Ο Ελληνικός στρατός στους Δρυμάδες τον Μάρτη του 1913

Μέρες που είναι και ειδικά στην Ήπειρο η ιστορική μνήμη επιστρέφει σ’ εκείνη την περίοδο του 1913 όταν ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωνε απ’ τον Οθωμανικό ζυγό τα Ιωάννινα και όλη τη μαρτυρική ηπειρωτική γης.

Στα πλαίσια του κοινού μετώπου των Βαλκάνιων συμμάχων η επέλαση ήταν ασταμάτητη και η καταδίωξη των Οθωμανικών κατοχικών στρατευμάτων συνέχιζε με επιτυχία έως τα μέρη που σήμερα βρίσκονται στην Αλβανική επικράτεια.

Πετυχημένο ρεπορτάζ θεωρείται εκείνο που μεταφέρει όσο πιο πιστά το αίσθημα της κοινωνίας, των απλών ανθρώπων. Ως εκ τούτου ημερολόγια συνηθισμένα κατοίκων της υπαίθρου αποκτούν σπουδαία σημασία στην επισκόπηση των ιστορικών γεγονότων.

Πιο κάτω δημοσιεύουμε ακριβώς κάποιες σημειώσεις που ο συγγραφέας του βιβλίου «Δρυμάδες – Χειμάρρας», Κώστας Ν. Δέδες, έχει συμπεριλάβει στις σελίδες 59-60. Πρόκειται για το Ημερολόγιο του Κ. Μπούτσιου, κάτοικου Δρυμάδων, που με τρόπο πολύ αυθόρμητο αλλά αρκετά περιγραφικό έχει σημειώσει την ενθουσιώδη κατάσταση στο χωριό του, της ημέρες της άνοιξης 1913, όταν εκεί έφτασε ο Ελληνικός Στρατός.

Είναι όντως απολαυστικό ρεπορτάζ…

«ε) Σκόρπιες παιδικές αναμνήσεις από τα χειρόγραφα του Κ. Μπούτσιου.

-«…Στις αρχές του Μάρτη του 1913, ημέρα Κυριακή, ήρθε ο Ελληνικός Στρατός στο χωριό μας. Την ημέρα αυτή παντρεύονταν ο Βαγγέλης Πάνος. Όλο το παιδολάσι, καλεσμένο ή όχι στο γάμο, που παρευρίσκονταν στη γαμήλια πομπή, παράτησε το γάμο κι έτρεξε στο Σχολείο να καμαρώσει τους Έλληνες στρατιώτες. Η συγκίνηση ήταν τέτοια που κλαίγαμε και γελούσαμε μαζί. Δεν χορταίναμε να τους βλέπουμε και να τους καμαρώνουμε. Στη μέση από τους φαντάρους μας έδειξαν και τον Στέφο Ζούππα που ξεχώριζε με τη στολή του ανθυπολοχαγού. Το Άγιο Σχολείο του Βιζίλη φιλοξενούσε τα παλληκάρια της Πατρίδας μας.

-Θυμάμαι τον ήρωα οπλαρχηγό Γεώργιο Τσολάκη. Ερχόταν στο Σχολείο και μας χάιδευε και μας αποκαλούσε «τα πουλάτσια μου…», κατά την κρητική διάλεκτο. Μια μέρα πήγε με τους άντρες του σε λειτουργία στον Άγιο-Θεόδωρο και μετάλαβαν όλοι. Σε μια βδομάδα σκοτώθηκε πολεμώντας όρθιος.

-Στο Σχολείο ήταν η έδρα του Τηλεγραφείου. Χειριστές ήσαν οι συμπατριώτες μας Λεωνίδας Ζης και Ξενοφώντας Ζούππας. Κατόπιν αυτοί μας διηγούνταν τη σύλληψη του Μπάρμπα Γιάννη Παπά. Ο μακαρίτης είχε μια λόξα ή πες μια μανία: Κάθε μεσημέρι και ακριβώς η ώρα 12 να ρίχνει μια ντουφεκιά. Είχε ειδοποιηθεί να κόψει τη συνήθεια αυτή, γιατί δεν το επέτρεπε η κατάσταση. Ο Γιάννης το αγνόησε. Τον έβαλαν για τιμωρία 3-4 ώρες στο Μώρο και φυσικά έβαλε μυαλό, γιατί είχε γιομίσει ψύλλους.

-Το αλησμόνητο και καθάριο ελληνικό κι ελεύθερο Πάσχα του 1914 έτυχε να βρίσκεται αδειούχος ο αείμνηστος Βασίλη Μούτσος, επιλοχίας τότε, που υπηρετούσε στο Αργυρόκαστρο. Συνέπεσε να είναι όλο το χωριό στ’ Αλώνια και να χορεύουν. Φώναξε τους Μασκαράδες και με τη βοήθεια τους μάζεψε όλες τις γυναίκες του χωριού και έστησαν, για πρώτη φορά στα Δρυμαδιώτικα χρονικά, ιδιαίτερο γυναικείο χορό. Η θέα των δύο χορευτικών συγκροτημάτων, στ’ απάνω και κάτω Αλώνια ξεσήκωνε τον κόσμο από ενθουσιασμό και παρά την απαγόρευση άναψαν οι στρακαστρούκες απ’ άκρη σ’ άκρη και το ντουφεκίδι από τους ίδιους τους στρατιώτες, που κράτησε κάμποσην ώρα.

​Αλησμόνητες στιγμές. Ύστερα από λίγες ημέρες ξανάγινε χορός. Παραβρέθηκε ο Λοχαγός Κωτούλας (ο μετέπειτα Στρατηγός). Τόσο ενθουσιάστηκε από το γνήσιο ελληνικό γλέντι των Δρυμαδιωτών ώστε ζήτησε μια καρέκλα και κάθισε στη μέση του χορού για ν’ απολάψει λεβεντιά και γιορταστική χειμαρριώτικη χάρη. Δεν πέρασε πολλή ώρα και δακρυσμένος από βαθιά συγκίνηση, ανέβηκε στην καρέκλα και μίλησε με θέρμη πατριωτική στο λαό, που ενθουσιασμένος χειροκρότησε τον λαμπρό έλληνα αξιωματικό.

-Κάθε τόσο και λιγάκι άραζε η «ΧΡΥΣΑΛΙΣ», το βαπόρι, στο Γυαλισκάρι και ξεφόρτωνε εφόδια και τρόφιμα για το στρατό, αλλά και για τους κατοίκους. Οι φούρνοι του χωριού δούλευαν αδιάκοπα και τα καρβέλια πήγαιναν στον καταυλισμό του στρατού και στα σκόρπια εδώ κι εκεί – φυλάκια. Κάποια μέρα μαθεύτηκε πως το πλοίο έφερε Μάουζερ και ότι θα γινόταν διανομή στους κατοίκους. Δεν έμεινε άντρας γι άντρας στο χωριό. Όλοι βρέθηκαν στην προκυμαία και πολλοί που πρόλαβαν τακτοποιήθηκαν με τα καλά αυτά όπλα και παράτησαν τα τούρκικα.

-Όταν έγινε η επιστράτευση, πήγαν αρκετοί από το χωριό μας στο Αργυρόκαστρο. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Φώτο Μάλλιος. Κάποια μέρα ζήτησε να παρουσιαστεί στο Λοχαγό του. Έγινε δεκτός και αφού χαιρέτησε τον αξιωματικό του, του είπε:

-Κυρ Λοχαγέμ, να σ’ παρ’ το κακό. Αφησέμ ν’ πάω να δω τη γυναίκαμ ψίχα (νιόπαντρος ο άμοιρος), και σ’ δίνω το λόγομ αύριο ναμ δω. Ο Λοχαγός συγκινημένος του έδωσε άδεια. Και τα κατάφερε ο αθεόφοβος να φθάσει μέσα σε μια ημέρα ποδαρόδρομο, από το Αργυρόκαστρο στο χωριό και να επιστρέψει συνεπής στο λόγο του.

-Στο τμήμα της Χωροφυλακής είχαν καταταγεί κάμποσοι. Μεταξύ αυτών ήσαν οι: Παύλος Βρέττος (Λοχίας), Πήλιος Κουμής, Θανάσης Γιάννη Βρέττος, Βασίλης Γ. Γκικόπουλος, Φώτο Μαρούλης κ.α.»…

tachydromos.org

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια