Εκατό χρόνια από την Γενοκτονία των Ποντίων: Η σφαγή και ο ξεριζωμόςτου ποντιακού ελληνισμού


Η γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού - που από το 1994 αναγνωρίζεται επισήμως από την ελληνική πολιτεία με την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου, ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου - αναφέρεται στα βίαια, μαζικά, φονικά γεγονότα, της δεύτερης και των αρχών της τρίτης δεκαετίας του 20αι., που έλαβαν χώρα στην καταρρέουσα τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, μέχρι τη δημιουργία του σύγχρονου τουρκικού κράτους.



Τα γεγονότα αυτά πυροδοτήθηκαν από την σταδιακά αυξανόμενη ανάδυση και εντεινόμενη επίδραση του τουρκικού εθνικισμού, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την φυσική εξόντωση, τον αφανισμό, τον εκτοπισμό, την εκρίζωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου από τις πατρογονικές τους εστίες.

Η ανάληψη της εξουσίας από τους Νεότουρκους το 1908 στην Οθωμανική Θεσσαλονίκη θεωρείται η απαρχή του για τους «συστηματικούς» και «οργανωμένους» - όπως υποστηρίζουν σύγχρονοι ιστορικοί και ερευνητές - διωγμούς, εξαντλητικές πορείες εξόντωσης, εγκλεισμούς σε τάγματα καταναγκαστικής εργασίας, λεηλασίες, βιαιότητες, σε βάρος όλων των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής. Όπως επισημαίνουν, οι ίδιοι, οι ωμότητες αυτές πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους και σε διάφορες φάσεις, μέσα στη δεκαετία 1913-1923 και μέσα σε εμπόλεμες συνθήκες, αλλά και σε ειρηνικά μεσοδιαστήματα, στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.


Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων είναι δύσκολο να υπολογιστεί, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν. Ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης αναφέρει:
«Οι ¨Έλληνες σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία, πριν την έναρξη των διωγμών, σε ήταν περίπου 2 με 2.2 εκατομμύρια. Στο χώρο του Πόντου ήταν περίπου 450.000. Στην επίσημη απογραφή του 1928 καταμετρήθηκαν, ως πρόσφυγες στην Ελλάδα, επισήμως, 1.2 εκατομμύρια. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των Ελλήνων που χάθηκαν στην περίοδο 1914-22, αυτών που αγνοείται η τύχη τους, είναι της τάξης των 700.000- 800.000, σε όλη την έκταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας».

Πέρα από το ελληνικό κράτος, ο διωγμός των Ποντίων αναγνωρίζεται επισήμως ως γενοκτονία από την Κύπρο, την Αρμενία, την Σουηδία, ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ τη βουλή της πολιτείας της Νότιας Αυστραλίας, την Αυστρία, την Ολλανδία, και από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών.

Το επίσημο τουρκικό κράτος, που διαδέχθηκε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αρνείται ότι διαπράχθηκε «γενοκτονία»: ο όρος διατυπώθηκε και ενσωματώθηκε στο διεθνές δίκαιο το 1948 από τον Πολωνό Ράφαελ Λέμκιν, με σκοπό τη νομική περιγραφή «μαζικών εγκλημάτων» από κυρίαρχες εξουσίες, με προσχεδιασμό, οργάνωση, συστηματικότητα και με σκοπό «τη μεθοδευμένη εξολόθρευση, ολική, ή μερική» διαφόρων «εθνικών, φυλετικών, θρησκευτικών, ή άλλων μειονοτήτων» και έδωσε το έναυσμα για την ανάπτυξη ενός ευρύτερου επιστημονικού διαλόγου και κοινωνικού προβληματισμού.

Τα δραματικά πολιτικά γεγονότα που οδήγησαν στην σφαγή και τον ξεριζωμό των Ποντίων

Ο Θεοδόσης Κυριακίδης, διδάκτωρ ιστορίας, επιστημονικός συνεργάτης στην Έδρα Ποντιακών Σπουδών του ΑΠΘ, αναφέρει:

«Μετά την γενοκτονία των Αρμενίων το 1915, όπου οι σφαγές ξεσήκωσαν τότε την κοινή γνώμη - η ελίτ των Νεότουρκων οργανώνει την εξόντωση, μέσω των εκτοπισμών, των Ποντίων. Το αντάρτικο στον Πόντο δημιουργείται εκείνη την περίοδο, ως προσπάθεια αυτοάμυνας, διαφύλαξης της ζωής τους.

Ο διοικητής της Τεσκιλάτ Μαχρουσά, - αφού έχουν εξοντωθεί οι Αρμένιοι - φτάνει το φθινόπωρο του 1916 στον Πόντο και ξεκινούν οι συστηματικές σφαγές, εκτοπίσεις, δολοφονίες και διώξεις, που αρχίζουν από το φθινόπωρο του 1916 και εξελίσσονται με σφοδρότητα μέχρι το καλοκαίρι του 1917.

Από τον Απρίλιο του 1916 μέχρι το Φεβρουάριο του 1918 η περιοχή της Τραπεζούντας και ο ανατολικός πόντος καταλαμβάνεται από το ρωσικό στρατό. Στις 15 Μαΐου του 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη και στις 19 Μαΐου φτάνει στην Αμισό, στη Σαμψούντα, με αποστολή να ειρηνεύσει την περιοχή από τη δράση ένοπλων συμμοριών. Αυτονομείται από την Υψηλή Πύλη και κάνει ακριβώς το αντίθετο.

Δέκα μέρες μετά την άφιξη του, στις 29 Μαΐου συναντιέται στη Χάμσα με τον Τοπάλ Οσμάν, τον τοπικό αρχηγό μουσουλμανικών συμμοριών, ο οποίος δρα κυρίως στις περιοχές γύρω από Τραπεζούντα και στον ανατολικό Πόντο.
Ο ίδιος ο Κεμάλ καταφέρνει να συσπειρώσει τα απομεινάρια των τούρκων ατάκτων στο εσωτερικό της Ανατολίας. Ισχυροποιείται το 1921 με τις υπογραφές συνθηκών με τους συμμάχους μας κατά τον Α’ΠΠ και αργότερα και με τους μπολσεβίκους. Από το τέλος του 1921 μέχρι το Μάιο του 1922 έχουμε το δεύτερο μεγάλο κύμα των σφαγών στον Πόντο.

Το Χρονικό της Γενοκτονίας
1908: Κίνημα των Νεότουρκων στην οθωμανική Θεσσαλονίκη. Οι εθνικιστές ηγέτες (Κεμάλ - Ενβέρ – Ταλάτ) υποσκελίζουν το σουλτάνο Αμπτούλ Χαμίτ και αναλαμβάνουν τον πολιτικό έλεγχο της αυτοκρατορίας.

1910. Αυταρχικά, κατασταλτικά μέτρα κατά των χριστιανικών κοινοτήτων της αυτοκρατορίας.

1911: Σε συνέδριο του «Κομιτάτου Ένωση και Πρόοδος» των Νεότουρκων κυριαρχεί το σύνθημα: «Η Τουρκία στους Τούρκους».

1913 : Οργανώνεται από τους Νεότουρκους το «Γραφείο Εγκατάστασης Φυλών και Μεταναστών» και ιδρύεται η μυστική υπηρεσία (Teskilat i-mahsusa)

1914. Έναρξη του Α’ ΠΠ. Οι πρώτες μαζικές διώξεις κατά Ελλήνων στην Ανατολική Θράκη. Πογκρόμ στη Δυτική Μικρά Ασία και η σφαγή της Φώκαιας. Ρωσοτουρκικός Πόλεμος. Έξαρση του τουρκικού εθνικισμού, συσπείρωση του μουσουλμανικού στοιχείου.

1915 : Καλούνται στην Κωνσταντινούπολη και εξοντώνονται οι πρόκριτοι των Αρμενίων. Η Γενοκτονία των Αρμενίων ολοκληρώνεται σε λίγους μήνες.

1916 - 1917 : Πορείες «θανάτου» στο εσωτερικό της Ανατολίας από τον οθωμανικό δυτικό Πόντο (Σαμψούντα, Μπάφρα, κ.α) και απώλειες χιλιάδων χριστιανών - αντρών, γυναικών και παιδιών - από τις κακουχίες, το κρύο και την πείνα. Τάγματα καταναγκαστικής εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού). Ο ανατολικός Πόντος υπό ρωσική κυριαρχία. Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία και λήξη ρωσοτουρκικού πολέμου.

1918 : Λήξη Α’ ΠΠ. Η ηγεσία των Νεότουρκων παραδίδεται στους συμμάχους της Αντάντ. Αποχώρηση Ρώσων από τον ανατολικό Πόντο και τον Καύκασο.
1919 : Αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη. Αναχώρηση από Κωνσταντινούπολη στις 15 Μαΐου και άφιξη στις 19 Μαΐου του Μουσταφά Κεμάλ Πασά στη Σαμψούντα, με αποστολή την «ειρήνευση» από τη δράση ομάδων ατάκτων. Αυτονόμηση του από την Υψηλή Πύλη και συνάντηση του στη Χάμσα, στις 29 Μαΐου, με τον Τοπάλ Οσμάν.

1920: Συνθήκη των Σεβρών. Ανατολική Θράκη και Σαντζάκι της Σμύρνης υπό όρους, σε ελληνικό έλεγχο, ο Πόντος εξαιρείται των ρυθμίσεων.
1920-1922 : Από την περιοχή της Βιθυνίας ξεκινούν σε όλο τον Πόντο σφαγές, λεηλασίες, καταστροφή χριστιανικών χωριών από παρακρατικές νεοτουρκικές ομάδες. Δεκάδες χιλιάδες Πόντιοι και Αρμένιοι φεύγουν να σωθούν προς τη Σοβιετική Αρμενία και προς τους υπό γαλλικό έλεγχο Συρία και Λίβανο.

1922 : Μικρασιατική καταστροφή. Ο ελληνικός στρατός ηττάται στον Σαγγάριο, φλέγεται η Σμύρνη.

1923 : Συνθήκη της Λωζάννης. Ανταλλαγή πληθυσμών, προσφυγιά.

ΠΗΓΗ: kathimerini.gr

Το ξέσπασμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τη Γενοκτονία - Τί απέγιναν 500.000 Έλληνες του Πόντου;


Ως εχθρούς του κράτους έβλεπαν οι κεμαλικές αρχές τους ελληνικούς πληθυσμούς του Πόντου όπως αναφέρεται σε δηλώσεις του επί των Εξωτερικών επιτρόπου Φετχή βέη, οι οποίες δημοσιεύτηκαν το 1921 στο πρακτορείον «Ανατολή», προκειμένου να δικαιολογήσουν τα διαπραχθέντα κακουργήματα της επαναστατικής κυβέρνησης της Άγκυρας.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μία μέρα μετά την ενθρόνιση του Οικουμενικού Πατριάρχη Μελέτιου Δ' (1921-1923), το οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα σε επιστολή της προ την Κοινωνία των Εθνών για την απάθεια του πολιτισμένου κόσμου και αποκαλύπτει όλα τα εγκλήματα.

Το χρονικό του ξεσπάσματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μεταφέρει στη «Γη του Πόντου» ο Δημήτρης Ψαθάς. Σας παρουσιάζουμε το απόσπασμα:

«Κατά τας δηλώσεις ταύτας η Κυβέρνησις του Μουσταφά Κεμάλ φέρεται ενεργήσασα εντός
ορίων, επιτρεπομένων υπό του πολιτισμού, αφού, ως ισχυρίζεται, περιώρισε την ενέργειάν
της μόνον εις την μετακίνησιν των ανδρών και δει μόνον των ανηκόντων εις τας ηλικίας 18‐
50 ετών. Παρουσιάζει δε εαυτήν ακόμη ως εφαρμόσασαν το μέτρον τούτο εκ μερίμνης και
προνοίας υπέρ της ασφαλείας του Κράτους εναντίον των Ελληνικών πληθυσμών του
Πόντου, ους θεωρεί εχθρούς του κράτους τούτου.

Τ' όργιο της εξόντωσης των Ελλήνων δεν είχε μείνει δίχως αντίδραση. Ακούστηκαν μερικές 
φιλελεύθερες φωνές στην Ευρώπη και Αμερική, που στιγμάτιζαν τα εγκλήματα των
Κεμαλικών, αλλά και το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης έστειλε στην
Κοινωνία των Εθνών —26 του Νοέμβρη 1921 ν.ημ.— μια έντονη διαμαρτυρία όπου
ανάμεσα στ' άλλα τόνιζε:

«... Όσον δήποτε βαρύς και αν υπήρξεν ο τουρκικός ζυγός δια μέσου των αιώνων ουδέποτε
οι Χριστιανοί της Τουρκίας εξετέθησαν εις μεγαλειτέρας καταστροφάς, ειμή υπό το
επαναστατικόν καθεστώς του Μουσταφά Κεμάλ. Οι Τούρκοι της σήμερον προσπαθούσι να
πραγματοποιήσωσι δια των ερημώσεων, σφαγών και βιαίων εξισλαμίσεων το εθνικιστικόν
των πρόγραμμα, το οποίον δεν κατώρθωσαν να φέρουν εις πέρας οι πρόγονοί των κατά τον
16ον αιώνα.

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επεθύμει να δώση επακριβή εικόνα της καταστάσεως εν τη χώρα, αι Κεμαλικαί όμως αρχαί, πλήξασαι τους διαφόρους κατά τόπους θρησκευτικούς αρχηγούς των Ελληνικών Κοινοτήτων εν Μ. Ασία απεξένωσαν τούτο πάσης επικοινωνίας μετ' αυτών. Εν τούτοις πληροφορίαι άλλων αξιόπιστων πηγών επιτρέπουν να σχηματίση τις ιδέαν των φοβερών Τουρκικών θηριωδιών εναντίον των Ελλήνων και εις αυτά τα πλέον απομεμακρυσμένα σημεία του εσωτερικού. Ούτω:

Εις τας επισκοπάς του Πόντου και τας επισκοπάς της Αγκύρας, της Καισαρείας, του Ικονίου, της Ηλιουπόλεως, της Πισσιδείας και της Φιλαδελφείας πάντες οι Έλληνες από 15 μέχρις 70 ετών εξετοπίσθησαν εις Βαν Βιτλίς, Διαρβεκήρ, Ερζερούμ και Μαμουρέτ‐ουλ‐Αζίζ και μάλιστα υπό περιστάσεις, αι οποίαι επέφερον τον θάνατον εις τους περισσοτέρους εξ αυτών.

Περί τα τέλη του παρελθόντος Ιουνίου και αρχάς Ιουλίου καραβάνια Ελλήνων, εξορισθέντων κατά χιλιάδας απεδεκατίσθησαν υπό των συνοδών των. Χιλιάδες εξ αυτών εφονεύθησαν πλησίον του Κοβάκ, εις το Τσιουμπούς Χαν, εις Τσακαλή επί του όρους Μαμούρ Δάγ.

Επτά ιερείς της περιφερείας Πάφθας Αλάτσαμ εσταυρώθησαν. Ο ιερεύς του χωρίου Τέπετσηκ υπέστη την ιδίαν τύχην. Ο επίσκοπος Ζήλωνος Ευθύμιος απέθανεν εις τας φυλακάς εν Αμασεία (κατ' άλλους δηλητηριασθείς). Ο Έλλην αρχιεπίσκοπος και ο Αρμένιος τοιούτος του Ικονίου εξωρίσθησαν εις Ερζερούμ. Ο επίσκοπος Αριστείας Ιερόθεος απήχθη προς άγνωστον διεύθυνσιν.

Ο Μουσταφά Κεμάλ ίδρυσε τα δικαστήρια της Ανεξαρτησίας, άτινα δεν παύουν από του να καταδικάζουν αδιακόπως τους Χριστιανούς και ιδιαιτέρως τους Έλληνας, τους εξασκούντας επιρροήν παρά τοις ομοφύλοις των.

Τον Σεπτέμβριον και τον Οκτώβριον παιδία 15 και 12 ακόμη ετών όλης της περιφερείας Σινώπης μετεφέρθησαν εις το εσωτερικόν. Εν Πάφρα, Λαοδικεία, Τσαρσαμπά, Αλάτσαμ, Καβάκ, Κάβζα, Μερζιφούν, Κιρκ, Χαρμάν, Μεσσουδιέ, Νίκσαρ, Έρπαα και πολλά άλλα μέρη εφονεύθησαν πάσαι αι γυναίκες και τα παιδιά. Παρόμοια εγκλήματα έλαβον χώραν εις την επισκοπήν Ροδοπόλεως ως και εις την επισκοπήν Ικονίου. Δύναταί τις να κρίνη περί τηςεκτάσεως των καταστροφών πληροφορούμενος ότι 338 χωρία της περιφερείας Αμασείας κατεστράφησαν δια πυρός και σιδήρου.

Ιδού εν ολίγοις ο απολογισμός της μέχρι σήμερον φρικώδους καταστάσεως των Χριστιανών της Ανατολίας, τον οποίον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον φέρει εις γνώσιν της Κοινωνίας των Εθνών με την ελπίδα ότι θα προκαλέση την προσοχήν ταύτης προς σωτηρίαν των εναπολειφθέντων αδελφών ημών».


Στις διαμαρτυρίες και τις καταγγελίες των εγκλημάτων του Κεμαλισμού προσπάθησε ν' αντιδράση η Κεμαλική κυβέρνηση με διάφορες ψευδολογίες και δικαιολογίες, δίνοντας στο Πρακτορείο της Ανατολής δηλώσεις του υπουργού των Εσωτερικών για την «ενημέρωση» της διεθνούς κοινής γνώμης, στις 17 του Δεκέμβρη 1921. Ευθύς αμέσως το Γραφείο Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου απάντησε με μια ανακοίνωση στον διεθνή Τύπο που ανέτρεπε όλες τις ψευδολογίες κι έδινε σ' όλη την φρίκη της την γυμνή αλήθεια. Να το κείμενό της:

«Το Πρακτορείον Ανατολής εδημοσίευσε, υπό τύπον ανακοινωθέντος, δηλώσεις του επί των Εξωτερικών επιτρόπου Φετχή βέη, αι οποίαι αποτελούσιν απόπειραν δικαιολογίας της επαναστατικής κυβερνήσεως της Αγκύρας δια τα διαπραχθέντα κακουργήματα υπ' αυτής κατά των εν Πόντω Χριστιανών.

Κατά τας δηλώσεις ταύτας η Κυβέρνησις του Μουσταφά Κεμάλ φέρεται ενεργήσασα εντός ορίων, επιτρεπομένων υπό του πολιτισμού, αφού, ως ισχυρίζεται, περιώρισε την ενέργειάν της μόνον εις την μετακίνησιν των ανδρών και δει μόνον των ανηκόντων εις τας ηλικίας 18‐ 50 ετών. Παρουσιάζει δε εαυτήν ακόμη ως εφαρμόσασαν το μέτρον τούτο εκ μερίμνης και προνοίας υπέρ της ασφαλείας του Κράτους εναντίον των Ελληνικών πληθυσμών του Πόντου, ους θεωρεί εχθρούς του κράτους τούτου.

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον θεωρεί επιβαλλόμενον ιερόν καθήκον να διαμαρτυρηθή εντόνως κατά των δηλώσεων τούτων αι οποίαι αποτελούσι στραγγαλισμόν της αληθείας και να καταγγείλη εις τον πεπολιτισμένον κόσμον, ότι πάσαι αι δικαιολογίαι αύται είναι αποφάσεις εν ανομίαις, ότι ο πραγματικός σκοπός των κακουργημάτων τούτων, άτινα διεπράχθησαν και εξακολουθούν να διαπράττωνται εν Μ. Ασία είναι ο πολιτικός σκοπός της εξοντώσεως του εκεί Χριστιανικού στοιχείου και ότι ούτε εκ προνοίας δια την ασφάλειαν του κράτους προέβη η Κυβέρνησις του Μουσταφά Κεμάλ εις τα εναντίον των Χριστιανών της Μικράς Ασίας κακουργήματά της, ούτε δε εν τη εκτελέσει των τοιούτων κακουργημάτων εγνώρισεν όριον, τουναντίον δε υπερέβαλε κατά την ωμότητα τας αγριότητας των κατά καιρούς Οθωμανικών κυβερνήσεων.

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ερωτά την Κεμαλικήν Κυβέρνησιν:

1ον. «Ποία σκέψις και ποία πρόνοια ασφαλείας δύναται να δικαιολογήση το γεγονός ότι
εκτός των ανδρών των ηλικίας 18 ‐50, τας οποίας προς παραπλάνησιν του κόσμου
αναφέρει μονάς ο επί των Εσωτερικών Επίτροπος της κυβερνήσεως της Αγκύρας,
μετετόπισεν εις το εσωτερικόν και ακινδύνους γέροντας ηλικίας 70 και 80 ετών και αθώα
παιδία 10 μέχρι 12 ετών;

2ον. Και ποία σκέψις ασφαλείας δικαιολογεί το γεγονός ότι η μεγίστη πλειονότης τα 90%
των ούτω μετατοπισθέντων εξοντώθησαν υπό των συνοδευόντων αυτούς στρατιωτών και
χωροφυλάκων, ενεργούντων από κοινού μετά των ενόπλων τουρκικών πληθυσμών, εις
επανάληψιν και πιστήν απομίμησιν των φρικαλέων Αρμενικών σφαγών; Και διατίεξωντώθησαν κατά την ειρημένην αναλογίαν εν Καβάκ και Τζουμπούς Χαν αι εξ Αμισού
αποσταλείσαι τέσσαρες συνοδείαι αρρένων; Και πώς ενεκλείσθησαν οι πρόκριτοι της
Πάφρας δι' απάτης και εξοντώθησαν μετά το συμπόσιον, εις ο παρεκάθησαν μετά των
πολιτικών και στρατιωτικών αρχών της πόλεως; Και πώς εξωντώθη το μέγιστον μέρος της
πόλεως δια του φρικαλεωτέρου τρόπου και δια επονειδίστου και κακούργου ενέδρας
στηθείσης εις τους δυστυχείς υπ' αυτών τούτων των οργάνων της κυβερνήσεως;

3ον. Ποία σκέψις ασφαλείας δύναται να δικαιολογήση την κατά του ιερού ημών κλήρου
επιδειχθείσαν πρωτοφανή αγριότητα και τους απαγχονισμούς και τας σταυρώσεις ιερέων,
ως των επτά της περιφερείας Πάφρας‐Αλάτσαμ και του ιερέως του χωρίου Αδά;

4ον. Ποία σκέψις ασφαλείας δικαιολογεί το γεγονός ότι, η τοιαύτη απαραδειγμάτιστος
θηριωδία περιέλαβε και τας γυναίκας, εξ ων άλλαι μεν βία ωδηγήθησαν εις τα τουρκικά
χαρέμια, όπου τις οίδε, ποίας υφίστανται ατιμώσεις και άλλαι, αι οποίαι ητιμάσθησαν δια
του επαισχυντοτέρου τρόπου υπό κτηνωδών χωροφυλάκων και στρατιωτών, παρεδόθησαν
εις φρικωδέστερον θάνατον, ως ακριβώς συνέβη εν Κάβζα, όπου Τούρκοι στρατιώται
οργιάσαντες εν λουτρώνι επί Ελληνίδων, έρριψαν κατόπιν τα οικτρά θύματά των εις τον
κλίβανον του λουτρώνος;

5ον. Και πώς δικαιολογείται το γεγονός ότι, κατά χιλιάδας εφονεύθησαν γυναικόπαιδα εν
Πάφρα, Λαοδικεία, Τσαρσαμπά, Αλατσάμ, Καβάκ, Κάβζα, Μερζιφούν, Κιρκ Χαρμάν,
Μεσουδιέ, εν τη περιφερεία της επαρχίας Νεοκαισαρείας, Έρπαα και υπέρ τριακόσια άλλα
χωρία;

6ον. Και ποία σκέψις ασφαλείας είναι ικανή να δικαιολογήση την εντολήν, η οποία εδόθη
εις τον δήμαρχον Κερασούντος Οσμάν αγάν, μετά των υπ' αυτόν συμμοριών και
πολυπληθών δημίων, να αρπάση περιουσίας, να ατιμάση γυναίκας, να αρπάση παρθένους,
να σφάξη τους άνδρας και γυναικόπαιδα, να εκδάρη και πεταλώση ανθρώπινα όντα, ως
έπραξεν εν τη επαρχία Κολωνίας και να πυρπολήση μετά των κατοίκων, πάντα τα μέρη, δι'
ων διήλθε; Και ποίαν άλλην σημασίαν ή την της επιβραβεύσεως του ανθρωπομόρφου
εκείνου τέρατος έχει το γεγονός ότι από απλού και ταπεινού αλιέως και λεμβούχου το
επάγγελμα, προεβιβάσθη ούτος υπό της Κεμαλικής Κυβερνήσεως εις τον βαθμόν του
αντισυνταγματάρχου και απενεμήθη εις αυτόν, τελείως αστοιχείωτον όντα, το
σοβαρώτατον υπούργημα στρατιωτικού διοικητού της παραλίας;

7ον. Ποία σκέψις ασφαλείας ώθησε την Κεμαλικήν Κυβέρνησιν να πυρπολήση και
καταστρέψη όλα τα χωρία τα χριστιανικά της επαρχίας Αμασείας, τα πλείστα των επαρχιών
Νεοκαισαρείας και Κολωνίας, του τμήματος Κερασούντος, τα χωρία της περιφερείας Σάντας
εν τη επαρχία Ροδοπόλεως, των περιφερειών Κολεχισσάρ και Μεσουδιέ. Και διατί τα
γυναικόπαιδα όλων των χωρίων τούτων, όσα δεν επρόφθασαν να καταφύγωσιν εις τα όρη
εφονεύθησαν υπό των τρομερών κακούργων εν ονόματι του επισήμου κράτους εντός των
εστιών των;

8ον. Και πώς χαρακτηρίζονται ως στασιασταί και συμμορίται τα προς διάσωσίν των από την
σφαγήν και την ατίμωσιν, καταφυγόντα εις τα όρη γυναικόπαιδα και πώς απειλείται η δια
πυράς και σιδήρου εξόντωσίς των, εάν δεν παραδοθώσιν εις τους υπό της τουρκικής
κυβερνήσεως ταχθέντας δημίους των;

9ον. Και ποία σκέψις ασφαλείας δύναται να δικαιολογήση το γεγονός ότι, τα αποκληθέντα
«Δικαστήρια Ανεξαρτησίας» κατέρριψαν και εξηυτέλισαν πάσαν ιδέαν δικαιοσύνης δια
συνολικής καταδίκης εις θάνατον 1000 περίπου προκρίτων κατά τον Αύγουστον του 1921,άνευ της ελαχίστης αποδεικτικής διαδικασίας, Μητροπολιτών, Επισκόπων, Πρωτοσυγκέλων
και άλλων κληρικών, επιστημόνων, καθηγητών, τραπεζιτών, μεγαλεμπόρων και
μεγαλοκτηματιών, του άνθους της ελληνικής κοινωνίας του Πόντου, χωρίς να επιτραπή εις
αυτούς ούτε να υπερασπίσωσιν εαυτούς δια συνηγόρων, αλλ' ούτε και να προφθάσουν να
ανοίξουν καν το στόμα αυτών προς απολογίαν; Και πώς κατεδικάσθησαν ούτως εις θάνατον
και πώς απηγχονίσθησαν απανθρωπότατα εν Αμασεία άνδρες των οποίων μόνον έγκλημα
υπήρξεν ότι είχον μετάσχει φιλανθρωπικής απλώς ενεργείας, αποτελέσαντες απλά μέλη
επιτροπών επί των προσφύγων και ορφανών προς διανομήν Ευρωπαϊκών και πολλάκις
Αμερικανικών βοηθημάτων; Και πώς δικαιολογείται επίσης η εμπαικτική πράξις των αυτών
δικαστηρίων, τα οποία κατεδίκασαν ανθρώπους ερήμην εις θάνατον εκ των υστέρων, περί
των οποίων υπήρχον αποδείξεις και θετικαί ληξιαρχικής φύσεως γραπταί πληροφορίαι εις
την κυβέρνησιν, ότι είχον δολοφονηθή υπό του Οσμάν αγά και των οργάνων του εν πλήρει
ημέρα;

10ον. Ποία σκέψις ασφαλείας ως διατείνεται η Κεμαλική κυβέρνησις δύναται να
δικαιολογήση την βεβήλωσιν τόσων εκκλησιών και πυρπόλησιν μετά των εν αυταίς επί
τούτω σκοπίμως κατακλεισθέντων Χριστιανών, την πυρπόλησιν και κατασκαφήν των
σχολών, επί τούτοις δε την φρικώδη απαγχόνισιν των μαθητών και των διδασκάλων του εν
Μερζιφούντι Αμερικανικού Κολλεγίου όπου εκαλλιεργείτο ο Ευρωπαϊκός και Αμερικανικός
πολιτισμός;
11ov. Και ερωτά το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ακόμη: Τι απέγιναν αι 500.000 Ελλήνων του
Πόντου; Και τι απέγιναν αι κατά την διάρκειαν του γενικού πολέμου εκ της Ρωσίας
παλιννοστήσασαι κατά την ανακωχήν 85.000 Ελλήνων, διαταγή του αρχηγού των εν
Ανατολή συμμαχικών δυνάμεων Φρανσέ δ' Εσπεραί, εκ των οποίων 7.000 οικογένειαι, επί
τη βάσει εγκύρων πληροφοριών, ας κατέχει το Πατριαρχείον, ευρέθησαν εν Πόντω μετά την
ανακωχήν; Τι απέγιναν; Που γης ευρίσκονται αύται; Ζώσιν εισέτι;

12ον. Αλλά δια να παρέλθωμεν πλέον τον Πόντον, ποία σκέψις ασφαλείας ώθησε την
Κεμαλικήν κυβέρνησιν να διαπράξη παρόμοια κακουργήματα και εις άλλα μέρη της Μικράς
Ασίας, ενεργήσασα τας αθρόας σφαγάς του Μπερεκετλή Μαδέν και του Γκιουμούς Μαδέν,
εξοντώσασα δια πυρός και σιδήρου όλον τον χριστιανικόν πληθυσμόν των χωρίων της
Βιθυνίας (ίδε συνολικας σφαγάς Ορτάκιοϊ και Νικαίας) και αποστείλασα τους άρρενας των
κεντρικών επαρχιών από 12 ετών μέχρι 80 εις την λευκήν σφαγήν δια των κακώσεων,
στερήσεων και του καμάτου εκ των μακρών πορειών, των νόσων και της εξαντλήσεως, άνευ
της παραμικράς βοηθείας και μέσων εν καιρώ αφορήτου καύσωνος και του τρομερού των
μερών εκείνων χειμώνος;

Ποία σκέψις της τόσον διαλαλουμένης ασφαλείας, προέτρεψε την Κεμαλικήν κυβέρνησιν
να εγκαταστήση, ταυτοχρόνως τω εκτοπισμώ των Χριστιανών, εις τας οικίας των μεταξύ των
εναπολειφθέντων γυναικοπαίδων Τούρκους στρατιωτικούς και Τούρκους πρόσφυγας;
Ποίος πολιτισμός, ποία στοιχειώδης ακόμη ηθική ιδέα Κράτους θα επέτρεπον εις
οιανδήποτε εποχήν τοιαύτα ομαδικά κακουργήματα, τοιαύτην προγραφήν ολοκλήρου
έθνους, τοιούτον αφάνταστον και απερίγραπτον γενικόν εξανδραποδισμόν;

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επίσης ερωτά: Πώς ανέχεται ο πεπολιτισμένος κόσμος
τοιαύτα κακουργήματα, διαπραττόμενα υπό σπείρας επαναστατών, αυτοτιτλοφορουμένης
ως Κυβερνήσεως και πώς μάλιστα εξ οιωνδήποτε ελατηρίων επιτρέπει τας εν τοις κόλποις
αυτού (του πεπολιτισμένου κόσμου) εκδηλώσεις συμπαθείας υπέρ των δημίων;»


«Ο Πόντος εσταυρώθη. Τετέλεσται» – Ο ιστορικός λόγος του Λεωνίδα Ιασονίδη, που εκφώνησε το 1922





Απόσπασμα από τον ιστορικό λόγο του Λεωνίδα Ιασονίδη που εκφωνήθηκε κατά το εθνικό μνημόσυνο υπέρ των σφαγιασθέντων Ποντίων κατά την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στο ναό Αγίου Νικολάου του Γαλατά της Κωνσταντινούπολης, στις 24 Απριλίου 1922, χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη.

Παναγιώτατε, σεβασμιώτατοι, αξιότιμος ομήγυρις,
Μελανίστιος εκ πένθους η «Αργώ» παραπλέει τας ακτάς, ρίπτει κατά γης τη λύραν ο Ορφεύς, ο δε Ιάσων, στηρίζων περίλυπος την κεφαλήν επί του πηδαλίου της ολκάδος, χύνει δάκρυ θαλερόν. Αι Αμαζόνες παρά τον Θερμώδοντα διακόπτουσι τους ιππικούς, οι δε Μύριοι του Ξενοφώντος προ της Τραπεζούντος αναστέλλουσι τους γυμνικούς αυτών αγώνας.Οι «τηλόθεν εξ Αλύβης, όθεν αργύρου εστί γενέθλη», της επαρχίας Χαλδίας και οι εκ Κρώμνης και οι εξ Αιγιαλού εθελονταί του Τρωικού Πολέμου της πατρίδος, άπωθεν διαπυνθανόμενοι την τραγικήν τελετήν, ολολύζουσιν ως νήπια «παρά θίν’ αλός ατρυγέτοιο».

Την πατρίδα του βλέπων πυρπολουμένην, τους άνδρας εξοριζομένους τα δε γυναικόπαιδα θνήσκοντα εκ πείνης, εγκαταλείπει Σινώπην την παλαίφατον Διογένης ο Κυνικός και, πρόσφυξ γενόμενος εν Ελλάδι, κυλίει τήδε κακείσε τον πίθον της προσφυγικότητος, κρατών δε φανόν ανά χείρας ζητεί τον άνθρωπον, όστις θα σώση τη γενέτειράν του.
Εις δημοσίαν πλατείαν της πατρίδος του, Αμασείας, βλέπων εν μία και μόνη ημέρα εστημένας 69 αγχόνας φεύγει ο Στράβων, περιπλανώμενος κοσμοπολίτης και απαρηγόρητος νοσταλγός.
Βασίλειος ο Μέγας και Γρηγόριος ο Θεολόγος περίτρομοι από τους γόους και τους στεναγμούς τών εν τω ναώ του Αγίου Γεωργίου Πατλαμά τουφεκιζομένων γυναικοπαίδων, διακόπτουσι, παρά την Κερασούντα, τη συγγραφήν της Φιλοκαλίας, από δε τους κλαυθμυρισμούς τών κατά των πετρών της Πουλαντζάκης και των Κοτυώρων συντριβομένων και συνθλωμένων νηπίων, Χρυσοστόμου του Ιωάννου στενάζει ο τάφος εν Κουκουσώ της επαρχίας Νεοκαισαρείας. Θρηνεί τον επιτάφιον θρήνον η Παναγία του Σουμελά, προσκόπτει και θρυμματίζεται ο ίππος του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, επί πίνακι δε ζητείται η κεφαλή του ευθαρσούς Ιωάννου της Μονής του Βεζελώνος.

Αι Μυροφόροι αδελφαί Μακεδονία, Θράκη και Ιωνία και αι Ωκεανίδες Νύμφαι Κρήτη τε και Χίος και Μυτιλήνη, του πένθους περιβεβλημέναι τον πέπλον τον μελανόν, προσέρχονται εις το μνήμαν ζητούσαι τον Νεκρόν.

Προς τον Θεόν της Χριστιανοσύνης δεήσεις δεν αναπέμπονται πλέον, ο ήχος των κωδώνων δεν αντιλαλεί εις τους αιθέρας, εσίγησεν η ελληνική φωνή του Ευαγγελίου, δεν κελαρύζει ο ρύαξ, δεν ανθεί η φύσις, δεν κελαδούν τα πτηνά, ο Μάιος δεν είναι Μάιος. Εφέτος άνοιξιν δεν έχομεν, το παν απ’ άκρου εις άκρον πενθεί, διότι ο Πόντος απέθανεν. Ο Πόντος εσταυρώθη. Τετέλεσται. Ηλί, ηλί λαμά σαβαχθανί. Ποίος ο θρηνούμενος νεκρός;

Είναι υιός μονογενής της Ελλάδος με πολλάς αδελφάς, εν μεν χρόνοις μυθικοίς εκ πατρός Φρίξου γεννηθείς και διά της Αργοναυτικής Εκστρατείας του ελληνικού πολιτισμού εις Εύξεινον βαπτισθείς, εν δε τοις ιστορικοίς χρόνοις εκ Μιλήτου ορμηθέντες οι Ίωνες ίδρυσαν το 790 π.Χ. τη Σινώπην, αρχαιοτέραν του Βυζαντίου, είτα δε τας άλλας «Ελληνίδας», κατά έκφρασιν του τε Στράβωνος και του Ξενοφώντος, πόλεις, Ηράκλειαν, την Αμισόν, «Πειραιά» το πρώτον καλουμένην, την Ερμώνασσαν (Πλάτανα), την Τραπεζούντα, απάσας κατά τους εν λόγω ιστορικούς, οικουμένας καλώς, αξιολόγοις γυμνασίοις και αγοραίς και στοαίς κεκοσμημένας λαμπρώς, άνδρας δε εξενεγκούσας αγαθούς, φιλοσόφους, ποιητάς και συγγραφείς και μαθηματικούς και γραμματικούς.

Αυτός είναι ο Πόντος, ο από Ινεπόλεως μέχρι Κολχίδος διήκων και ένδον μέχρι Τοκάτης και Αμασείας την ακτίνα επεκτείνων.
Ο Πόντος αυτός, από Φιλίππου του Αποστόλου εκχριστιανισθείς, εστάθη το ακρότατον κατά της βαρβαρικής Ασίας προπύργιον, Ακρίτας και Βιγλάτωρ του πολιτισμού και του Χριστιανισμού γενόμενος επί αιώνας, αναχαιτίσας πολλάκις και ανακόψας τας των ασιατικών ορδών επιδρομάς, θαυμασιώτατον υπάρξας ορμητήριον των μεγάλων Βυζαντινών κατά των Περσών εκστρατείας και καθέδρα αυτοκρατορίας αναδειχθείς είκοσι Κομνηνών αυτοκρατόρων.

Ο Βυζαντινός Ελληνισμός, ακοίμητος φρουρός του παγκοσμίου πολιτισμού, με τον έναν οφθαλμόν, την Κωνσταντινούπολιν, έβλεπε τη Δύσιν, και με τον άλλον οφθαλμόν, την Τραπεζούντα, έβλεπεν όλη την Ανατολήν.

Η εξόρυξις του ενός οφθαλμού τη 29η Μαΐου 1453 μοιραίως επήνεγκε και την εξόρυξιν του ετέρου οφθαλμού τη 15η Αυγούστου 1461.Σκότος βαθύ και λαίλαψ αγρία αιμοχαρούς τυραννίας ενέσκηψαν εις τον ορίζοντα την ελληνικόν, ο δε Πόντος, μη έχων πού να προσφύγη και τας του Τραπεζουντίου Βησσαρίωνος εν Ευρώπη υπέρ Σταυροφορίας τινός ενεργείας ιδών ναυαγήσασας, προς διαφύλαξιν της πίστεως του εθνισμού του, κατήλθεν εις την κατακόμβην, εκρύβη υπό κοιλίαν Αμνού της Εκκλησίας και κατώρθωσε διά των αιώνων να περισώση εαυτόν, πολλούς βεβαίως συντρόφους απολέσας εν στόματι Κικόνων και Λαιστρυγόνων και Κυκλώπων. Μουσουλμάνος εν τω φανερώ, χριστιανός δε εν τω κρυπτώ αυτός ο πολύκροτος Σταυριώτης, αυτός ο φαινομενικός «Ούτις», εκδηλωθείς και αποκαλυφθείς κατά τον ΙΘ΄ αιώνα και το αληθινόν αυτού όνομα διακηρύξας, κατώρθωσε τοιαύτην να δημιουργήση κοινωνικήν, εκκλησιαστικήν, σχολειακήν, εμπορικήν και οικονομικήν ανθηρότητητα, ευρρωστίαν και υπεροχήν απέναντι όλων των συνοίκων λαών, ώστε να προκαλή το μίσος, τον φθόνον και τη μανίαν του δυνάστου, όστις και απεφάσισεν, αυτόν Προμηθέα, τον φορέα του φωτός και του πολιτισμού, να πασσαλώση επί των απορρώγων βράχων του Καυκάσου, όπερ και έκαμε. [...]

Υπέρ τούτων, υπέρ των μυριάδων τούτων νεομαρτύρων, των ξίφει και πυρί και πείνη και ασθενεία και γυμνώσει και αγχόνη και σταυρώσει και ανασκολοπίσει και ατιμώσει και ακρωτηριάσει, εν τε τοις παραλίοις και τοις μεσογείοις, εν όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της Γης και εν θαλάσσαις και ποταμοίς τελειωθέντων πατέρων και αδελφών ημών ετελέσθη το μνημόσυνον τούτο, ουχί βεβαίως ίνα λυθώσιν αι αμαρτίαι αυτών, διότι αυτών, ως αίμα άλλου Ιησού, εξήγνισε και εξήλειψε πάσαν αμαρτίαν και κατάραν, αλλ’ ίνα αυτούς μεν εθνομάρτυρας και αγίους ανακηρύξωμεν, τον ηρωισμόν απαθαυμάσωμεν, την ψυχικήν ευστάθειαν υμνήσωμεν, το υπέροχον αυτών παράδειγμα μιμηθώμεν, τας υστάτας εντολάς τηρήσωμεν και την παρά τω Θεώ μεσολάβησιν αυτών υπέρ λήξεως των δεινών ημών επικαλεσώμεθα.
Πολύ γαρ ισχύει δέησις δικαίου προς Κύριον ενεργουμένη.
Απέθανον, Παναγιώτατε, με το όνομα της Πίστεως και της πατρίδος εις τα χείλη, απέθανον μη δειλιάσαντες μηδέ λιποψυχήσαντες προς της αγχόνης, τους λόγους Σου προοιμιαζόμενοι, ότι «βίος δεν είναι χρυσός, ούτε μεταλλείον και ότι προτιμητέος ο Γολγοθάς του μαρτυρίου από τον ευτελή βίον της δουλείας». Έστω αιωνία η μνήμη των μαρτύρων, των γνωστών και των αγνώστων.

Και καθώς Παναγιώτατε, τοις Περικλέους ίχνεσι στοιχούντες οι Σύμμαχοι εθέσπισαν το θεσμόν του Μνημείου «τω Αγνώστω Στρατιώτη» ούτω επαναλαμβάνω σήμερον πανηγυρικώς την πρότασίν μου περί ανεγέρσεως «Μνημείου τω Αγνώστω Μάρτυρι» με την επιγραφήν: «Έλληνες αδελφοί, εάν δια τον εξιλασμόν μιας καταστάσεως και προς ευόδωσιν του όλου εθνικού αγώνος επεβάλλετο συνολική τις ερήμωσις και θυσία, αγογγύστως υφίσταται αυτήν, αρκεί άλλη Πατρίς να ορθοποδή».

Οι μάρτυρες Παναγιώτατε, ων σήμερον τη μνήμην επιτελούμεν, έν μόνον διατυπούσι παράπονον, διότι οι ισχυροί και οι κραταιοί, παρά τας πανηγυρικάς υποσχέσεις, εγκατέλειψαν αυτούς απροστατεύτους.Οι Πόντιοι εζήτησαν άρτον και έλαβον πέτραν, εζήτησαν ιχθύν και έλαβον όφιν, εζήτησαν τη ζωήν και έλαβον το θάνατον, εζήτησαν την ελευθερίαν και έλαβον τη δουλείαν, Αρχάγγελον εζήτησαν και Δαίμων τοις εστάλη, βοήθειαν εζήτησαν και τα νώτα τοις εστράφησαν. [...]

Ναι, οικτίρουν ημάς, οίτινες κυλίομεν ως Σίσυφοι και Διογενείς τον πίθον της μαύρης και κακοδαίμονος προσφυγικότητος, ημάς, οίτινες απωλέσαμεν γενέτειραν ήτις ηυλόγει και καθηγίαζεν ημάς, κοιμητήριον ένθα εκοιμώντο τον νήδυμον οι πατέρες και αδελφοί ημών, σχολείον ένθα εδιδάχθημεν τον Θεόν, την Ιστορίαν, την Πατρίδα. Ημάς, οίτινες απωλέσαμεν φίλτρα ζωντανά, θρύλους και παραδόσεις, δι’ ων συνυφάνθη και ηγαπήθη η ζωή.

Ημάς, οίτινες απωλέσαμεν το παν εκτός της τιμής και της ελπίδος. Οι εχθροί ημών διεμερίσαντο τα ιμάτια ημών και επί τον ιματισμόν ημών [έβαλον] κλήρον.
Οι μεγάλοι νεκροί, υπέρ των οποίων ύψωσες, Παναγιώτατε, τας θεοδέκτους Σου ευχάς, λησμονήσαντες της αγχόνης και του μαρτυρίου τας φρικώδεις οδύνας μετ’ αγωνίας παρακολουθούσι την τύχην τών εν Πόντω υπολειφθέντων γυναικοπαίδων, των εν τοις μεσογείοις από 10-55 εξορίστων αρρένων, και των εν τοις Νέας Ρωσίας λιμοκτονούντων 50.000 Ποντίων.

Εσχάτως, Ποντία μήτηρ, περιφερόμενη μετά της κόρης της εις τας προκυμαίας της Νοβοροσκίσκης, έρριψεν την κόρην της ταύτην εις τη θάλασσαν, προτιμήσασα να την ιδή νεκράν, αλλά παρθένον, παρά χορτάτην, αλλ’ άνευ τιμής. Δεν είχον φάγει αι δυστυχείς από πέντε ήδη ημερών. Αδελφοί, πεινώμεν διότι πεινούν, πονούμεν διότι πονούν, ασθενούμεν διότι ασθενούν, γυμνητεύομε διότι γυμνητεύουν, επαιτούμεν διότι αποθνήσκουν.

Δότε μας ψωμίν. Δότε μας, διότι πεινώμεν, δότε μας, διότι, αν είναι γραφτό να αποθάνωμεν, επιθυμούμεν από τας χείρας σας, αδελφοί, να έχωμεν άρτον της Θείας Κοινωνίας. [...]

Έως πότε το όρνεο θα τρώγη τα σπλάγχνα του Προμηθέως; Δεν θα εμφανισθή κανένας Θησεύς, δεν θα ίδωμεν κανένα Ηρακλέα; Πού θα προσφύγωμεν, Παναγιώτατε;
Προσφεύγομεν προς την Εκκλησίαν, παρηγορίαν και σκέπην των Ελλήνων. Προσφεύγομεν προς τον αήττητον στρατόν μας, χαράν και ελπίδα της πατρίδος. Προσφεύγομεν προς τον εθνικόν Τύπον, όστις ως φωτοβόλος ατμομηχανή σύρει το συρμόν του Αλυτρώτου Γένους διά μέσου της ερεβώδους σήραγγος της δουλείας. Προσφεύγομεν προς τον υπερόχου διαισθήσεως θαυμάσιον της Κωνσταντινουπόλεως λαόν.

Προσφεύγουμε επίσης προς τους δολοφονηθέντας μάρτυρας, πρεσβείαις των οποίων πεποίθαμεν ακραδάντως ότι θα αρθή η πλαξ του τάφου η πιέζουσα το τίμιον σώμα του Εσταυρωμένου Ποντίου Ελληνισμού.

Όχι. Ο σταυρός εφ’ ου εκρεμάσθη ο Πόντος δεν είναι σταυρός του θανάτου Βαραβά, είναι σταυρός ζωής του Ιησού.

Ο τάφος, εν ω κείται ο νεκρός του Πόντου, δεν είναι μνήμα, είναι κατακόμβη, ην και άλλοτε εγνώρισεν επί αιώνας και εκ της οποία θα εξέλθη και πάλιν άθικτος η ζωή. Οι μάρτυρες είναι αι μυστικαί λιχνίαι, αι φωτίζουσαι την κατακόμβην της Πίστεως και της Πατρίδος.
Ο Πόντος, Παναγιώτατε, ποντίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται. Οι Τούρκοι θάπτοντες τον Πόντον, εκ συγχύσεως και ταραχής, αφήκαν έξω την κεφαλήν του.
Και το μεν στόμα του κηρύττει το παράπονόν του προς τον πολιτισμένον κόσμον: «Ηλί, ηλί, λαμά σαβαχθανί», τα δε ώτα του ακούουν τας γνωστάς των πέριξ ημών ταύτη τη στιγμή πτερυγιζόντων εθνομαρτύρων φωνάς «Μη φοβού ότι κατησχύνθης, μηδέ εντραπής ότι ωνειδίσθης».

Εξεγείρου ανάστηθι εκ νεκρών. Ένδυσαι την δόξαν σου. Εκτίναξαι τον χουν και ανάστηθι. Έκδυσαι τον δεσμόν του τραχήλου σου και πλάτυνον τον τόπον της σκηνής σου.

Τότε και μόνον τότε τα θύματα της τουρκικής θηριωδίας θα κοιμηθούν τον ήσυχον της αιωνιότητος ύπνον υπό τον γλυκύν τριγμόν μιας πύλης υψηλής, η οποία θα κλείση, και μιας κλειστής η οποία θα ανοίξη. Και τότε, Παναγιώτατε, ωσανά εις τους μάρτυρας του Πόντου.

Αιωνία και αΐδιος αυτών η μνήμη.

Εν Κωνσταντινουπόλει, τη 24η Απριλίου 1922
  • Πηγή: Ένας ιστορικός λόγος εκψωνηθείς εις τον Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου του Γαλατά της Κωνσταντινουπόλεως την 24/4/1922, έκδ. Αργοναύται Κομνηνοί, Αθήνα.
  • http://www.pontos-news.gr/





Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια