Πρόκλος, ο μεγάλος Νεοπλατωνικός φιλόσοφος που σημάδευσε το Μεσαίωνα και την Αναγέννηση

Ο σημαντικότερος φιλόσοφος της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών κατά τον πέμπτο αιώνα, ακάματος υπομνηματιστής του Πλάτωνα και των Χαλδαϊκών λογίων, θεουργός, ποιητής, μαθηματικός, αστρονόμος και, κυρίως, απαράμιλλος συστηματοποιητής.
Τα έργα του καθόρισαν τον τρόπο πρόσληψης της πλατωνικής φιλοσοφίας μέχρι και την Αναγέννηση.

Βίος και έργα
Χάρη στη αγιολογική βιογραφία Πρόκλος ἢ περὶ εὐδαιμονίας που συνέθεσε ο μαθητής του Μαρίνος γνωρίζουμε αρκετά στοιχεία για τη ζωή και την προσωπικότητα του σημαντικότερου εκπροσώπου της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών κατά τον πέμπτο αιώνα, του Πρόκλου.

Ο Πρόκλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 412 από γονείς εθνικούς με καταγωγή από τη Λυκία. Μετά από σπουδές ρητορικής, αριστοτελικής λογικής και μαθηματικών στην Αλεξάνδρεια, ο Πρόκλος έφτασε στην Αθήνα, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, για να σπουδάσει φιλοσοφία. Σχολάρχης της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών ήταν τότε ο Πλούταρχος ο Αθηναίος, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την προικισμένη φύση του νέου και προθυμοποιήθηκε να του διδάξει το Περί ψυχής του Αριστοτέλη και τον Φαίδωνα του Πλάτωνα. Μετά τον θάνατο του Πλουτάρχου το 432, την ηγεσία της σχολής ανέλαβε ο Συριανός , ο οποίος άσκησε βαθιά και μόνιμη επιρροή στην φιλοσοφική ανέλιξη του Πρόκλου . Από τον Πλούταρχο και τον Συριανό ο Πρόκλος μυήθηκε στην και πείστηκε για την εσωτερική συμφωνία της διδασκαλίας του Ορφέα, του Πυθαγόρα και των Χαλδαϊκών λογίων με την φιλοσοφία του Πλάτωνα. Μετά τον θάνατο του Συριανού το 437, ο Πρόκλος έγινε, σε ηλικία μόλις είκοσι πέντε ετών, ο επικεφαλής της σχολής: εξ ου και το προσωνύμιο διάδοχος (ενν. του Πλάτωνα) που συνοδεύει το όνομά του στα χειρόγραφα των έργων του.

Στην αρχηγία της σχολής ο Πρόκλος έμεινε μέχρι τον θάνατό του το 485. Κατά τη διάρκεια αυτής της πεντηκονταετούς σχεδόν σταδιοδρομίας ο Πρόκλος αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί από την Αθήνα για ένα χρόνο προκειμένου να αποφύγει επιθέσεις χριστιανών (Πρ. 15.14-35).

Στο αυστηρό καθημερινό πρόγραμμα του Πρόκλου περιλαμβάνονταν προσευχές στον ανατέλλοντα, μεσουρανούντα και δύοντα ήλιο, πέντε ή και περισσότερες φιλοσοφικές διαλέξεις, σεμινάρια, συζητήσεις με μαθητές και άλλα μέλη της σχολής, καθώς και συγγραφή επτακοσίων γραμμών υπομνηματιστικού ή συστηματικού κειμένου (Πρ. 22.29-37).

Από την τεράστια συγγραφική παραγωγή του Πρόκλου διαθέτουμε σήμερα περίπου το ένα τρίτο: πέντε υπομνήματα σε πλατωνικούς διαλόγους (στον Αλκιβιάδη [έως το 116b], στον Κρατύλο [έως το 407c, σωζόμενο αποσπασματικά], στον Παρμενίδη [έως το 142a], στην Πολιτεία [διάφορες αυτόνομες μελέτες για θέματα όπως η σχέση φιλοσοφίας και ποίησης, η αλληγορία του σπηλαίου , ο μύθος του Ηρός , κ.λπ.] και στον Τίμαιο [έως το 44d]), ένα υπόμνημα στο πρώτο βιβλίο των Στοιχείων του Ευκλείδη, τέσσερα συστηματικά έργα (Στοιχείωσις θεολογική, Πλατωνική θεολογία, Στοιχείωσις φυσική, Ὑποτύπωσις ἀστονομικῶν ὑποθέσεων), διάφορα μικρά πονήματα (για την πρόνοια, τη μοίρα, το κακό, τη θεουργία, κ.λπ.) και επτά ύμνους σε θεούς. Τα πλατωνικά υπομνήματα του Πρόκλου που έχουν απολεσθεί αφορούσαν τον Γοργία , τον Θεαίτητο , τον Σοφιστή , το Συμπόσιο , τον Φαίδρο , τον Φαίδωνα , και τον Φίληβο . Αξίζει, τέλος, να μνημονευθεί ένα (επίσης χαμένο αλλά, κατά τις μαρτυρίες, ογκωδέστατο) υπόμνημα στα Χαλδαϊκά λόγια.

Τα πλατωνικά υπομνήματα
Ως υπομνηματιστής ο Πρόκλος ακολουθούσε την αρχή του Ιάμβλιχου που έλεγε ότι κάθε πλατωνικός διάλογος διαθέτει ένα και μόνον σκοπόν. Μέσα από αυτό το πρίσμα ο Πρόκλος, σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών, ερμήνευσε ολόκληρο τον Τίμαιο, συμπεριλαμβανομένου και του πρώτου περί Ατλαντίδος και ορθής πολιτείας μέρους, ως έργο φυσιολογίας. Στο ίδιο πνεύμα και ακολουθώντας μια πλέον μακρά νεοπλατωνική παράδοση, ο Πρόκλος είδε στον Παρμενίδη την πλήρη αποτύπωση της πλατωνικής θεολογίας (που σήμαινε στην ιδιόλεκτό του θεολογία και μεταφυσική συνάμα). Σύμφωνα με την ερμηνεία που είχε εγκαινιάσει ο Πλούταρχος και επεξεργαστεί ο Συριανός, ο Πρόκλος θεώρησε ότι στο δεύτερο μέρος του διαλόγου οι πέντε πρώτες συναγωγές ισχύουν πραγματικά, καθώς αναφέρονται σε διακριτά επίπεδα ύπαρξης (από το Εν έως ύλη), ενώ οι επόμενες τέσσερις συναγωγές αποτελούν εις άτοπον απαγωγές (Εις Παρμ. 1058.17-1064.14).

Γενικά, στα υπομνήματά του ο Πρόκλος είναι πολύ μεθοδικός. Πριν παρουσιάσει την δική του ερμηνεία εκθέτει τις γνώμες των προγενεστέρων για να καταλήξει στην άποψη του δασκάλου του Συριανού την οποία επικυρώνει με όσα κατάλληλα επιχειρήματα μπορεί να βρει. Στόχος του δεν είναι μόνον η κατάδειξη της δογματικής συνέπειας που διαπερνά όλους τους πλατωνικούς διαλόγους αλλά και η απόλυτη σχέση αυτής της συνεπούς διδασκαλίας με την αλήθεια της πραγματικότητας. Παράλληλα, σταθερό μέλημα του Πρόκλου είναι η κατάδειξη της συμφωνίας που έχουν τα λεγόμενα του Πλάτωνα, αν ερμηνευθούν σωστά, με τις ορφικές θεογονίες, την ομηρική και ησιόδεια θεολογία και τη διδασκαλία των Χαλδαϊκών λογίων.

Τα συστηματικά έργα
Από τα συστηματικά έργα του Πρόκλου ξεχωρίζουν δύο: η Στοιχείωσις θεολογική, που θα μπορούσε ελεύθερα να αποδοθεί ως “Αλφαβητάρι μεταφυσικής”, και η Πλατωνική θεολογία.

Στο πρώτο, πιθανόν νεανικό έργο που αναθεωρήθηκε αργότερα, ο Πρόκλος παρουσιάζει ολόκληρο το μεταφυσικό του σύστημα αρθρωμένο σε 211 προτάσεις, καθεμία από τις οποίες αποδεικνύεται με βάση στοιχειώδη αξιώματα της λογικής. Το έργο είναι δομημένο κατά το πρότυπο των Στοιχείων του Ευκλείδη και θυμίζει μορφικά τη μεταγενέστερη Ηθική του Σπινόζα. Για πρώτη φορά ένας φιλόσοφος της αρχαιότητας συστηματοποίησε με μαθηματικό τρόπο – ή, όπως συνηθίζουμε να λέμε, more geometrico – τη μεταφυσική θεωρία του. Το πρωτότυπο αυτό έργο αποτελεί την καλύτερη εισαγωγή στη φιλοσοφία του Πρόκλου. Αξίζει να παραθέσουμε την πρώτη πρόταση με την απόδειξή της (Στ. Θεολ. 1):

Πρόταση: Κάθε πλήθος μετέχει με κάποιο τρόπο στο ένα. Απόδειξη: Αν το πλήθος δεν μετέχει με κανένα τρόπο στο ένα, τότε ούτε το όλο πλήθος θα είναι ένα ούτε καθένα από τα πολλά από τα οποία αποτελείται, αλλά και το καθένα από αυτά θα είναι πλήθος, και αυτό θα συμβαίνει επ’ άπειρον, και το καθένα από αυτά τα άπειρα θα είναι εκ νέου ένα άπειρο πλήθος. Γιατί, αν το πλήθος δεν μετέχει με κανένα τρόπο σε κανένα ένα, ούτε συνολικά ως όλον ούτε επιμεριστικά με καθένα από τα μέλη του, τότε θα είναι εντελώς άπειρο κατά πάντα. Γιατί, όποιο κι αν πάρεις από τα πολλά, αυτό θα είναι είτε ένα είτε όχι ένα. Και αν δεν είναι ένα, τότε θα είναι είτε πολλά είτε τίποτε. Αλλά, αν το καθένα είναι τίποτε, τότε και το σύνολο θα είναι τίποτε. Κι αν το καθένα είναι πολλά, τότε το καθένα θα αποτελείται από άπειρες φορές άπειρα. Αυτά όμως είναι αδύνατα. Γιατί ούτε κανένα ον αποτελείται από άπειρες φορές άπειρα πράγματα (αφού από το άπειρο δεν υπάρχει κάτι περισσότερο, ενώ το σύνολο είναι περισσότερο από το καθένα μέλος του), ούτε είναι δυνατό να συντεθεί κάτι από το τίποτε. Συνεπώς, κάθε πλήθος μετέχει με κάποιον τρόπο στο ένα.

Η Πλατωνική θεολογία, αντιθέτως, είναι έργο της ωριμότητας και συνοψίζει όλη την υπομνηματιστική εργασία που είχε κάνει ο Πρόκλος στους πλατωνικούς διαλόγους. Στο εκτενέστατο αυτό σύγγραμμα όλες οι εκ πρώτης όψεως ασήμαντες μνείες θεών και δαιμόνων που βρίσκουμε στους πλατωνικούς διαλόγους συντίθενται σε ένα μεγαλειώδες θεολογικό και μεταφυσικό σύστημα απορροής , στο οποίο αυτοτελείς νοητές οντότητες (ενάδες , νόες και ψυχές) ταυτίζονται με παραδοσιακές θεότητες του ελληνισμού και παρουσιάζονται να κατέχουν συγκεκριμένες θέσεις στην πολυεπίπεδη ιεραρχική δομή που παράγεται εσχάτως από την κορυφή του υπερούσιου Ενός. Με τον τρόπο αυτό, η παλαιά μυθολογία των ορφικών, ομηρικών και ησιόδειων θεών εναρμονίζεται με την αφηρημένη περί αρχών σκέψη που ανέπτυξε ο ύστερος νεοπλατωνισμός και το χάσμα μεταξύ παραδοσιακής θρησκείας και θεωρητικής φιλοσοφίας τείνει να γεφυρωθεί ολοσχερώς. Στη φιλόδοξη αυτή σύνθεση του Πρόκλου ενσωματώνονται συνειδητά τόσο οι συμβολικές εικόνες των πυθαγορείων μαθηματικών όσο και οι θεουργικές θεοφάνειες (Πλ. Θεολ. Ι.4, 20.1-20 Saffrey-Westerink):

Αυτοί που μιλούν για τα θεϊκά πράγματα μέσω ενδείξεων (δι᾽ ἐνδείξεως) (1) μιλούν είτε συμβολικά και μυθικά (1.1), είτε μέσω εικόνων (1.2), ενώ από όσους φανερώνουν τις σκέψεις τους χωρίς προκάλυμμα (ἀπαρακαλύπτως) (2), άλλοι εκφράζονται επιστημονικά (κατ᾽ ἐπιστήμην) (2.1) και άλλοι σύμφωνα με την έμπνευση που στέλνουν οι θεοί (κατὰ τὴν ἐκ θεῶν ἐπίνοιαν)(2.2). Ο πρώτος τρόπος, αυτός που προτίθεται να ανακοινώσει τα θεία μέσω συμβόλων (1.1), ανήκει στον Ορφέα και είναι γενικότερα ταιριαστός σε αυτούς που γράφουν τους μύθους των θεών, ενώ ο τρόπος των εικόνων (1.2) ανήκει στον Πυθαγόρα γιατί και τα μαθηματικά οι πυθαγόρειοι τα ανακάλυψαν για να τους υπενθυμίζουν τα θεία και προσπαθούσαν μέσω αυτών ως εικόνων να μεταβαίνουν σ’ εκείνα. […] Από την άλλη μεριά, ο ένθεος τρόπος (ἐνθεαστικῶς), που εκφαίνει την ίδια την αλήθεια των θεών αυτή καθ᾽εαυτή (2.1), εμφανίζεται κατ᾽ εξοχήν στους πιο τέλειους θεουργούς (παρὰ τοῖς ἀκροτάτοις τῶν τελεστῶν) – γιατί αυτοί δεν θεωρούν σωστό να παρουσιάζουν στους μαθητές τους τις θεϊκές τάξεις ή τις ιδιότητες των θεών μέσω κάποιων παραπετασμάτων (διὰ δή τινων παραπετασμάτων) αλλά εξαγγέλλουν τόσο τις δυνάμεις όσο και τις σειρές των θεών εμπνεόμενοι από τους ίδιους τους θεούς. Ο τρόπος, τέλος, ο επιστημονικός (κατ᾽ ἐπιστήμην) (2.2) βρίσκει το αποκορύφωμά του στη φιλοσοφία του Πλάτωνα.

Η φιλοσοφία του Πρόκλου βασίζεται στις τριαδικές αρχές ιαμβλίχειου νεοπλατωνισμού τις οποίες ο ίδιος συστηματοποιεί και εξελίσσει περαιτέρω. Χαρακτηριστικό είναι το τρίπτυχο “ἀμέθεκτον-μετεχόμενον-μετέχον” με το οποίο ο Πρόκλος θέλει να υπογραμμίσει τόσο την υπερβατικότητα των νοητών υποστάσεων όσο και τον απαθή τρόπο με τον οποίο σχετίζονται αιτιακά με τα αισθητά. Επίσης χαρακτηριστικό είναι το τρίπτυχο “μονή- – ” με το οποίο ο Πρόκλος, ακολουθώντας ουσιαστικά τον Πλωτίνο , δείχνει τη διαλεκτική διαδικασία απομάκρυνσης των αιτιατών από τα αίτιά τους, τη σχετική αυτονόμησή τους, και την επιθυμία τους να επιστρέψουν στις ρίζες της ύπαρξής τους και έτσι να “σωθούν”.

Ιστορική σημασία
Η ιστορική επίδραση του Πρόκλου υπήρξε μεγάλη. Η Στοιχείωσις θεολογική μεταφράστηκε τον ένατο αιώνα στα αραβικά και από τα αραβικά, δύο αιώνες αργότερα, στα λατινικά (υπό τον τίτλο Liber de causis = Περί αιτίων) ως έργο του Αριστοτέλη που δήθεν συμπληρώνει τα Μετά τα Φυσικά. Ενδεδυμένη την αριστοτελική αυθεντία η Στοιχείωσις θεολογική πέρασε στη Δύση και επηρέασε σημαντικά τη σχολαστική θεολογία του Μεσαίωνα.

Από την άλλη μεριά, εμπνεόμενος από το πολυεπίπεδο φιλοσοφικοθεολογικό σύστημα του Πρόκλου ο άγνωστος συντάκτης των λεγόμενων “αρεοπαγιτικών” συγγραμμάτων δημιούργησε για τη χριστιανική θεολογία μια ιεραρχία του νοητού κόσμου αντίστοιχη με αυτήν που κατασκεύασε ο Πρόκλος για τον εθνικό ελληνισμό. Με τον τρόπο αυτό, η διαμεσολαβημένη από τον πρόκλειο νεοπλατωνισμό φιλοσοφία του Πλάτωνα μπολιάστηκε στον κορμό της Ορθόδοξης Ανατολής. Ωστόσο, ο Πρόκλος ήταν και από πρώτο χέρι γνωστός στο Βυζάντιο. Λόγιοι όπως ο Μιχαήλ Ψελλός , ο Νικόλαος Μεθώνης, ο Γεώργιος Παχυμέρης και ο καρδινάλιος Βησσαρίων γνώριζαν άμεσα το έργο του Πρόκλου και επηρεάστηκαν από αυτό.

Αργότερα, οι αναβιωτές του πλατωνισμού στην ιταλική Αναγέννηση θεώρησαν τον Πρόκλο ως αυθεντικό ερμηνευτή της πλατωνικής σκέψης. Μόνον η νεωτερική αυτονόμηση των πλατωνικών διαλόγων από τις ερμηνευτικές διαστρεβλώσεις των επιγόνων οδήγησε σταδιακά στην απαξίωση του Πρόκλου ως ερμηνευτή του Πλάτωνα. Σήμερα, ο Πρόκλος μελετάται περισσότερο ως εμβληματική μορφή της όψιμης αρχαιότητας και ως ιστορική πηγή για τον ύστερο νεοπλατωνισμό παρά ως αυθεντικός εκφραστής της πλατωνικής σκέψης. Η αξία του, ωστόσο, ως αυτόνομου στοχαστή πλέον προβάλλεται. Ο Χέγκελ είχε ήδη θαυμάσει τη διαλεκτική της προόδου και της ἐπιστροφῆς του συστήματός του.

Συγγραφέας: Σπύρος Ράγκος

Η ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια