Το «ατύχημα Σόροβιτς» που έκρινε την τύχη του Μοναστηρίου

Και το Μοναστήρι;

Ο ελληνικός στρατός είχε καταλάβει τη Σιάτιστα, αλλά όχι με τα τακτικά του αποσπάσματα, παρά με τους Γαριβαλδινούς (ανάμεσά τους ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, έξοχα εξοπλισμένος, που πλήρωνε το δικό του σώμα) και με σώματα εξοπλισμένων από το στρατό μακεδονομάχων, όπως του Καούδη και πολλών άλλων. Η μόνη αξιόμαχη μεραρχία ήταν η πέμπτη, που προήλαυνε, έως την 18η Οκτωβρίου, βορείως των Καϊλαρίων και όδευε προς Αμύνταιο (Σόροβιτς).
Το Μοναστήρι απείχε δέκα ωρών στρατιωτικής πορείας και η άνεση των συνθηκών ήταν αυτή που έπεισε τον αρχιστράτηγο και το επιτελείο να εισακούσει την κυβέρνηση που ανησυχούσε.

Ωσπου ξέσπασε το περιλάλητο «ατύχημα Σόροβιτς» δηλαδή ο αιφνιδιασμός και η άτακτη υποχώρηση μιας ελληνικής μεραρχίας, της πέμπτης, που έκρινε την τύχη του Μοναστηρίου.

Ηταν ευτύχημα που η αιφνίδια επαφή των Ελλήνων και των Τούρκων δεν ήταν σκοπούμενη, αλλά οφειλόταν σε έλλειψη κατόπτευσης και περιορισμένη αποτελεσματικότητα των προκαλύψεων. Ετσι, ο συγκεντρωμένος ελληνικός στρατός, που ήταν πλέον στα πρόβουνα του κάμπου των Γιαννιτσών, μπόρεσε με ενίσχυση των πανικόβλητων από στοιχεία της 6ης και της 3ης Μεραρχίας να αποκαταστήσει την τάξη και την πειθαρχία στο δυτικό αυτό μέτωπο.
Αλλά το διδακτικό αυτό «ατύχημα» ήταν το τελευταίο εμπόδιο, με ατυχείς συνέπειες, στο δρόμο προς τη Θεσσαλονίκη…

Το ατύχημα Σόροβιτς

Ηταν στην ουσία μια καραμπινάτη ήττα του Ελληνικού Στρατού. Μια μεραρχία, η 5η, είχε εντολή να προωθηθεί στην κατεύθυνση του Μοναστηρίου, έχοντας τον έλεγχο των πλευρών του εκστρατευτικού σώματος που βρισκόταν καθ’ οδόν προς τα Γιαννιτσά και τη Θεσσαλονίκη. Αλλα γύρω από το Σόροβιτς -αργότερα Αμύνταιο- έγιναν πολλές μάχες που ξεκίνησαν από τη 18η Οκτωβρίου και ολοκληρώθηκαν αρχές Νοεμβρίου.

Στην πρώτη φάση που μας ενδιαφέρει, η μεραρχία προχώρησε στο Αμύνταιο και άρχισε να αποκτά έλεγχο στις σύνθετες γεωγραφικά πύλες και τα στενά της Λυγκηστίδας με την Ελίμεια και την Εορδαία, δηλαδή σε έναν κρίσιμο κόμβο που άφησε εδραία στρατιωτική παράδοση από τα χρόνια του Βρασίδα και έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο όρος «ατύχημα» παρουσιάζεται σε τηλεγράφημα του Βενιζέλου: «Αρχηγόν Διάδοχον Κιρτζαλάρ. Ενεκα ατυχήματος V μεραρχίας κρίνω επιβεβλημένον...».
Ο Κωνσταντίνος βρισκόταν στο Αδενδρο από τη 22α Οκτωβρίου, ενώ οι προφυλακές του ήδη από την 20ή, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό. Μιλάμε για ελάχιστα χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, υποτιθέμενο στόχο της ελληνικής στρατηγικής, και όμως, το «ατύχημα» στοιχειώνει ένα νικητή στρατό. Τι συνέβη;

Η πλαγιοφυλακή

Στο Ζιδάνι, το μοναστηράκι που βρίσκεται σε μια καμπή του Αλιάκμονα, ο προηγούμενός του, Ιλαρίων Ρολόγης, εξηγούσε μετά τη μάχη του Σαρανταπόρου ότι το επόμενο κομβικό σημείο της εκστρατείας στην Ανω Μακεδονία ήταν το Σόροβιτς. Αποδέκτες των απόψεών του, άνδρες της ευζωνικής ταξιαρχίας Γεννάδη και στοιχεία της ταξιαρχίας ιππικού των Σούτσου και Βάσσου. Ο τόπος σήμερα λέγεται και Λαριό.

Η 5η μεραρχία είχε αναλάβει την πλαγιοκάλυψη. Η ιστορία μεταξύ επιθυμίας Κωνσταντίνου, που ήθελε το Μοναστήρι, και Βενιζέλου, που ήθελε Θεσσαλονίκη, είναι γενικώς αποδεκτά, αλλά επισημαίνω πως μεγάλο μέρος από αυτές τις δοξασίες οφείλεται στη μακρά αγόρευση του Βενιζέλου στη λεγόμενη «Βουλή των Λαζάρων» του 1917, όταν ο Κωνσταντίνος ήταν εξόριστος και ο Διχασμός στο φόρτε του.
Σημασία έχει πως σώζεται τηλεγράφημα του διαδόχου, μετά την Κοζάνη όπου κατευθύνει το στρατό προς Βέροια, στην οποία και βρίσκεται τη 16η Οκτωβρίου. Η Πέμπτη κατευθύνεται από τα Καϊλάρια προς Σόροβιτς. Στα δεξιά της, η 6η ακολουθεί τη σιδηροδρομική γραμμή Βέροιας - Εδεσσας, και είναι η πλησιέστερη προς την 5η μονάδα που συμμετέχει στα Γιαννιτσά.

Ο αιφνιδιασμός

Οι Μακεδονομάχοι, που χρησίμευαν ως οδηγοί, ανιχνευτές και σύμβουλοι πορείας, δεν είχαν πολλές πληροφορίες για την περιοχή μεταξύ Μοναστηρίου και Αμυνταίου. Ιδίως για την πεδιάδα που απλώνεται μετά τη λίμνη των Πετρών και φτάνει στα πρόθυρα της Κοζάνης. Υπήρχαν πολλά μουσουλμανικά χωριά (πράγμα που αποδεικνύεται από τα πολλά ποντιακά χωριά που βρίσκονται στον τόπο μετά την ανταλλαγή) και οι κάτοικοι δεν είχαν την παθητική στάση άλλων μουσουλμανικών περιοχών, για έναν απλό λόγο: ανάμεσα στους «βουλγαρίζοντες», στους «ρουμανίζοντες» και στους «γραικομάνους» της περιοχής μεσολαβούσαν τα χωριά τους, που δεν ήταν αναμεμιγμένα με «ξένους».

Η 5η μεραρχία, η λεγομένη «των Κρητών», υπό το συνταγματάρχη Ματθαιόπουλο, ανεβαίνοντας πάνω από το Αμύνταιο αντιμετώπισε τοπικά αποσπάσματα από βοηθητικά τμήματα Οθωμανών, μαζί με τοπικές δυνάμεις από χωριά και άρχισε να αμύνεται υπό κάποια σύγχυση. Ο Ματθαιόπουλος, εκτιμώντας ορθά την κατάσταση και πιστεύοντας ότι μια καλή προέλαση είναι το καλύτερο φάρμακο για να ξεπεραστεί η αμηχανία μιας πορείας σε εχθρικό έδαφος, διέταξε προέλαση προς Μοναστήρι, αφού είχε την ορθή πληροφορία ότι ο εχθρός, δηλαδή τα ελαφρά σώματα αμυνομένων είχε διαρρεύσει προς Φλώρινα, ωστόσο δεν ήξερε ότι οι Σέρβοι είχαν νικήσει το 6ο Σώμα Στρατού της Αυτοκρατορίας, αλλά δεν το είχαν εκμηδενίσει. Και η ηττημένη στρατιά, από τρεις μεραρχίες τουλάχιστον, υποχωρούσε προς Αλβανία, μέσω του Κίρλι Ντερβέν. Κανένας Ελληνας σύνδεσμος, κανένας Σέρβος σύνδεσμος δεν ειδοποίησε ή δεν ενημερώθηκε από το σύμμαχό του.

