρειων Ευρωπαίων, και συμμετέχει σε μπουζουκοκατανύξεις και φιλικά γλέντια, και νοιώθει ευχάριστα μόνο με τους Έλληνες, "που έχουμε τόσα κοινά φαγητά, ποτά, μουσική, γούστα", αυτός ο Τούρκος, όταν συζητήσεις μαζί του για τα σοβαρά προβλήματα, έχει τις ίδιες απόψεις με τους υπόλοιπους, "εθνικιστές" Τούρκους: ποτέ δεν θα αποκαλούσε την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο "εισβολή", ποτέ δεν θα μιλούσε για "γενοκτονία των Αρμενίων και των Ελλήνων" το 1922 (αντίθετα, θα αποκαλούσε "εισβολή" την μικρασιατική εκστρατεία). Με άλλα λόγια, οι "καλοί, διαλλακτικοί" Τούρκοι έχουν τις ίδιες ακριβώς απόψεις με τους "κακούς, εθνικιστές" συμπατριώτες τους, όταν πρόκειται για σοβαρά εθνικά ζητήματα. Δηλαδή, οι "φιλίες της ταβέρνας" και του μπουζουκιού δεν αλλάζουν στο παραμικρό τις απόψεις ενός καλού κατά τα άλλα Τούρκου.

Προβάλλεται ως τρόπος επίλυσης των διαφορών μας με τους Τούρκους ο εξευρωπαϊσμός της Τουρκίας και η είσοδός της στο απώτερο μέλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η άποψη αυτή είναι μη πραγματοποιήσιμη. Αν αρχίσει να εκδημοκρατίζεται η Τουρκία, θα αρχίσουν οι Κούρδοι να ζητούν μειονοτικά δικαιώματα, σχολεία, ελευθερία, αυτοδιοίκηση, θα αρχίσουν να τα ζητούν και οι Άραβες, οι Αλεβίτες κλπ. Κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να το επιτρέψει κανείς Τούρκος, γιατί απλούστατα σημαίνει πως η ανατολική Τουρκία θα αποκοπεί από την εξουσία της Άγκυρας. Δεύτερον, εξευρωπαϊσμός και εκδυτικισμός δε σημαίνουν απαραίτητα φιλειρηνισμό. Μπορεί κάλλιστα η Τουρκία να έχει δυτικές δομές αλλά να παραμένει επιθετική στην Κύπρο, τη Θράκη και το Αιγαίο. Απλούστατα αν η Τουρκία γινόταν π.χ. ισλαμικό κράτος θα έπαυε να είναι υπό τον έλεγχο των δυτικών δυνάμεων. Εμάς αυτό δεν μας αφορά, ούτε και επηρεάζει την επιθετικότητα του τουρκικού κράτους. Το αν θα δηλώνει υποκριτικά ότι σέβεται το διεθνές και το δυτικό δίκαιο, ενώ στην πράξη δεν το εφαρμόζει ούτε πιεζόμενη, είναι σημείο πως δεν υπάρχει καμιά προοπτική να γίνει ευρωπαϊκό κράτος η Τουρκία. Ας μη γέλιονται μερικοί, οι λόγοι είναι πολιτισμικοί, και η Τουρκία δεν ανήκει ποτέ στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, ο οποίος έχει ως βάσεις την αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, και το Χριστιανισμό: και τα τρία αυτά πολιτισμικά στοιχεία οι Τούρκοι τα πολέμησαν πάντοτε. Δε μελέτησαν την αρχαιοελληνική φιλοσοφία όπως υποτυπωδώς έκαναν οι Άραβες μουσουλμάνοι, ενώ πολέμησαν την Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και το χριστιανισμό.

Μόνο ως αστείο ακούγεται η προοπτική αυτή εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας: οι μόνοι που την επιδιώκουν συνεπέστατα κι ώς τα άκρα είναι οι ΗΠΑ: για λόγους γεωστρατηγικούς, αλλά και γιατί δεν θα δεχτούν αυτοί 60 και μεθαύριο 100 εκατομμύρια Τούρκους στο έδαφός τους. Οι λοιποί, οι δυτικοί Ευρωπαίοι μόνο χαλαρά συνδεδεμένη με την Ευρώπη Τουρκία αποδέχονται. Εμείς λοιπόν, δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες ούτε ότι θα μπει ποτέ η Τουρκία στην Ε.Ε. ούτε ότι θα εκδυτικιστεί σε τέτοιο σημείο ώστε να αποκτήσει συμπεριφορά Ελβετίας ή Δανίας. Οπότε, ακολουθώντας διπλωματική τακτική, θα πρέπει να λέμε στα φανερά ότι υποστηρίζουμε την είσοδο της Τουρκίας στην Ε.Ε. και έτσι να αναγκάζουμε την Τουρκία να τηρεί διάφορες "δυτικές" και "δημοκρατικές" αντιλήψεις, ξέροντας πως δεν θα μπει ποτέ στην Ε.Ε., αδυνατώντας να τις τηρεί (όχι εξαιτίας μας: εμείς δεν έχουμε και μεγάλο λόγω και δε μπορούμε να επηρεάσουμε τις εξελίξεις σε τόσο μεγάλο βαθμό: αλλά εξαιτίας των δυτικοευρωπαίων που δεν θέλουν να γεμίσει Τούρκους η Δυτική Ευρώπη τους) από την άλλη θα συνεχίσουμε πέρα από τα γλυκόλογα να είμαστε προετοιμασμένοι για το χειρότερο. Οπότε και θα αναγκαστεί η Τουρκία να γίνει λιγότερο επιθετική σεβόμενη έστω και λίγο τους νόμους, και εμείς θα είμαστε προετοιμασμένοι στρατιωτικά, και δεν πρόκειται να μπει στην Ε.Ε.




style="display:inline-block;width:300px;height:250px"
data-ad-client="ca-pub-9279832525688556"
data-ad-slot="6987363721">




Δεν είναι ρατσιστικό ότι αποκλείονται οι Τούρκοι από την Ευρώπη και την κουλτούρα της (καθολική, προτεσταντική, ορθόδοξη, κοσμική), διότι άλλο πράγμα είναι η ενσωμάτωση και ο εξευρωπαϊσμός μεμονωμένων ατόμων ή μικρών μουσουλμανικών ομάδων που ζουν στην Ευρώπη π.χ. των Τούρκων της Γερμανίας ή των Αράβων της Αγγλίας, πράγμα που είναι εφικτό και γίνεται (όπως κι ένας Έλληνας εξαγγλίζεται ή εκγαλλίζεται άμα μείνει μόνιμα στην Αγγλία ή Γαλλία, ή όπως εξαμερικανίζονται τελικά οι ελληνικές κοινότητες της Αμερικής διότι χάνονται μέσα στον ξένο κόσμο και τις ξένες παραδόσεις των κοινωνιών αυτών), κι άλλο πράγμα είναι ο εξευρωπαϊσμός ενός ολοκλήρου έθνους με το δικό του μη ευρωπαϊκό πολιτισμό, ιστορία, τέχνη κλπ, πράγμα που είναι αδύνατον.

Βέβαια, και οι "ευρωπαϊστές" παραδέχονται μαζί με τους "πατριώτες" ότι η Τουρκία είναι "βάρβαρη χώρα" που διέπεται από "ασιατικό δεσποτισμό" κλπ. Η διαφορά είναι ότι οι "ευρωπαϊστές" υποστηρίζουν πως τα χαρακτηριστικά αυτά της Τουρκίας μπορούν να αλλάξουν προς το καλλίτερο, ενώ οι "πατριώτες" πως αυτά είναι εγγενή χαρακτηριστικά της Τουρκίας. Το ζήτημα είναι ότι αφού όντως (για μένα) μπορούν να αλλάξουν, ποιο είναι το χρονικό βάθος εντός του οποίου θα γίνει η αλλαγή και η μεταμόρφωση της Τουρκίας σε ειρηνικό κράτος. Γιατί αν αυτή η μεταμόρφωση θα γίνει εντός ενός ή δύο αιώνων τότε είναι φανερό πως δε μας αφορά άμεσα το ενδεχόμενο αυτό.

Και τέλος πάντων, η ιστορική εμπειρία έχει δείξει πως οι μειονότητες στην Τουρκία περνούσαν πολύ καλλίτερα υπό ισλαμικό καθεστώς παρά υπό κεμαλικό κοσμικό (δυτικό). Οι μεγάλες σφαγές και γενοκτονίες του 20ού αιώνα που οι Τούρκοι διέπραξαν, διεπράχθησαν όχι από τους παλαιότουρκους ισλαμιστές, αλλά από τους δυτικιστές κεμαλικούς. Όσο καιρό η Τουρκία ήταν μια χώρα ανατολίτικη, υπήρχαν οι Έλληνες και οι Αρμένιοι και οι άλλοι χριστιανοί. Όταν οι Νεότουρκοι ανέλαβαν την εξουσία (1908) έθεσαν βασικό τους στόχο τον εκτουρκισμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας (βλέπε Μέρος Ε'), και τον πραγματοποίησαν ώς το 1923 διώχνοντας ή σφάζοντας Αρμένιους και Ρωμιούς. Οι ισλαμιστές ΕΣΦΑΖΑΝ ΕΠΙΣΗΣ, αλλά όχι σε τέτοια κλίμακα όπως οι κεμαλικοί, και ΔΕΝ ΕΘΕΣΑΝ ΠΟΤΕ τέτοιο στόχο. Δηλαδή, μπορεί να σφάζονταν κάποτε οι Έλληνες, αλλά ποτέ δεν είπαν οι του σουλτανικού καθεστώτος, όπως είπαν οι κεμαλικοί το 1923, ότι η παρουσία των Ρωμηών στην Τουρκία είναι ανεπιθύμητη για την τουρκική κυβέρνηση. Ας μην είναι τόσο αφελείς οι Έλληνες φιλελεύθεροι/ ευρωπαϊστές/ διεθνιστές: οι "εξευρωπαϊσμένοι" Τούρκοι είναι χειρότεροι από τους αγαθούς ανατολίτες μουσουλμάνους. Στους εξευρωπαϊσμένους Τούρκους οφείλεται η γενοκτονία των Ρωμιών (1915-1922), οι διωγμοί κατά των Κωνσταντινουπολιτών (1955) και των Ιμβρίων. Όχι στην ισλαμική Τουρκία. Οι δυτικιστές Τούρκοι απαίτησαν να εκδιωχθούν στην Ελλάδα οι Έλληνες Μικρασιάτες επειδή η Ελλάδα έχασε στον πόλεμο του 1922, ενώ οι ισλαμιστές Τούρκοι διόλου δεν τους πέρασε από τον νου, έπειτα από την ήττα της Ελλάδας το 1897, να σφάξουν ή να διώξουν τους Έλληνες της Μικρασίας. Οι δυτικιστές Τούρκοι έφεραν τον εθνικισμό στην Τουρκία και εκτούρκισαν τα πάντα, εξαφανίζοντας ελληνική παρουσία (έστω και υπό άσχημες συνθήκες) 27 αιώνων. Ό,τι δεν έκαναν οι ισλαμιστές Τούρκοι επί 8 αιώνες (12ος-19ος αι.), δηλαδή την εξαφάνιση του μικρασιατικού ελληνισμού, το έκαναν οι "δυτικιστές", οι "εξελιγμένοι", οι "ευρωπαϊστές" Τούρκοι μέσα σε 40 χρόνια (1914-1955). Να τους χαίρονται τους φίλους τους τους μοντέρνους φιλοδυτικούς Τούρκους οι Έλληνες ευρωπαϊστές. Εμείς δεν τους χαιρόμαστε, κι ευχόμαστε να 'ναι λίγα τα χρόνια της κοσμικής, δυτικής "Τουρκικής Δημοκρατίας", όχι απλώς σε επίπεδο κομμάτων, αλλά σε επίπεδο κοινωνικής και πολιτειακής οργάνωσης.



Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 ΚΙ Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΙΣΜΟΣ



Ο βυζαντινισμός ήταν το κύριο κίνητρο και ταυτόχρονα ο απώτερος σκοπός των αγωνιστών του 1821. Ο Μακρυγιάννης, τον Μάρτιο του 1821 λίγες μέρες πριν ξεσπάσει η επανάσταση, συνομιλεί με έναν Πατρινό έμπορο, μέλος της Φιλικής Εταιρίας, ο οποίος τον ρωτά "Θα αργήσει αυτό το Ρωμαίικο να έρθει;". Ο Κολοκοτρώνης έλεγε πως αν κρατούσε η ομόνοια των πρώτων χρόνων θα κυριευόταν η Θεσσαλία και η Μακεδονία, και ίσως και η Κωνσταντινούπολη, αποκαλώντας τους Κλέφτες φρουρά του "βασιλιά μας" Κωνσταντίνου ΙΑ'. Οι ορισμοί τού "Έλληνα" και της "Ελλάδος" από τις εθνοσυνελεύσεις ήταν βυζαντινοί, και περιελάμβαναν όλους τους ορθόδοξους πληθυσμούς των Βαλκανίων ανεξαρτήτως γλώσσας. Οι Ανατολικοί Ρωμαίοι αυτοκράτορες αποκαλούνταν από τις εθνοσυνελεύσεις των Ελλήνων "οι ευσεβείς ημών αυτοκράτορες της Κωνσταντινουπόλεως". Ο πρώτος μας Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας έγραφε στους ξένους: "Το Ελληνικόν Έθνος σύγκειται εκ των ανθρώπων οίτινες από αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την Ορθόδοξον Πίστιν και την γλώσσαν των πατέρων αυτών λαλούντες.....". Στην ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ επανάσταση του 1843 η σημαία των επαναστατών έμοιαζε εκπληκτικά με την Ρωμαϊκή σημαία των Παλαιολόγων: κόκκινο πλάισιο και χρυσός σταυρός στο κέντρο. Δείγμα πως ο βυζαντινισμός για τους Ρωμηούς του 19ου αι. δεν ήταν κάτι το αντιδημοκρατικό, ούτε ερχόταν σε αντίφαση με τα δημοκρατικά ιδεώδη τους. Νομίζω όλα αυτά κάνουν σαφές πως οι αγωνιστές του '21 δεν επιθυμούσαν ένα έθνος-κράτος με σύνορα μικρότερα ή μεγαλύτερα από τα σημερινά ελληνικά όρια. Επιθυμούσαν την αναγέννηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, υπό κάποια διαφορετική δομή. Στο σημείο αυτό αξίζει να διευκρινιστεί κάτι σημαντικό για την έννοια του βυζαντινισμού.

Βυζαντινισμός δε σημαίνει απαραίτητα ταύτιση και εξομοίωση των δομών ενός κράτους με τις δομές και την ιδεολογία του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους. Σημαίνει επιδίωξη συνέχειας του πολιτισμού και ώς ένα όριο της πολιτικής νοοτροπίας του. Συνεπώς, η άποψη πως βυζαντινισμός σημαίνει απαραίτητα την ύπαρξη ενός αυτοκράτορα απόλυτου μονάρχη είναι εσφαλμένη. Κάθε πολίτευμα είναι χρήσιμο για συγκεκριμένη περίοδο της ιστορίας. Στο καινούργιο "βυζαντινό" κράτος που θα δημιουργούνταν το 1821 η μοναρχία δεν θα είχε θέση, διότι οι καιροί είχαν αλλάξει. Οι Ρωμιοί εξάλλου κατά την τουρκοκρατία είχαν αναπτύξει το σύστημα της αυτοδιοίκησης των κοινοτήτων τους, δηλαδή την άμεση δημοκρατία. Το αν στην κορυφή θα υπήρχε μονάρχης ή πρωθυπουργός, ελάχιστη διαφορά είχε για το αν θα ήταν αυτό βυζαντινισμός. Διότι το κύριο χαρακτηριστικό του βυζαντινισμού ήταν η πολιτική ένωση όλων των (βαλκάνιων, γιατί στην Μ.Ασία ήταν τον 19ο αι. πλέον μειονότητα) ορθόδοξων λαών που είχαν πολιτισμική καταγωγή την Κωνσταντινούπολη, κι όχι απαραίτητα το πολιτειακό σύστημα. Για παράδειγμα, οι Γάλλοι παρέμειναν Γάλλοι και μετά το 1789 ή το 1870, οι Ρώσοι παρέμειναν Ρώσοι μετά το 1917, οι Σπαρτιάτες, οι Κρήτες, οι Μακεδόνες (ολιγαρχικοί όλοι αυτοί) ήταν εξίσου Έλληνες με τους δημοκράτες Αθηναίους.

Είναι λάθος να πιστεύεται πως όλη αυτή η δημοκρατικότητα των συνταγμάτων της Επανάστασης προέρχεται κυρίως από την επιρροή του Γαλλικού Διαφωτισμού. Κάτι τέτοιο θα ήταν λογικό για λαούς δίχως ιστορία και δίχως δικές τους δομές αυτοδιοίκησης. Σε εμάς όμως υπήρχαν οι κοινότητες οι οποίες είχαν προϊστορία μεγάλη, από τον καιρό του «Βυζαντίου», και ήταν εξέλιξή των βυζαντινών κοινοτήτων. Φυσικά, ο Διαφωτισμός και η Επανάσταση του 1789 ήταν πρόσφατα γεγονότα και επηρέαζαν όλη την Ευρώπη, αλλά όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Η απουσία "κλειστής" ταξικής συνείδησης ή κάποιας αριστοκρατικής "ελίτ" είναι κάτι το αυταπόδεικτο από τον καιρό της Ρωμανίας όπου αυτοκράτορας και πατριάρχης μπορούσε θεωρητικά και πρακτικά να γίνει και ο πιο άσημης καταγωγής ή οικονομικής δύναμης άνθρωπος της αυτοκρατορίας. Πιστεύω εν τέλει πως η δημοκρατικότητα του Αγώνα του 1821 προέρχεται περισσότερο από την πραγματωμένη μέσα στις κοινότητες και στο "κλέφτικο" ιδέα της συντροφικότητας, από τον κοινοτισμό, από το "είμαστε στο εμείς κι όχι στο εγώ", και πολύ λιγότερο από τη Διακηρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Από τα συντάγματα των επαναστατημένων Ελλήνων του 1821, διαβάζουμε τα εξής, όσον αφορά τη σχέση τους με το Βυζάντιο. Αφιερωμένο σε όσους αμφισβητούν πως οι Έλληνες του 1821 συνέχιζαν πολιτικά το Βυζάντιο:

-Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, ή Οργανισμός του Αρείου Πάγου, Γερουσίας της Ανατ. Ελλάδος, 4/11/1821: "Οι κοινωνικοί νόμοι των αειμνήστων χριστιανών αυτοκρατόρων της Ελλάδος μόνοι ισχύουσι κατά το παρόν εις την Ανατολικήν Χέρσον Ελλάδαν"

-Προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος 1/1/1822, όπου μεταξύ άλλων λέει: "Άχρι της κοινοποιήσεως των ειρημένων κωδίκων, αι πολιτικαί και εγκληματικαι διαδικασίαι βάσιν έχουσι τους Νόμους των αειμνήστων Χριστιανών ημών αυτοκρατόρων".

-Νόμος της Επιδαύρου, Β' Εθνική Συνέλευση, εν Άστρει 1823, επαναλαμβάνονται τα παραπάνω και στις 1/4/1823 από τα Πρακτικά διαβάζουμε: "Διορίζεται επιτροπή για να εκθέση τα κυριώτερα των εγκληματικών εκ του προχείρου, ερανιζομένη από τους νόμους των ημετέρων αειμνήστων Βυζαντινών Αυτοκρατόρων".

-Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος, Τροιζήνα, 1827 :"Έως ότου δημοσιευθώσι Κώδικες οι Βυζαντινοί Νόμοι (..) και οι παρά της Ελληνικής Πολιτείας δημοσιευόμενοι νόμοι έχουν ισχύν".

[Πηγή: "Περίγραμμα ιστορίας του μεταβυζαντινού δικαίου" του Δημήτριου Γκιώνη, 1966, σ. 290, σ.291, σ.293, σ.304]

Αργότερα, με την ολοένα και αυξανόμενη πολιτική και στρατιωτική ανάμιξη και επιρροή των Δυτικών Δυνάμεων στα εσωτερικά μας, με την εκλογή ξένου βασιλιά, με τη δημιουργία Αγγλικού, Γαλλικού, Ρωσσικού κλπ κομμάτων, με την μετατροπή μας σε δυτικό προτεκτοράτο με άλλα λόγια, είταν αναμενόμενο ο βυζαντινισμός να μην έχει πρωτεύουσα σημασία στο νεοελληνικό κράτος: «Η Ελλάς», όπως εξηγούσε ο Ανδρέας Ζαΐμης, «δημοσίως και δι’ επισήμων εγγράφων, απεφάσισε ν’ αναθέσει εαυτήν εις την υπεράσπισιν της κραταιάς Βρεττανίας, ούσα βεβαία, ότι το μέγα και σοφόν έθνος των Άγγλων δύναται να την ευτυχήσηι». Μάλιστα, αυτό που έγινε ήταν είτε η απόρριψη του "Βυζαντίου" από την δυτικόπληκτη άρχουσα τάξη είτε η αποδοχή των πιο αναχρονιστικών θεσμών του, δηλαδή της μοναρχίας. Οι αγωνιστές όμως του 1821 ήθελαν ακριβώς το αντίθετο από τους φιλοδυτικούς: ήθελαν Α' τον βυζαντινισμό στους εθνικούς στόχους και στον καθημερινό πολιτισμό, και Β' τον δυτικισμό σε όσες πτυχές της ζωής η Δύση είχε κάτι πραγματικά καλό να προσφέρει (π.χ. έμμεση δημοκρατία, τεχνολογία κλπ). Οι φιλοδυτικοί Νεοέλληνες αναγκάστηκαν τελικά να αποδεχτούν και το "Βυζάντιο" ως κρατικό στόχο εδαφικής εξάπλωσης αλλά μόνον επιφανειακά, για λόγους ρατσιστικούς [π.χ. εθνοφυλετισμός: μόνο οι ελληνόφωνοι θα κατελάμβαναν την Πόλη και θα επανίδρυαν την Αυτοκρατορία] και οικονομικούς-ταξικούς και προσωρινά (ώς το 1922), μια και ήταν άσχετοι με την κοσμοθεωρία των συμπατριωτών τους η οποία ήταν βυζαντινή. Έτσι, όταν αποκαταστάθηκε το Βυζάντιο κατά τα τέλη του 19ου αι. στα μάτια διανόησης και άρχουσας τάξης [στα μάτια του λαού το Βυζάντιο ουδέποτε εξέπεσε, ώς το 1922], δεν ακολουθήθηκε πολιτική βυζαντινή διότι είχαν εκδυτικιστεί οι δομές του κράτους (άρχουσα τάξη, διοίκηση εκκλησίας, πανεπιστήμιο κτλ) οπότε μόνο σοβινιστικά και εθνοφυλετικά ερμηνευόταν η Ρωμανία. Οι φυλοδυτικοί Ελληνες της άρχουσας τάξης του 19ου αι. δέχθηκαν γι' αυτούς τους λόγους, επιφανειακά, το Βυζάντιο, αλλά κατ' ουσία συνέχισαν να νοιώθουν ξένοι με αυτό: μισούσαν τη μουσική του, την θρησκεία του, την ζωγραφική του, την αρχιτεκτονική του, τόσο στις λόγιες όσο και στις λαϊκές εκφάνσεις αυτών των πολιτισμικών στοιχείων. Λογικό συνεπώς να ερμηνεύουν οι σημερινοί φιλοδυτικοί κάθε λόγο για Βυζάντιο ως σοβινιστικό και αντιδημοκρατικό, μια και για τους παλιότερους φιλοδυτικούς (ώς τα 1922) όλα τα περί Βυζαντίου και Μεγάλης Ιδέας σήμαιναν μοναρχία, εθνοφυλετισμό και οικονομική εξάπλωση και μόνον αυτά. Γι' αυτό και σήμερα βλέπουμε τους Πρετεντέρηδες, τους Σωμερίτηδες, τους "φιλελεύθερους" να μιλάνε με τόση περιφρόνηση για το Βυζάντιο.

ΤΕΛΟΣ

Πηγές, βιβλιογραφία και σύνδεσμοι:

1)Κώστα Χατζηαντωνίου, «Εθνικισμός και ελληνικότητα» εκδ. Πελασγός

2)Ίωνα Δραγούμη, "Ελληνικός Πολιτισμός", εκδ. Φιλόμυθος

3)Πάτρικ Λη Φέρμορ, «Ρούμελη-Ταξίδι στη βόρεια Ελλάδα" εκδ. Ωκεανίδα

4)Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, «Ιός», διάφορα άρθρα

5)Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφέλοιντο λόγων»

6)Ελένης Αρβελέρ "Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας" εκδ. Ψυχογιός

7)Θάνου Μαρκόπουλου «Στο σχολειό με χαρτί και καλαμάρι» εκδ. Καλειδοσκόπιο

8)Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη

9)Φαίδωνος Κουκουλέ «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός», εκδ. Παπαζήση

10)Gerard Walter «Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο» εκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα

11)Sir Steven Runciman «The Fall of Constantinople» Cambridge, Canto

12)Sir Steven Runciman «The Great Church under captivity»

13)Στήβεν Ράνσιμαν «Η Βυζαντινή θεοκρατία»

14)Έλλης Σκοπετέα, «Το πρότυπο βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα»

15)Κώστα Κύρρη, «Τουρκία και Βαλκάνια» εκδ.Εστία

16)Ζάρεβαντ «Παντουρανισμός» εκδ.Ρήσος

17)Περιοδικό Ελλοπία, διάφορα τεύχη

18)π. Ι. Ρωμανίδη «Ρωμηοσύνη Ρωμανία Ρούμελη»

19)Ορέστη Ηλιανού "Απόψεις για το παρελθόν και το μέλλον των Ελλήνων" εκδ. Ιωλκός

20)Περικλή Ροδάκη, «Οι Θράκες μουσουλμάνοι» εκδ. Ρήσος

21)Γεώργιου Κ. Σκαλιέρη "Λαοί και Φυλαί της Μικράς Ασίας"

22)Ιστορία του Ελληνικού έθνους, εκδ. Αθηνών

23)Στρατηγού Γιάννη Μακρυγιάννη, "Απομνημονεύματα" εκδ. Πέλλα

24)Νίκου Ματσούκα, "Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας" εκδ. Βάνιας

25)Κωνσταντίνου Παπαρηγόπουλου "Ιστορία του ελληνικού έθνους"

26)Άγιου Νεκτάριου "Περί μεσαίωνος και Βυζαντιακού Ελληνισμού"

27)Ιστοσελίδα της εν Ελλάδι Εκκλησίας, αφιέρωμα στο 1821

28)π. Γ. Μεταλληνού "το '21 και οι συντελεστές του"

29)Ιστοσελίδα όπου αναπαρίστανται τα κοσμικά κτίρια της Πόλης το έτος 1200

30)Αναστάσιου Φιλιππίδη "Οι εθνικές μας ονομασίες"

31)π. Ι. Ρωμανίδη "Οι διεκδικήσεις των γειτόνων μας", "Κωστής Παλαμάς και Ρωμηοσύνη"

32)Tamara Talbot Rice, βυζαντινολόγου, "Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο", εκδ Παπαδήμας

33) Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη

33)Ι. Κακριδή "Οι Αρχαίοι Έλληνες στην νεοελληνική λαϊκή παράδοση"

34)Νεοκλή Σαρρή, "Οσμανική Πραγματικότητα"

35)Φώτη Δημητρακόπουλου, "Βυζάντιο και νεοελληνική διανόηση" εκδ. Καστανιώτη

36)Νίκου Τσάγγα, "Μάτζικερτ, η αρχή του τέλους του Μεσαιωνικού Ελληνισμού" εκδ. Γκοβοστή

37)Περιοδικό "Σύναξη", διάφορα τεύχη

38)Θεόδωρου Ζιάκα, "Γιατί έγιναν οι Έλληνες χριστιανοί"

39)Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, "Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας"

40)Hans-Georg Beck, βυζαντινολόγου, "Η Βυζαντινή Χιλιετία"

41)Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από την Δυτική Ευρώπη το 1204

42) περιοδικό "Βυζαντινός Δόμος"

43)Αργύρη Εφταλιώτη "Ιστορία της Ρωμιοσύνης"

44)Στήβεν Ράνσιμαν, "Η τελευταία βυζαντινή αναγέννηση"

45)Οι Θετικοί Επιστήμονες της Βυζαντινής εποχής

46) Προκόπιου, "Περί Κτισμάτων"

47) Ιωάννη Χολέβα "Οι Έλληνες Σλαβόφωνοι της Μακεδονίας" εκδ. Ρήσος

48) Λιουτπράνδου της Κρεμώνας "Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη" εκδ. Στοχαστής

49) Μουσταφά Ελ Αμπαντί, ιστορικού "Η Αρχαία Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας" εκδ. Σμίλη

ΠΗΓΗ porta_aurea

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΚΤΥΟ.2009




style="display:inline-block;width:728px;height:90px"
data-ad-client="ca-pub-9279832525688556"
data-ad-slot="8340072451">




ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥ 1821 ΣΥΝΕΧΙΖΑΝ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ-ΡΩΜΑΝΙΑ



ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΡΩΜΗΟΥΣ ΩΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΤΟΥΣ.



ΤΟ «ΒΥΖΑΝΤΙΟ» ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΠΟΤΕ






  • Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, ή Οργανισμός του Αρείου Πάγου, Γερουσίας της Ανατ. Ελλάδος, 4/11/1821: “Οι κοινωνικοί νόμοι των αειμνήστων χριστιανών αυτοκρατόρων της Ελλάδος μόνοι ισχύουσι κατά το παρόν εις την Ανατολικήν Χέρσον Ελλάδαν”


  • Προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος 1/1/1822, όπου μεταξύ άλλων λέει: “Άχρι της κοινοποιήσεως των ειρημένων κωδίκων, αι πολιτικαί και εγκληματικαι διαδικασίαι βάσιν έχουσι τους Νόμους των αειμνήστων Χριστιανών ημών αυτοκρατόρων”.


  • Νόμος της Επιδαύρου, Β΄ Εθνική Συνέλευση, εν Άστρει 1823, επαναλαμβάνονται τα παραπάνω και στις 1/4/1823 από τα Πρακτικά διαβάζουμε: “Διορίζεται επιτροπή για να εκθέση τα κυριώτερα των εγκληματικών εκ του προχείρου, ερανιζομένη από τους νόμους των ημετέρων αειμνήστων Βυζαντινών Αυτοκρατόρων”.


  • Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος, Τροιζήνα, 1827: “Έως ότου δημοσιευθώσι Κώδικες οι Βυζαντινοί Νόμοι (..) και οι παρά της Ελληνικής Πολιτείας δημοσιευόμενοι νόμοι έχουν ισχύν”.
    [Πηγή: “Περίγραμμα ιστορίας του μεταβυζαντινού δικαίου” του Δημήτριου Γκιώνη, 1966, σ. 290, σ. 291, σ.293, σ. 304]



  • O Clifton R. Fox Καθηγητής Ιστορίας στο Tomball College, USA επισημαίνει:

    «Οι άνθρωποι που ζούσαν στη “Βυζαντινή Αυτοκρατορία” ποτέ δεν ήξεραν ούτε και χρησιμοποίησαν τη λέξη “Βυζαντινός”. Αυτοί ήξεραν για τον εαυτό τους ότι είναι Ρωμαίοι, τίποτα παραπάνω και απολύτως τίποτα λιγότερο. Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη του Τίβερη στη Νέα Ρώμη του Βοσπόρου, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο 1ος μετέφερε την πραγματική ταυτότητα της Ρώμης σε καινούργια τοποθεσία. Πολύ πριν τον Κωνσταντίνο τον 1ο, η ιδέα της “Ρώμης” είχε αρχίσει να διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι που το Ρωμαίος σήμαινε τον Ρωμαίο πολίτη, όπου κι αν ζούσε. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Ιταλίας. (σ.σ. και άρα και στους υπόλοιπους Έλληνες της Μ. Ελλάδος) Κατόπιν, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212, ο αυτοκράτορας Καρακάλας διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων. Σε μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία άρχισαν να χρησιμοποιούν σπανιότερα (το Λατινικό) “Imperium Romanorum” (Κράτος των Ρωμαίων) και συχνότερα το “Ρωμανία” (Χώρα των Ρωμαίων)».


    [http://wwwtc.nhmccd.cc.tx.us/people/crf01/romaion/, «Celator», Τόμος 10, Αριθμός 3: Μάρτιος 1996, επίσης δείτε και την μετάφραση στα Ελληνικά, του ξενόγλωσσου άρθρου στο: www.romanity.org ].

    Ο Lorenz Gyomorey, λέει:

    «Στην ονομασία της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη «ελληνορωμαϊκή» κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης. Η ύπαρξη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους» ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε. Έτσι, η ύπαρξη της Ρωμηοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της αρχαίας Ελλάδας, της αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ιδεολογική συγκάλυψης κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών»


    [Lorenz Gyomorey , Η δύση της Δύσης, εκδ. Παπαζήση]

    Ο ιστορικός Otto Mazal γράφει:

    «Οι ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν τη βυζαντινή περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι δυτικοί αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum, ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσης αιρετικό ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως «βασίλειο των Γραικών» (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί από τη σκηνή της ιστορίας. Για πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου (σ.σ διαβαζε: Ρωμανίας) και δίνει ώθηση για μια αναθεώρηση».


    [Byzanz und das Abendland, Wien 1981, s. 8,11]

    Διαβάζουμε:

    «Ο όρος «βυζάντιο» είναι νεολογισμός. Τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ο Ιερώνυμος Wolf (1516-80) στα 1562…» και (οι πολίτες της Ρωμανίας) «….Μόνο Ρωμαίους ονόμαζαν τους εαυτούς τους, η αυτοκρατορία τους ήταν «Ρωμαϊκή» και η πρωτεύουσά τους η Νέα Ρώμη…»


    [Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΡΑΤΟΣ, Τέταρτη έκδοση – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΝΙΑΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σελ 51]

    Στην Εγκυκλοπαίδεια BRITANNICA, διαβάζουμε:

    «Η ονομασία της αυτοκρατορίας συνδέεται κατά τη βυζαντινή περίοδο μόνο με την πρωτεύουσά της, που είχε ιδρυθεί στον χώρο της μικρής πόλης Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία ονομαζόταν Ρωμαϊκή, οι πολίτες της Ρωμαίοι και ο αυτοκράτορας ήταν imperator Romano rum. Η σύνδεση της ονομασίας Βυζάντιο με την αυτοκρατορία έγινε στους νεώτερους χρόνους, με την έκδοση από τον Ιερώνυμο Wolf έργων των Βυζαντινών ιστορικών (Corpus Byzantinae Historiae 1562), και καθιερώθηκε γενικά, αδιάφορα από τις μερικότερες κατά καιρούς επιλογές (Ελληνική Αυτοκρατορία ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος). (…) Μερική επίσης ήταν η χρήση της ονομασίας Γραικού σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι από τον 9ο αιώνα στις λατινικές πηγές κυρίως του φραγκικού κράτους γίνεται συστηματική χρήση της για ολόκληρη την αυτοκρατορία, με σκοπό την εξουδετέρωση της ονομασίας Ρωμαίου και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για το Βυζάντιο και την αποκλειστική οικειοποίησή τους για το φραγκικό κράτος. Η συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η νομιμότητα της συνέχειας αυτής συνδεόταν άρρηκτα με τις ονομασίες που θεμελίωναν τη νόμιμη χρήση του τίτλου αυτοκράτωρ Ρωμαίων (imperator Romanorum) και εξασφάλιζαν τη μοναδικότητα και την αποκλειστικότητα της νόμιμης αυτοκρατορίας στην Οικουμένη.» [Εγκυκλ. Britannica, «Βυζάντιο»]
    Jacques Le Goff, διευθυντής σπουδών στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales , πρώην πρόεδρός της:
    «Στην προοπτική της ενωμένης Ευρώπης, η δυτική ιστοριογραφία και η δυτική κοινή γνώμη οφείλουν 1) να αναγνωρίσουν στην Ελλάδα το βυζαντινό παρελθόν της, 2) να επανεντάξουν το Βυζάντιο (σ.σ διαβαζε: Ρωμανία) στην γενική ιστορία, στο Μεσαίωνα ως σύνολο και στη μακρά διάρκειά του. Τέλος 3) οφείλουμε να παραχωρήσουμε στο Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) τη δική του θέση. Βυζάντιο, πρωτότυπος κρίκος δημιουργίας και εκπολιτισμού, του ελληνισμού και της ευρωπαϊκής ιστορίας»


    [Πηγή: Βυζάντιο και Ευρώπη, Συμπόσιο, Παρίσι, Maison de l’ Europe, εκδ. Ελληνικά Γράμματα.]

    Επίσης:

    «Στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιένης, ο ίδιος ο πρόεδρος της Αυστριακής Δημοκρατίας, Rudolf Kirschlger κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, συνεχάρη τον καθηγητή Hunger, πρόεδρο της Αυστριακής Ακαδημίας των Επιστημών, της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και ιδρυτή και οργανωτή της Βυζαντινολογικής Σχολής της Βιέννης, διότι, όπως είπε, απέδειξε ότι ο όρος «βυζαντινισμός» δεν έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγέννησης. Επανειλημμένα τονίστηκε από τον καθηγητή Hunger ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ «Byzantinistik» και «Neogrzistik», μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και νεοελληνικής φιλολογίας, διότι Βυζάντιο (σ.σ διαβαζε: Ρωμανία) και Νέος Ελληνισμός αποτελούν ενότητα».


    [“Επομένοι τοις θειοις πατράσι, αρχές και κριτήρια της πατερικής “θεολογίας”, εκδ. Βρυέννιος, θεσ/κη 1997]

    Λέει ο Κολοκοτρώνης στον Στρατηγό Hamilton:

    «Εμείς, καπετάν Άμιλτον, δεν εκάμαμε ποτέ συμβιβασμό με τους Τούρκους. Άλλους έκοψαν, άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, ζήσαμε ελεύθεροι από γενεά σε γενεά. Ο βασιλιάς μας (ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, δεν έκαμε καμμιά συνθήκη με τους Τούρκους. Η φρουρά του είχε παντοτεινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήσαν ανυπόταχτα. Η φρουρά του είναι οι κλέφτες και τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και τα βουνά.»


    [Θ. Κολοκοτρώνη, «απομνημονεύματα», εκδ. Αφών Τολίδη]

    Γράφει ο Μακεδόνας Ίων Δραγούμης

    «Σκοπός εκείνων που έφτειασαν το νέο κράτος ήταν (..) να ξαναπιάσει ο Ρωμηός τη διοίκηση του κράτους του που είχε πρωτεύουσα την Πόλη και να ξανακαθίσει Έλληνας βασιλιάς στο θρόνο των Παλαιολόγων. Μα οι περιστάσες, η σχετική αδυναμία των αρχηγών και οι μεγάλοι της γής έτσι το θέλησαν και αντί να γίνει, σύμφωνα με τη θέληση του λαού το κράτος της μεγάλης ιδέας, έγινε ένα μικρό ελληνικό κράτος στο μέρος που είχε ανθίσει η αρχαία Ελλάδα. Το ελληνικό όνειρο ίσως να περιορίστηκε προπάντων από την ευρωπαϊκή αντίληψη την ξεπαρμένη τότε από μια νεογέννητη φωτοβολή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Μόνο οι Ρώσοι, με το να μην έχουν κλασσική μόρφωση, ένοιωθαν σωστά ποιο ήταν αλήθεια το ελληνικό όραμα, και αυτοί δε είχαν λόγους να το σπρώξουν να γίνει πράμα, απεναντίας το έτρεμαν. Και οι Τούρκοι όμως, που δεν τους εσκότιζαν το μυαλό οι πιο αρχαίες ιστορίες, κι αυτοί ήξεραν καλά το τί εγύρευε το ξυπνημένο πια έθνος των Ρωμαίων, γιατί το θυμόντουσαν και οι ίδιοι – δεν είχαν περάσει και πολλά χρόνια – πως από αυτό το έθνος, το βασιλικό, επήραν την Πόλη, και αυτό το ίδιο θα θελήσει μια μέρα πάλι να τους την ξαναπάρει.». «…Και όπως ο φιλελληνισμός και η αρχαιομανία των Ευρωπαίων και η όμοια αρχαιομανία των γραμματισμένων Ρωμηών έπλαθαν την αντίληψη μιας μικρής Ελλάδας στενεύοντας τα σύνορα της φυλής και ταιριάζοντάς τα με τα σύνορα της αρχαίας, ενώ ο λαός είχε ζωντανή μέσα του σα πόθο εθνικό πάντα τη βυζαντινή παράδοση της αυτοκρατορίας, έτσι και στα άλλα, ενώ ο λαός κρατούσε τη δημοτική παράδοση, οι γραμματισμένοι με τη βοήθεια των αρχαιόμαθων φιλελλήνων οραματίζονταν με τον αρχαίον Ελληνισμό στενεύοντας τη ζωή του έθνους. Και οι φιλέλληνες και οι γραμματισμένοι Έλληνες επρόβαιναν με το μυαλό τους καττά κάποιαν αφαίρεση. Η νέα Ελλάδα ήταν κατευθείαν συνέχεια της αρχαίας, τα ενδιάμεσα δυο χιλιάδες χρόνια με τους δύο ελληνικούς πολιτισμούς τους ήταν σβησμένα. Αλεξαντρινά κράτη και προ πάντων βυζαντινό δεν είχαν υπάρξει. Όλα είχαν φτωχύνει τόσο μέσα στη ψυχή των μορφωμένων του έθνους, που δε εστοχάστηκαν ότι μπορούσαν να στραφούν αλλού παρά στην Ευρώπη για να γυρέψουν πρότυπα και για τους νόμους του κράτους και για τη διοίκηση και για την πνευματική ζωή(…) Ο ξενοφερμένος βασιλιάς με οργανωτές χοντρούς Βαυαρέζους αντίγραψαν νόμους φράγκικους και συντάγματα ισωπεδωτικά (…) ο γερμανομαθημένος αρχιτέκτονας μετάφερνε μαζί του από τη Γερμανία δείγματα σπιτιών, ο γαλλομαθημένος ράφτης μόδες, ο φραγκοπασαλειμμένος νομικός νόμους και ο διαβασμένος ποιητής στίχους ρωμαντικούς. Και ό,τι έφτανε ίσα από την Ευρώπη εφάνταζε και λαμποκοπούσε, ό,τι εντόπιο ήταν περιφρονημένο. Στην Ευρώπη φώλιασε ο πολιτισμός και η επιστήμη, εκεί λοιπόν φυτρώνει και κάθε τελειότητα. Όποιος δε πήγε στο Παρίσι δεν είναι άνθρωπος(…) Ο νομοθέτης φραγκοφερμένος και αυτός ή τουλάχιστο φραγκομαθημένος ετσάκισε με νόμους τα φυσικά του Ρωμηού, την κοινοτική ζωή, αντί να τη μελετήσει και να την καλλιτερέψει και απάνω της να θεμελιώσει τον κρατικό μηχανισμό, την κατασύντριψε, γιατί στη Βαυαρία δεν υπάρχουν κοινότητες (…) Το μόνο που θέλησαν να κρατήσουν ελληνικό, και αυτό όμως όχι νεοελληνικό, ήταν οι τύποι, η φάτσα, η εξωτερική μορφή, και βάφτισαν με αρχαιόπρεπα ονόματα τους θεσμούς και τις διάφορες θέσεις και αξιώματα. Φτάνει να λέγονταν κάτι “δήμος” και ήταν αμέσως ελληνικό, “σύνταγμα” και ήταν καλό, “βουλευτής” και ήταν γνήσιο. Έτσι και τους ανθρώπους από πρωτητερινά χρόνια άρχισαν και τους βάφτιζαν Περικήδες, Θεμιστοκλήδες, Σωκράτηδες, Δημοσθένηδες, νομίζοντας πως θα τους έφτειαναν έτσι γνήσιους απόγονους των αρχαίων που τους σπούδαζαν ωστόσο στην Ευρώπη για να τους τελειοποιήσουν. Και αρμένιζε η Ελλάδα όλη κατάισα κατά κάποιον αρχαιόμορφο και ξενότροπο μαϊμουδισμό, που έκαμε το ελληνικό μυαλό να παραδέρνει σε μια λιμνοθάλασσα από ιδέες παλιές και νέες.»


    [“Eλληνικός πολιτισμός”, του I. Δραγούμη, εκδ. Φιλόμυθος σ. 52]

    Το 1901 εκδόθηκε το έργο “Ιστορία της Ρωμιοσύνης” του Α. Εφταλιώτη. Την εποχή εκείνη, ακόμα, τα ονόματα Ρωμηός και Ρωμηοσύνη συγκινούσαν περισσότερο από σήμερα τους Ρωμηούς. Τούτο διότι τα ονόματα Έλληνας και Ελληνισμός δεν είχαν ακόμη επικρατήσει στην συνείδηση του απλού λαού. Αμέσως, όμως, ο Γεώργιος Σωτηριάδης έγραψε κριτική κατά της “Ιστορίας της Ρωμηοσύνης” όπου κατέκρινε την χρήση των ονομάτων Ρωμηός και Ρωμηοσύνη. Την υπεράσπιση του Αργ. Εφταλιώτη, ανέλαβε ο ομοϊδεάτης του, Κωστης Παλαμάς.

    Λέει, ο μεγάλος Κωστής Παλαμάς, για το έργο του Εφταλιώτη:

    «(…)Ανάλογη, λογική, ακολουθούμε και στο μεταχείρισμα των όρων Ρωμηός και Ρωμηοσύνη. Η μόνη διαφορά είναι πώς και τα δύο τούτα λόγια, επειδή δε μας έρχουνται, ίσα ολόϊσα, από την εποχή του Περικλή, παραμερίστηκαν αγάλια, αγάλια, από την επίσημη γλώσσα, καθώς κι’ όλα τα λόγια τα δυσκολομέτρητα της ζωής και της αλήθειας. Έλληνες, για να ρίχνουμε στάχτη στα μάτια του κόσμου, πραγματικά, Ρωμηοί. Το όνομα (Ρωμηός) κάθε άλλο είναι παρά ντροπή. Αν δεν το περιζώνει αγριλιάς στεφάνι από την Ολυμπία, το ανυψώνει στέμμα ακάνθινο μαρτυρικό και θυμάρι μοσκοβολά και μπαρούτη. Δείχνει ίσα ίσα τη ζωή και την πραγματικότητα της λέξης το ότι αυτή μας ήρθε πρόχειρα στην ειλικρινή μας και στην πιο φωτεινή μας ψυχική κατάσταση – στη συνείδηση του ξεπεσμού μας – για να διαλαλήσουμε τον ξεπεσμόν αυτό, πιο πολύ από το γιορτιάτικο και από το δυσκίνητο τ’ όνομα Έλλην, ακόμη και από το όνομα Έλληνας, που είναι κάπως πιο δυσκολορρίζωτο από το Ρωμηός, και κρατούσε ως τα χτές ακόμη την αρχαία ειδωλολατρική σημασία

    (…) Δεν απορεί κανείς, πώς ο Εφταλιώτης έγραψε Ρωμηός και όχι “Έλληνας”, έγραψε Ρωμηοσύνη και όχι “Ελληνισμός”. Απορεί πώς ο κ. Σωτηριάδης, με όλα τα δώρα της επιστήμης και της ευφυΐας που τον ξεχωρίζουν ανάμεσα σε πολλούς, έκρινε ότι πρέπει να κατακρίνει το συγγραφέα για το μεταχείρισμα των σωστών και των καλόηχων και των ωραίων όρων (…) τάχα λησμόνησε (ο κ. Σωτηριάδης) πώς είναι ο άξιος μεταφραστής της “Ιστορίας της Βυζαντινής Λογοτεχνίας” του Κρουμπάχερ, και λησμόνησε πόσο καθαρά μας εξηγεί ο σοφός ιστορικός τη σημασία του κατηγορημένου Ρωμιού, σε λίγα λόγια ουσιαστικά, αμέσως από τα πρώτα φύλλα του έργου του; “Το όνομα τούτο (δηλαδή Ρωμαίος) διετηρήθη, γράφει ο Κρουμπάχερ, δια των φρικτών χρόνων της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερον, ως η πραγματική και μάλιστα διαδεδομένη επίκλησις του γραικικού λαού, απέναντι της οποίας η μεν σποραδικώς απαντώσα Γραικοί μικράν ιστορικήν σημασίαν έχει, η δε δια της Κυβερνήσεως και σχολείου τεχνικώς εισαχθείσα Έλληνες, ουδεμίαν”.

    (…) Βαπτιστικός του κλασσικού Ρωμαίου της Ρώμης, από τον καιρό του Ιουστινιανού ως τον καιρό του Ρήγα του Βελεστινλή, ο ίδιος έμεινε, ξεχωρισμένος, ο ίδιος πάντα, μέσα από το δανεικό του όνομα, που τόκαμε δικό του, ο Ρωμαίος της Πόλης, ο Ρωμηός ο ραγιάς, ο Ρωμηός ο αδούλωτος, ο Ρωμηός ο Έλλην… Και αφού η Ιστορία του κ. Εφταλιώτη δεν είναι για τον Έλληνα του Περικλή, μήτε για τον Έλληνα του μεγάλου Αλεξάνδρου, ο ευσυνείδητος ιστοριοπλέχτης δεν μπορούσε παρά για τον Ρωμηό και για την Ρωμηοσύνη να μιλήση, που δεν είναι και τα δύο παρά τα νέα ονόματα του Έλληνος και του Ελληνισμού. Το θέλησε η ιστορική ακριβολογία».


    [Κ. Παλαμάς, «Ρωμηός και Ρωμηοσύνη», Απαντα, τ. ΣΤ’, Ιδρυμα Κωστή Παλαμά, Μπίρης, Αθήνα]

    Σε όσους θελήσουν να αμφισβητήσουν την αγάπη του Κ.Π. προς την αρχαία Ελλάδα, απλώς θα υπενθυμίσουμε πως δικός του είναι ο ύμνος των Ολυμπιακών αγώνων. Αλλα ο Παλαμάς, δεν ήταν αρχαιόπληκτος, και γνώριζε πως και το «Έλληνας» και το «Ρωμαίος / Ρωμηός» είναι δικά μας, ήξερε πως οι φράγκοι / Δυτικοί, ήθελαν να χρησιμοποιούμε το Ελληνας, και ΟΧΙ το Ρωμηός, απο συμφέρον και όχι απο αγάπη. Για να ξεχάσουμε ΠΛΗΡΩΣ τη Ρώμη μας.

    Το ενδιαφέρον είναι ότι οι δυτικοευρωπαίοι γνώριζαν την Ελληνικότητα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και δε δίσταζαν να το αναφέρουν, όταν δεν κατευθύνονταν από σκοπιμότητες. Έτσι το 1713, σε μια εποχή δηλαδή για την οποία τα (φραγκοθρεμμένα) σχολικά μας βιβλία διδάσκουν ότι οι Ρωμαίοι έχουν χαθεί πριν 1200 χρόνια, ο Βενετός τυπογράφος της πρώτης έκδοσης του “Ερωτόκριτου” γράφει ότι τυπώνει αυτό το βιβλίο “παρακινημένος από την διάπυρον αγάπην και ευλάβειαν οπού παιδιόθεν έχω προς το ένδοξον γένος των Ρωμαίων”. Ο ίδιος δηλώνει ότι είναι “Ιταλικός και της γλώσσης ολότελα ανήξευρος”, αλλά παρά ταύτα προσπάθησε να τυπώσει βιβλία “τα οποία ως τώρα και από άλλους Ρωμαίους και Ιταλικούς τυπογράφους ετυπώθησαν, αλλά και τα ασυνήθιστα και χρησιμότερα, οπού υπό τινά Ρωμαίον δεν έγιναν”. Ο πρόλογος κλείνει με παράκληση προς τους “άρχοντες Ρωμαίους” να προσφέρουν τυχόν χειρόγραφα στον εκδότη ώστε να τυπώσει αργότερα μια βελτιωμένη έκδοση. Παρατηρούμε την αντιπαράθεση των όρων «Ρωμαίος» και «Ιταλικός» (=Ιταλός). Μοιάζει να μην έχουν καμία σχέση. Ο ίδιος το παραδέχεται. Θα πρέπει να προβληματίσει όλους τους Έλληνες που πιστεύουν πως κληρονόμοι των Ρωμαίων είναι οι Ιταλοί και όχι οι Έλληνες. Σε γνωστό «μεγάλο» κανάλι, προσφατα, σε κάποιο Ρεπορτάζ στην Ιταλία στο δελτίο ειδήσεων χρησιμοποιήθηκε ο όρος «Νέο-Ρωμαίοι», για να περιγράψει τους Ιταλούς.
    Είναι ενδεικτικό της αμαθειας μας, για την ίδια μας την ιστορία. Τους χαρίζουμε οτι δεν τους ανήκει.

    Αντίστοιχα, οι Δ. Φιλιππίδης και Γρ. Κωνσταντάς που συνέγραψαν τη “Γεωγραφία Νεωτερική” το 1791 σημειώνουν στην παρουσίαση των ευρωπαϊκών γλωσσών πώς “η Ρωμαίικη γλώσσα η αλόγως και αμαθέστατα καταφρονουμένη από μερικούς, έχει μεγάλη συγγένεια με την Ελληνική, και είναι μια θυγατέρα της οπού σχεδόν την ομοιάζει επειδή όλες σχεδόν αι λέξεις είναι από την Ελληνική”.

    («Ρωμαίικη», εννοεί την ονομαζόμενη σήμερα «Νεοελληνική» / Δημοτική. «Ελληνική», εννοεί την Αρχαία Ελληνική/ Καθαρεύουσα.)

    Γι’ αυτό το λόγο, από την Τουρκοκρατία και μετά, υπάρχουν λεξικά, με τίτλο “Γαλλικά-Ρωμαϊκά”, “Ιταλικά – Ρωμαϊκά”, κλπ. Και, για να μην υπάρχει η παραμικρή περίπτωση αμφιβολίας, υπάρχουν και λεξικά, όπως το “Λεξικόπουλο” του Simon Portius (Παρίσι, 1635), που είναι «Ρωμαϊκό – Ελληνικό – Λατινικό» (!!) Στο λεξικό του Portius, η λατινική λέξη «fabula», για παράδειγμα, μεταφράζεται στην ελληνική γλώσσα ως «μύθος» και στη ρωμαϊκή ως «παραμύθι». [http://babel.mml.ox.ac.uk/neograeca/gsplr1636/gsplr1636book.htm]

    Εκείνη την εποχή θεωρούσαν αυτονόητο πως τα Λατινικά δεν ήταν η γλώσσα των Ρωμαίων.

    Θωμάς Δρίτσας

    Πηγή: Eνωμένη Ρωμηοσύνη-www.enromiosini.gr

    Δημοσίευση σχολίου

    0 Σχόλια