Αυτή η πασιφανής στραβομάρα διδάσκεται παγκοσμίως ως χαρακτηριστική περίπτωση να έχεις συμμάχους που δε συνεννοούνται! Με δυο λόγια, η 5η μεραρχία, ήδη ταραγμένη, συγκρούστηκε με τρεις μεραρχίες έξω από τη Βεύη. Η ήττα ήταν μεγάλη, αλλά αυτό που υπέφερε ήταν το ηθικό των ανδρών. Η μεραρχία λέγεται ότι ανασυγκροτήθηκε στην Κοζάνη, αλλά οι ειδήσεις και οι δοξασίες είναι πολύ σοβαρότερες. Και μόνο το γεγονός πως η 5η μεραρχία είχε το ένα τρίτο των συνολικών απωλειών του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου δείχνει το μέγεθος του δράματος. Χαρακτηριστικά, ο ήρωας Κοσκινάς με την πυροβολαρχία του εξοντώθηκε αναμένοντας μια γραπτή εντολή απαγκίστρωσης, αλλά δε διανοήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση του.

Η εξέλιξη

Το σοκ της ελληνικής κυβέρνησης ήταν τόσο ισχυρό, ώστε ο Βενιζέλος έφτασε να ζητά «όπως μία μεραρχία εκ των υπό τας αμέσους διαταγάς υμ. Υψηλότητος επιβιβασθή ως τάχιστα ατμοπλοίων εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου και αποβιβασθή εις Βόλον, σπεύση δ’ εκείθεν διά Λαρίσης προς Ελασσόνα και Σέρβια. Προτιμώ τήν I μεραρχίαν ένεκα πολλών λόγων. Αναφέρατέ μοι ημέραν και ώραν καθ’ ήν εσται δυνατή τοιαύτη επιβίβασις. Διέταξα ήδη άμεσον αποστολήν πλοίων. Βενιζέλος». Η τρομώδης πρόταση απορρίφθηκε ήπια. Η Θεσσαλονίκη ΔΕΝ είχε καταληφθεί! Κι όμως, ο φόβος ανατροπής του σκηνικού οδηγούσε την κυβέρνηση σε αδυνάτισμα της επίθεσης…
Η ανασυγκρότηση της 5ης μεραρχίας έγινε δυνατή μετά από αρκετές ημέρες, και μόνο τις πρώτες μέρες μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, κι αφού έκλεισε από βουλγαρικές δυνάμεις ο ανατολικός ορίζοντας της ελληνικής προέλασης, ελευθερώθηκαν στοιχεία της 1ης, της 3ης, της 4ης, και την 6ης μεραρχίας, ώστε μαζί με την προελαύνουσα 5η να γίνουν αιματηρές μάχες στον Κόμανο, στον Οστροβο, στο Κιρλί Ντερβέν και στο Γκορνίτσεβο (Κέλλη) και να εκδιωχθούν οι αμυνόμενοι Οθωμανοί προς Αλβανία.
Τότε εγκατέλειψαν και το Μοναστήρι, το οποίο και κατέλαβαν οι Σέρβοι με μικρή αντίσταση. 12 ημέρες ήταν το βαρύ αντίτιμο της ανακοπής της 5ης μεραρχίας και το ίδιο το Μοναστήρι.

Ηταν «στημένα» τα σύνορα με τους Σέρβους;

Η παράδοση του Μοναστηρίου στους Σέρβους ανέτρεψε μεγάλο μέρος των ελληνικών ελπίδων. Η αντιστοιχία ήταν εμφανής με την απελπισία των Βουλγάρων, όταν έχασαν τη Θεσσαλονίκη. Εάν η Θεσσαλονίκη ήταν η αναμφισβήτητη πρωτεύουσα της Μακεδονίας, το Μοναστήρι ήταν το κέντρο των Βλάχων και μία πελώρια έκταση έως τη Βοσκόπολη αλλά και τον πινδικό χώρο, κατοικημένη από Βλάχους που ήταν η ελπίδα των εκεί ελληνικών διεκδικήσεων, δεν είχε πρωτεύουσα. Οι Σέρβοι στο Μοναστήρι ήταν ελάχιστοι.
Οι διαδόσεις για προδοσία και αργυρώνητη παράδοση άρχισαν να κυκλοφορούν. Σοβαρότερη ήταν μια καταγγελία ενός Ελληνα που υποστήριξε πως η παράδοση του Μοναστηρίου κόστισε είκοσι χιλιάδες λίρες που έδωσε το ρώσικο προξενείο στον πασά της πόλης. Επίσης, κατηγορήθηκε ο Βενιζέλος έντονα, επειδή συνήθιζε να «αφαιρεί» και να «προσθέτει» πόλεις και περιοχές με εκπλήσσουσα ταχύτητα στις διαπραγματεύσεις με τις οποίες τακτοποιούσε στα συνέδρια τις ρυθμίσεις του.

Οι Βλάχοι, πολλοί τουλάχιστον, αισθάνθηκαν ότι προδόθηκαν. Δεν τους «έβγαιναν» μήτε οι ημερομηνίες μήτε μερικά χοροστάσια που είχαν στηθεί από ενθουσιασμένους φαντάρους στη Βεύη και στην Κέλλη, αντί να προχωρήσουν προς Φλώρινα και Μοναστήρι. Οπως συμβαίνει συχνά, μεγάλο κομμάτι της διαμαρτυρίας ήταν ετεροχρονισμένο και οφειλόταν στην εξέλιξη του Διχασμού μετά το 1916, λίγα σχετικά χρόνια μετά τα γεγονότα του 1912. Για παράδειγμα, υπήρξαν χρόνια που η Ελλάδα φιλοξένησε στην Κέρκυρα το σερβικό στρατό και το βασιλιά της, και οι δύο λαοί πολέμησαν μαζί στο μακεδονικό μέτωπο.

Η απόδοση του Μοναστηρίου δε συζητήθηκε ποτέ σοβαρά. Αλλά η ετεροχρονισμένη κριτική δημιουργεί ενδιαφέρον σε μια αφήγηση, ωστόσο καταστρέφει την ιστορική αξιοπιστία…

Γιαννιτσά

Ο βασιλιάς Γεώργιος έχει εγκατασταθεί στη Βέροια από τη 17η Οκτ. Η 5η μεραρχία καταλαμβάνει τις περιοχές Καϊλαρίων και Σόροβιτς και δεν έχει ιδέα τι της μέλλεται. Ο διάδοχος και αρχιστράτηγος έχει μπροστά του τη Θεσσαλονίκη. Μετράει τις δυνάμεις του εχθρού στο τραπέζι και πιστεύει ότι θα συναντήσει μια φρουρά της πόλης της Θεσσαλονίκης, όχι ιδιαίτερα μεγάλη μήτε αξιόμαχη, αν και η πόλη συγκεντρώνει το οπλοστάσιο των οπισθοφυλακών της στρατιάς που υποτίθεται πως μάχεται με Βουλγάρους και Σέρβους. Αλλά οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι έχουν κατανικήσει τους Οθωμανούς και μεταξύ συμμάχων υπάρχει ένα κενό. Αυτό το κενό αντιλαμβάνονται πρώτοι οι Βούλγαροι και σπεύδουν προς Θεσσαλονίκη.

Πηγή: Πάνος Θεοδωρίδης, Θεσσαλονίκη: Διήγηση ενός αιώνα. Απόσπασμα από την Ειδική Εκδοση του “Αγγελιοφόρου της Κυριακής” προς τιμήν των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και την ενσωμάτωσή της στον εθνικό κορμό.

* Ο Πάνος Θεοδωρίδης κατάγεται, εκ μητρός, από το Γκόπεσι της Πελαγονίας.

https://vlahofonoi.blogspot.com

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια